Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι

των Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

1.2. Η Ελλάδα και η Ανατολή

Δεν γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία γέννησης του Θαλή. Το όνομά του συνδέθηκε πάντως με την έκλειψη ηλίου του 585 π.Χ., την οποία λέγεται ότι προέβλεψε, άρα θα πρέπει να γεννήθηκε τα τελευταία χρόνια του 7ου αιώνα. Ο Ηρόδοτος (Ιστορίαι 1.170) ισχυρίζεται ότι η καταγωγή των γονιών του ήταν από τη Φοινίκη· άλλωστε και ο πατέρας του, ο Εξάμυος, έχει ξενικό όνομα. Αν και η γνώμη του Ηροδότου αμφισβητείται, το σίγουρο είναι ότι ο Θαλής είχε πολλές επαφές με τους γειτονικούς ανατολικούς λαούς. Συμβούλεψε τον Κροίσο πώς να περάσει τον στρατό του από έναν αδιάβατο ποταμό, μετέφερε αστρονομικές γνώσεις των Βαβυλωνίων στην Ελλάδα, έστρεψε την προσοχή των ναυτικών στον αστερισμό της Μικρής Άρκτου, που χρησιμοποιούσαν οι Φοίνικες για τον προσδιορισμό του βορρά, ενώ επισκέφθηκε πολλές φορές την Αίγυπτο. Από τους αιγύπτιους ιερείς λένε ότι διδάχθηκε τη γεωμετρία, ενώ διετύπωσε μια εξήγηση για τις πλημμύρες του Νείλου με βάση τους βόρειους ανέμους που πνέουν στις εκβολές του και κατάφερε να μετρήσει το ύψος των πυραμίδων από την ισομήκη σκιά τους.

Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν μεγάλη εκτίμηση για τη σοφία των ανατολικών λαών, και ιδίως των Αιγυπτίων. Στην Αίγυπτο τοποθετούσαν την ανακάλυψη της γραφής και της γεωμετρίας, στη Βαβυλωνία την ανακάλυψη της αστρονομίας. Έχοντας συνείδηση της αρχαιότητας των ανατολικών πολιτισμών, οι Έλληνες δεν δίσταζαν να αποδίδουν ακόμη και δικές τους θεωρίες στους Αιγυπτίους, θεωρώντας ότι έτσι οι γνώσεις αυτές αποκτούν κύρος. Ταξίδια λοιπόν στην Αίγυπτο, ταξίδια έρευνας και μαθητείας, υποτίθεται ότι έκανε κάθε έλληνας σοφός που έφερνε κάτι νέο: ο Σόλων, ο Θαλής, ο Πυθαγόρας, αργότερα ο Πλάτων και ο Εύδοξος. Τις πληροφορίες αυτές πρέπει γενικά να τις αντιμετωπίζουμε με επιφύλαξη. Δεν έχει τόση σημασία αν ένας έλληνας φιλόσοφος επισκέφθηκε κάποτε την Αίγυπτο, όσο το να εκτιμήσει κανείς τι θα μπορούσε να έχει διδαχτεί ο συγκεκριμένος άνθρωπος από τους Αιγυπτίους, με άλλα λόγια, αν οι θεωρίες του έχουν κοινότητα με ανατολικές δοξασίες, αν έχουν ενσωματώσει στοιχεία γνωστά από άλλους πολιτισμούς, αν μπορούμε να μιλήσουμε για ανατολική καταγωγή της σκέψης του.

