Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι

των Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

14.3. Ένας χριστιανικός προτρεπτικός στη φιλοσοφία

Ο σχετικά νεαρός Ωριγένης αποδείχθηκε ένας καλός δάσκαλος - για λόγους που θα ήθελε ένας δάσκαλος. Αν κάτι τράβηξε τους μαθητές του, δεν ήταν απλώς η φιλολογική του δεινότητα (εκείνα τα χρόνια θα υπήρχαν αρκετοί καλοί φιλόλογοι). Δεν θα έρχονταν «από Ανατολή και Δύση» στη σχολή του μόνο γι᾽ αυτό τον λόγο. Ούτε θα του ζητούσαν να τους επισκεφθεί σε μακρινά μέρη, για να τους διδάξει τα σύμβολα που είχε επινοήσει για την «κριτική έκδοση» της μετάφρασης της Παλαιάς Διαθήκης (έξι παράλληλες στήλες, με τις διάφορες ελληνικές μεταφράσεις και το εβραϊκό κείμενο).

Στην Αλεξάνδρεια, και μετά από χρόνια στην Καισάρεια της Παλαιστίνης, ο Ωριγένης, πέρα από τα άλλα ταλέντα του, γοήτευε τους μαθητές του με αυτό που τότε θεωρούσαν «φιλοσοφικό τρόπο»: την ίδια του τη ζωή - ακριβώς με ό,τι σήμερα θα θεωρούσαμε παράδοξο ή επικίνδυνο να γοητεύσει έναν μαθητή (και μάλιστα φιλοσοφίας). Ήταν ένας φιλόσοφος: ένας δάσκαλος που ζούσε απλά, φορούσε έναν απέριττο χιτώνα, περπατούσε ξυπόλητος, κοιμόταν στο έδαφος, νήστευε, έμεινε άγαμος και εγκρατής. Σύμφωνα με τη νοοτροπία της εποχής του, δεν τα έκανε όλα αυτά για να γίνει (ή για να θεωρηθεί) φιλόσοφος. Αλλά, επειδή ήταν αληθινός φιλόσοφος, η ζωή του ήταν τέτοια που ταιριάζει σε κάποιον που έχει βρει τον δρόμο της σωτηρίας του· και είναι ανοικτός στους άλλους που του ζητούν να τους δείξει τον δρόμο ή και να πορευθεί μαζί τους. Ως φιλόσοφος, κατηχούσε τους μαθητές του στον χριστιανισμό!

Δεν επρόκειτο για κάποια απάτη· ούτε ο Ωριγένης ήταν ο πρώτος. Ακολουθούσε μια παράδοση που ξεκίνησε τουλάχιστον από τον χριστιανό Ιουστίνο, τον επονομαζόμενο και «φιλόσοφο». Ο χριστιανισμός είχε λόγους και επιχειρήματα για να παρουσιαστεί και να θεωρηθεί ως φιλοσοφία. Και από κει και πέρα, προβάλλοντας αξιώσεις κυριαρχίας, μπορούσε να αυτοπροβληθεί ως η αληθινή, η κατεξοχήν φιλοσοφία.

Ο Γρηγόριος από τη Νεοκαισάρεια του Πόντου, μαθητής του στην Καισάρεια, θυμάται πώς ο Ωριγένης για αρκετές ημέρες προσπαθούσε να πείσει αυτόν και τον αδελφό του να αφήσουν τη νομική και να ακολουθήσουν τη φιλοσοφία. Δεν ήταν μόνο τα λόγια του που τους έκαναν να μη συνεχίσουν προς την περίφημη νομική σχολή της Βηρυττού και πιθανότατα προς μια λαμπρή σταδιοδρομία. Πολλοί δάσκαλοι υπόσχονταν πολλά και μελετούσαν τα περί ήθους· εκείνος κατόρθωσε «η προτροπή με τα έργα να προηγηθεί της προτροπής με τα λόγια». Με το ήθος του έπειθε και τους άλλους να μελετούν τα περί ήθους και προσπαθούσε να γίνει όμοιος με το πρότυπο που πρόβαλλε ως ιδανικό. Και, όπως καταλήγει ο Γρηγόριος, έτσι «αγάπησα και τον άνθρωπο και τη φιλοσοφία» (Εις Ωριγένην προσφωνητικός).

Για να εναρμονιστούν θεωρία και πράξη και για να πραγματωθεί το ιδανικό του σοφού, χρειάζεται ένα ξεκαθάρισμα: ποιο είναι, ή ποιο οφείλει να είναι, το αντικείμενο (και ο σκοπός) της πράξης; Η απάντηση του Ωριγένη δεν διέφερε από την τρέχουσα φιλοσοφική απάντηση, που δόθηκε ήδη από τα ελληνιστικά χρόνια. Μακριά από την πολυπραγμοσύνη του βίου και την ταραχή της αγοράς, οδηγούσε τους μαθητές του στην ενδοσκόπηση και στην ενασχόληση με αυτό που είναι αληθινά δικό τους, την ψυχή τους. Βασική του μέριμνα ήταν η ψυχή, η οποία απελευθερώνεται από τα πάθη και βλέπει τον εαυτό της σαν να βρίσκεται μπροστά σε καθρέφτη· κι αν είναι άξια, βλέπει και την αντανάκλαση του θεϊκού νου και παίρνει τον δρόμο για τη θέωση. Άριστο έργο της φιλοσοφίας είναι το γνῶθι σεαυτόν. Και μόνο οι φιλόσοφοι, επειδή γνωρίζουν τον εαυτό τους, ζουν τον βίο που ταιριάζει στα λογικά όντα.

Με τέτοια και με παρόμοια οι χριστιανοί διεκδικούσαν ένα κομμάτι της φιλοσοφίας για δικό τους, ή μάλλον πολλά κομμάτια: κυρίως από τη στωική ηθική και την πλατωνική μεταφυσική - με τον Αριστοτέλη ασχολήθηκαν αργότερα. Πιο πολύ όμως διεκδικούσαν τον ίδιο τον σκοπό της φιλοσοφίας.