Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι

των Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

5. Οι τελευταίοι Προσωκρατικοί: Εμπεδοκλής, Αναξαγόρας και Δημόκριτος

5.1. Η οδός του συμβιβασμού: Εμπεδοκλής και Αναξαγόρας

Η προσωκρατική φιλοσοφία συνεχίζει να αναπτύσσεται και κατά τον 5ο αιώνα στην περιφέρεια του ελληνικού κόσμου. Ο Εμπεδοκλής προέρχεται από τον Ακράγαντα της Σικελίας, ο Αναξαγόρας από τις Κλαζομενές της Μικράς Ασίας, ο Φιλόλαος από τη Θήβα, ο Διογένης από την Απολλωνία του Εύξεινου Πόντου, ο Λεύκιππος από τη Μίλητο ή την Ελέα, ο Δημόκριτος από τα Άβδηρα της Θράκης. Ο φιλόσοφος εξακολουθεί να δουλεύει μόνος του έχοντας κοντά του μια μικρή ομάδα αφοσιωμένων μαθητών. Ακόμη δεν έχει συνειδητοποιηθεί η ανάγκη της ύπαρξης ενός κέντρου της ελληνικής φιλοσοφίας, όπου θα μπορούσε να αναπτυχθεί ένας ζωντανός διάλογος ανάμεσα στους φιλοσόφους. Ο πρώτος που αντιλαμβάνεται μια τέτοια ανάγκη είναι ο Αναξαγόρας, όταν αποφασίζει να αφήσει την πατρίδα του και να ενσωματωθεί στον στενό κύκλο των διανοουμένων που διατηρούσε ο Περικλής στην Αθήνα.

Ούτε η θεματολογία της φιλοσοφίας έχει αλλάξει. Ο φυσικός κόσμος και οι μηχανισμοί που τον διέπουν βρίσκεται πάντοτε στο επίκεντρο της προσοχής. Η ψυχή και η μεταθανάτια μοίρα της απασχολεί όσους έχουν επηρεαστεί από την πυθαγόρεια παράδοση. Τέλος, το πρόβλημα της γνώσης, η διάκριση αίσθησης και νόησης, είναι θέματα ιδιαίτερα επίκαιρα μετά τον Ηράκλειτο και τον Παρμενίδη. Αν υπάρχει κάτι καινούργιο στους τελευταίους προσωκρατικούς φιλοσόφους είναι η κατάκτηση μιας κοινής φιλοσοφικής γλώσσας. Η διάδοση του γραπτού λόγου στον ελληνικό χώρο φαίνεται ότι συνετέλεσε και στη διάδοση κάθε είδους πληροφοριών και γνώσεων, ακόμη και των φιλοσοφικών πληροφοριών και γνώσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Σωκράτης στην Απολογία του αναφέρει ότι ο καθένας μπορούσε να προμηθευτεί στην αγορά της Αθήνας το βιβλίο του Αναξαγόρα (Πλάτων, Απολογία Σωκράτους 26d). Έτσι, αν και δεν υπάρχει άμεση επαφή ανάμεσα στους εκπροσώπους αυτής της γενιάς, τα προβλήματα που τους απασχολούν είναι κοινά και η γλώσσα που χρησιμοποιούν είναι ενιαία.

Σημείο εκκίνησης για τους τελευταίους Προσωκρατικούς είναι η πρόκληση του Παρμενίδη. Το δίλημμά τους θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εξής: πώς να διατηρήσει κανείς την παρμενίδεια θέση ότι αυτό που υπάρχει (το «ον») είναι αμετάβλητο, χωρίς να αρνηθεί την πανταχού παρούσα φυσική μεταβολή; Υπάρχει τρόπος να ακολουθήσουμε το μάθημα του Παρμενίδη ότι δεν υπάρχει γέννηση και θάνατος των όντων, και ταυτοχρόνως να συνεχίσουμε να μελετούμε και να εξηγούμε τις φυσικές μεταβολές;

Ο Εμπεδοκλής και ο Αναξαγόρας, οι πιο σημαντικοί φιλόσοφοι της περιόδου, θα απαντήσουν στον Παρμενίδη με πανομοιότυπο τρόπο. Οι δύο φιλόσοφοι ζουν την ίδια ακριβώς εποχή (περίπου από το 500 ως το 430 π.Χ.), αλλά είναι εντελώς διαφορετικές προσωπικότητες. Ο Εμπεδοκλής είναι επηρεασμένος από τον πυθαγόρειο μυστικισμό, ζει με τρόπο μυθιστορηματικό θεωρούμενος ως προφήτης από τους συμπατριώτες του, γράφει σε επικό και υποβλητικό ποιητικό λόγο δύο έργα, το Περί φύσεως και τους Καθαρμούς. Ο Αναξαγόρας από την άλλη μεριά είναι προάγγελος μιας νέας εποχής: συνδέεται με το δημοκρατικό κίνημα στην Αθήνα, διώκεται για τις διαφωτιστικές του απόψεις και εξορίζεται· κάποιοι τον ταυτίζουν με τους σοφιστές. Στο φιλοσοφικό ωστόσο επίπεδο υπάρχει μεταξύ τους συμφωνία.

Και οι δύο είναι πεπεισμένοι για το ότι δεν υπάρχει απόλυτη γέννηση και θάνατος. Τη θέση αυτή την εκφράζουν με απόλυτη βεβαιότητα, υιοθετώντας ακόμη και το λεξιλόγιο του Παρμενίδη:

Από όλα τα θνητά κανένα δεν γεννιέται ούτε χάνεται με τον επάρατο θάνατο. Υπάρχει μόνο ανάμειξη και ανταλλαγή των αναμεμειγμένων, και αυτό το ονομάζουν «γέννηση» οι άνθρωποι.