Ειδικά για τον Θαλή, δεν έχουμε κανένα λόγο να αμφισβητήσουμε τα ταξίδια του στην Αίγυπτο· και γιατί οι σχετικές μαρτυρίες είναι πολλές και λεπτομερείς, και, κυρίως, γιατί οι σχέσεις της Μιλήτου με την Αίγυπτο είναι δεδομένες. Η Μίλητος μετρά ήδη πεντακόσια χρόνια ζωής την εποχή που ζει ο Θαλής, και θα πρέπει να είναι η πιο πλούσια, η πιο κοσμοπολίτικη και η πιο ενδιαφέρουσα ελληνική πόλη του 6ου αιώνα. Ιωνική αποικία, εξελίσσεται στο μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της αρχαϊκής Ελλάδας και δημιουργεί με τη σειρά της τις δικές της αποικίες στα παράλια της Μεσογείου, μία από τις οποίες είναι και η Ναύκρατις στο Δέλτα του Νείλου. Επομένως, οι εμπορικές σχέσεις της Μιλήτου με την Αίγυπτο ήταν ανεπτυγμένες, πράγμα που σημαίνει ότι ένας επιφανής Μιλήσιος, όπως ο Θαλής, θα είχε πολλές ευκαιρίες να επισκεφθεί την Αίγυπτο. Για τις επαφές ωστόσο του Θαλή στην Αίγυπτο και τη δραστηριότητά του εκεί μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε.

Η αλήθεια είναι ότι στις αρχές του 6ου αιώνα ένας Έλληνας είχε πολλά να διδαχτεί από τους γείτονές του. Η γραφή είχε ανακαλυφθεί από την 4η χιλιετία π.Χ. στα μεγάλα ανατολικά βασίλεια. Πάπυροι με ιατρικό περιεχόμενο χρονολογούνται από το 2300 π.Χ. στην Αίγυπτο. Η συστηματική παρατήρηση και καταγραφή των αστρονομικών φαινομένων αρχίζει στη Μεσοποταμία από το 1600 π.Χ., ενώ την ίδια εποχή καθιερώνονται τα πρώτα ακριβή ημερολόγια και επινοούνται πολύπλοκες λογιστικές μέθοδοι για τη φορολόγηση των πολιτών. Την εποχή που ο Θαλής επισκέπτεται την Αίγυπτο, η ιατρική, η αστρονομία και τα μαθηματικά έχουν ιστορία τουλάχιστον χίλιων χρόνων. Σε πρώτη ματιά η σύγκριση με τη νεανική αρχαϊκή Ελλάδα είναι συντριπτική και δικαιολογεί το δέος που αισθάνονται οι Έλληνες για την πανάρχαια Ανατολή. Αν οι πολιτισμοί αποτιμώνται με βάση το απόθεμα των εμπειρικών γνώσεων που έχουν ενσωματώσει, τότε οι αρχαίοι Έλληνες ήταν κυριολεκτικά στα σπάργανα σε σχέση με τους σύγχρονούς τους Αιγύπτιους και Βαβυλώνιους. Τα δικά τους συγκριτικά πλεονεκτήματα εντοπίζονται αλλού. Οι Έλληνες διέθεταν ήδη τη νέα τους αλφαβητική γραφή, μια γραφή ορθολογική και εύκολη στην εκμάθηση, που μπορούσε να γίνει κτήμα όλου του κόσμου. Και είχαν οργανώσει τις κοινότητές τους με βάση την πόλη-κράτος, μια πολιτική δομή ασταθή και ευάλωτη σε σχέση με τις ανατολικές αυτοκρατορίες, η οποία όμως από τη φύση της οδηγούσε όλο και περισσότερους ανθρώπους στη συμμετοχή στα κοινά. Το πόσο σημαντικοί και γόνιμοι ήταν αυτοί οι παράγοντες για όλες τις πλευρές της πνευματικής και της κοινωνικής ζωής της αρχαίας Ελλάδας έμελλε να αποκαλυφθεί κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. Τότε θα διαμορφωνόταν βαθμιαία και η αίσθηση της υπεροχής των Ελλήνων σε σχέση με τους άλλους λαούς, που αποτυπώνεται στον χαρακτηρισμό του ξένου ως «βαρβάρου». Στην εποχή ωστόσο του Θαλή βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή αυτής της πορείας. Είχε βέβαια προηγηθεί η εντυπωσιακή εμπορική και αποικιακή ανάπτυξη των ελληνικών πόλεων και είχε διαμορφωθεί η κοινή ελληνική συνείδηση μέσα από τα ομηρικά και ησιόδεια έπη, τα στοιχεία όμως αυτά δεν μπορούσαν να συγκριθούν με την αρχαιότητα, τη συνέχεια και τη συσσώρευση γνώσεων των ανατολικών πολιτισμών. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν γιατί τα ταξίδια και η γνωριμία με ξένους τόπους και ανθρώπους ήταν απαραίτητο γνώρισμα της δραστηριότητας ενός έλληνα «σοφού».

