Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "βρωμάομαι"

Βρέθηκε 1 λήμμα
βρωμάομαι, αποθ., γκαρίζω, Λατ. rudere· βρωμησάμενος, σε Αριστοφ. (ηχομιμ. λέξη).