Εμπεδοκλής, απόσπ. 8

Γιατί είναι αδύνατο να γεννηθεί κάτι από αυτό που δεν υπάρχει καθόλου, και είναι ακατόρθωτο και ανήκουστο να αφανίζεται αυτό που υπάρχει.

Εμπεδοκλής, απόσπ. 12

Οι Έλληνες κάνουν λάθος για τη γέννηση και τη φθορά· γιατί κανένα πράγμα δεν γεννιέται ούτε χάνεται, αλλά συντίθεται από πράγματα που υπάρχουν, και μετά αποσυντίθεται. Συνεπώς, θα είχαν δίκιο αν αποκαλούσαν τη γέννηση μείξη και τη φθορά διαχωρισμό.

Αναξαγόρας, απόσπ.17

Η γέννηση και ο θάνατος εγκαταλείπονται, στη θέση τους όμως βλέπουμε να εμφανίζονται δύο καινούργιες φιλοσοφικές έννοιες: η ανάμειξη και ο διαχωρισμός. Τίποτε δεν μπορεί να γεννηθεί από κάτι που δεν υπάρχει (από το «μη ον» του Παρμενίδη) ούτε πάλι να αφανιστεί εντελώς. Γεννήσεις όμως και θανάτους βλέπουμε κάθε μέρα δίπλα μας. Τι συμβαίνει λοιπόν; Η απάντηση του Εμπεδοκλή και του Αναξαγόρα είναι ότι στην πραγματικότητα προϋπάρχει πάντοτε κάποιο υλικό, το οποίο ανασυντίθεται με τέτοιο τρόπο ώστε η ανασύνθεση να εμφανίζεται στους αδαείς ως γέννηση και θάνατος. Για να μπορεί ωστόσο αυτό το προϋπάρχον υλικό να ανασυντίθεται, να αναμειγνύεται και να διαχωρίζεται, σημαίνει ότι δεν είναι κάτι το ενιαίο και μοναδικό αλλά αποτελεί ήδη μια πολλαπλότητα. Στον «μονισμό» των πρώτων Προσωκρατικών, στην αντίληψή τους ότι υπάρχει μια μοναδική πρωταρχική και αμετάβλητη αρχή των πάντων (το νερό του Θαλή, το άπειρο του Αναξίμανδρου, ο αέρας του Αναξιμένη), ο Εμπεδοκλής και ο Αναξαγόρας αντιπαραθέτουν περισσότερες από μία αρχές.

Ο Εμπεδοκλής ισχυρίζεται ότι οι αρχές αυτές είναι τέσσερις: η γη, το νερό, ο αέρας και η φωτιά. Τις τέσσερις αυτές αρχές ο ίδιος τις ονόμασε «ριζώματα», αργότερα όμως καθιερώθηκαν με την ονομασία «τα τέσσερα στοιχεία» και αποτέλεσαν μία από τις πιο γόνιμες ιδέες στην ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας. «Στοιχείο» σημαίνει ελάχιστη μονάδα, κάτι που δεν αναλύεται περισσότερο, και τέτοια ακριβώς είναι τα τέσσερα στοιχεία του Εμπεδοκλή: υπήρχαν πάντοτε και θα υπάρχουν πάντοτε, έχουν τη δυνατότητα να αναμειγνύονται μεταξύ τους και να διαχωρίζονται προκαλώντας όλες τις μεταβολές που παρατηρούνται στη φύση, ακόμη και τις φαινομενικές γεννήσεις και τους θανάτους. Γέννηση ενός όντος είναι στην πραγματικότητα η ανάμειξη των τεσσάρων στοιχείων σε κάποια δεδομένη αναλογία και θάνατος είναι ο διαχωρισμός τους. Μοιάζουν με τα ελάχιστα βασικά χρώματα που χρησιμοποιεί ένας ζωγράφος, για να δημιουργήσει τις άπειρες αποχρώσεις και τις διαφορετικές μορφές ενός πίνακα (Εμπεδοκλής, απόσπ. 23).

Ο Αναξαγόρας από τη μεριά του μιλά και αυτός για πολλές αρχές, αλλά δεν τις προσδιορίζει αριθμητικά. Η θέση του είναι ότι όλα τα βασικά υλικά που παρατηρούμε στο περιβάλλον μας υπήρχαν και θα υπάρχουν πάντοτε. Τα πάντα δημιουργούνται από αναμείξεις παλαιότερων υλικών, μεταβάλλονται από ανασυνθέσεις αυτών των υλικών και διαλύονται από τον διαχωρισμό τους. Κάθε σώμα λοιπόν αποτελεί στην πραγματικότητα ένα μείγμα, που αποτελείται από πολλά μικροσκοπικά υλικά ποικίλης μορφής.

Όλα τα πράγματα ήταν μαζί, άπειρα και στο πλήθος και στο μικρό τους μέγεθος.

Αναξαγόρας, απόσπ.1

Στο κάθε πράγμα ενυπάρχει μέρος κάθε άλλου πράγματος.

Αναξαγόρας, απόσπ. 12

Η βασική λοιπόν ιδέα είναι κοινή στον Εμπεδοκλή και τον Αναξαγόρα. Η μεταβολή στη φύση υπάρχει, όπως υπάρχει και το αιώνιο και αμετάβλητο παρμενίδειο ον. Μόνο που αυτό το ον δεν είναι ένα αλλά περισσότερα, και η φυσική μεταβολή δεν είναι τίποτε άλλο από ανάμειξη και διαχωρισμός υλικών που προϋπάρχουν.