Ο Θαλής θα πρέπει να ταξίδεψε αρκετά ακολουθώντας την τάση της εποχής του και σίγουρα θα κέρδισε πολλές εμπειρίες και γνώσεις από τα ταξίδια του. Η προσοχή του λογικά στράφηκε στη γεωμετρία και την αστρονομία, στους τομείς δηλαδή εκείνους όπου οι συμπατριώτες του ήταν ακόμη πολύ πίσω. Ο θαυμασμός προς το πρόσωπό του οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ικανότητά του να εφαρμόζει τις μαθηματικές του γνώσεις στην επίλυση πρακτικών προβλημάτων - αυτό δείχνει και η παροιμιακή έκφραση «σωστός Θαλής» που οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν για να περιγράψουν έναν εφευρετικό άνθρωπο (Αριστοφάνης, Όρνιθες 1009). Η μέτρηση του ύψους των πυραμίδων, ο υπολογισμός της ενδιάμεσης απόστασης των πλοίων στη θάλασσα, η παρατήρηση των αστερισμών και ο ακριβής προσδιορισμός του βορρά για τη ναυσιπλοΐα, ο υπολογισμός των εποχών με βάση την πορεία του Ήλιου, είναι μερικές από τις διαπιστωμένες δραστηριότητες του Θαλή. Το γεγονός ωστόσο που φαίνεται να εντυπωσίασε περισσότερο τους συγχρόνους του ήταν η πρόβλεψη της ηλιακής έκλειψης του 585 π.Χ. Σύμφωνα με τη διήγηση του Ηροδότου, στη διάρκεια μιας μάχης Λυδών και Περσών η μέρα έγινε ξαφνικά νύχτα. Το φαινόμενο αυτό το είχε προβλέψει ο Θαλής· για την ακρίβεια είχε προσδιορίσει με χρονική ακρίβεια ενός έτους την αναμενόμενη έκλειψη (Ηρόδοτος, Ιστορίαι1.74).

Οι ηλιακές εκλείψεις αποτελούν ένα από τα πιο σπάνια και θαυμαστά φυσικά φαινόμενα, ιδίως όταν είναι ολικές, όπως φαίνεται να ήταν η έκλειψη του 585 π.Χ. για τους κατοίκους της Ιωνίας. Η αναπάντεχη μετατροπή της μέρας σε νύχτα προκαλεί δέος στους ανθρώπους και είναι φυσικό να ερμηνεύεται ως θεϊκό σημάδι, και μάλιστα δυσοίωνο. Το πρώτο στοιχείο που μας εντυπωσιάζει στην πρόβλεψη του Θαλή είναι ότι κατάφερε να αποδεσμεύσει το αξιοπερίεργο φυσικό φαινόμενο από τη δικαιοδοσία της θεϊκής βούλησης. Και μόνο αυτό το γεγονός φανερώνει την πρόοδο προς την ορθολογική σκέψη που είχε συντελεστεί από ανθρώπους σαν τον Θαλή. Ακόμη πιο αξιοσημείωτη βεβαίως είναι η ίδια η δυνατότητα της πρόβλεψης των εκλείψεων. Στο σημείο αυτό τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά. Σήμερα θα λέγαμε ότι για να προβλέψει κάποιος μια έκλειψη ηλίου θα πρέπει να γνωρίζει την εξήγηση του φαινομένου - με δυο λόγια, ότι η έκλειψη συμβαίνει όταν η Σελήνη παρεμβάλλεται ανάμεσα στον Ήλιο και στη Γη, οπότε η σκιά της Σελήνης πέφτει σε μια περιοχή της σφαιρικής επιφάνειας της Γης. Η εξήγηση ωστόσο των εκλείψεων ήταν άγνωστη την εποχή του Θαλή, και μόνο εκατόν πενήντα χρόνια αργότερα, με τον Αναξαγόρα, έχουμε κάποιες ενδείξεις ότι το φαινόμενο έχει στοιχειωδώς κατανοηθεί. Για την πρόβλεψη ωστόσο των εκλείψεων υπάρχει και ένας άλλος δρόμος. Μπορεί κανείς να προβλέψει ένα φυσικό φαινόμενο, όταν αυτό ακολουθεί κάποια περιοδικότητα, ακόμη κι αν δεν μπορεί ακριβώς να το εξηγήσει. Μπορεί δηλαδή κανείς να στηριχτεί σε προσεκτικές παρατηρήσεις και να βγάλει το συμπέρασμα ότι οι εκλείψεις ακολουθούν μια πολύπλοκη αλλά σταθερή χρονική ακολουθία. Αυτός φαίνεται να ήταν ο δρόμος των Βαβυλωνίων, οι οποίοι, ακριβώς επειδή η θρησκεία τους ήταν αστρική, κατέγραφαν συστηματικά τα ουράνια φαινόμενα από πολύ παλιά και είχαν καταφέρει να προσδιορίσουν μια χρονική ακολουθία εμφάνισης των εκλείψεων. Ίσως λοιπόν και ο Θαλής να έκανε το ίδιο. Μια πρόβλεψη όμως ηλιακής έκλειψης, ορατής σε μια συγκεκριμένη περιοχή της Γης, προϋποθέτει, ακριβή γνώση της κίνησης των ουρανίων σωμάτων μετά από εμπειρικές παρατηρήσεις αιώνων, μια συστηματική εργασία που κανείς ποτέ δεν έκανε στην αρχαία Ελλάδα, όχι μόνο κατά την εποχή του Θαλή αλλά και πολύ αργότερα. Επομένως, η μόνη μας λύση, αν δεν θεωρήσουμε την όλη ιστορία της πρόβλεψης απλό παραμύθι, είναι να υποθέσουμε ότι ο Θαλής, αξιοποιώντας τις επαφές του με τους ανατολικούς λαούς, μετέφερε στους συμπατριώτες του την πρόβλεψη των βαβυλώνιων ιερέων για μια επικείμενη έκλειψη ηλίου. Με λίγη τύχη, η έκλειψη έγινε ορατή και στην περιοχή της Ιωνίας και, καθώς συνέπεσε με τη μάχη που περιγράφει ο Ηρόδοτος, συνετέλεσε στην εμπέδωση της φήμης του Θαλή.

Μπορούμε τώρα να αντιληφθούμε γιατί οι Έλληνες κατέτασσαν τον Θαλή στους Επτά Σοφούς. Ήταν πολυταξιδεμένος, πολυμαθής και πολυπράγμων. Ήταν πολύ μπροστά από την εποχή του σε μαθηματικές και αστρονομικές γνώσεις. Ασχολήθηκε με αξιοπερίεργα φυσικά φαινόμενα, όπως οι πλημμύρες του Νείλου, οι εκλείψεις, ο μαγνητισμός (Αριστοτέλης, Περί ψυχής 405a19), και δοκίμασε την ικανότητά του στην επίλυση πρακτικών προβλημάτων. Ακόμη και τα πολιτικά ζητήματα δεν τον άφηναν αδιάφορο, αφού είχε την προνοητικότητα να συμβουλεύσει τις ιωνικές πόλεις να ενωθούν σε μία πολιτική κοινότητα για να ισχυροποιηθούν απέναντι στον μόνιμο κίνδυνο εξ ανατολών (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 1.170).

Όλα αυτά δείχνουν έναν άνθρωπο που έχει ξεφύγει από τον κλειστό κόσμο της αρχαϊκής ελληνικής σκέψης, που έχει αντιληφθεί το τι έχουν να κερδίσουν οι Έλληνες από τις επιτεύξεις των άλλων πολιτισμών και που αναζητά ορθολογικές λύσεις σε όλα τα προβλήματα. Φθάνουν όμως αυτά για να χαρακτηρίσουμε τον Θαλή φιλόσοφο;