Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές
Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Ο Δήμος και το καριοφίλι του
|
Πολλάκις συμπτώσεις απλούσταται αποδίδονται παρά του λαού εις υπερφυσικάς αιτίας. Ο θάνατος μάλιστα των εξόχων πολεμιστών συνοδεύεται σχεδόν πάντοτε υπό παραδόξου τινός των συμβάντος. Τα υπηρετούντα αυτούς κτήνη ως επί το πολύ θνήσκουσιν ολίγον μετ’ αυτούς, αποποιούμενα την τροφήν και ποθούντα τον κύριόν των. Ο ίππος του Καστριώτου δεν ηθέλησε να δεχθή ουδένα ποτέ άλλον επί των νώτων του, μέχρις ού ετελεύτησε.
Οι κλέφται, εζωσμένοι τα όπλα ημέραν και νύκτα και ουδέποτε παραιτούντες αυτά, φυσικόν ήτο ν’ αγαπώσι ταύτα μέχρι λατρείας. Δεν είναι σπάνιον ν’ απαντήση τις εις την δημοτικήν αυτών ιστορίαν ανήκουστα κατορθώματα, ενίοτε δε και τρομερά κακουργήματα προς κατάκτησιν ή ανάκτησιν όπλου γνωστού και περιφήμου τινός. Ο έρως αυτών εμεγαλύνετο τόσον, ώστε εβάπτιζον αυτά ως ίδια των τέκνα. Εφήρμοζον δ’ επ’ αυτών η εφεύρισκον ονόματα πάντη περίεργα. «Έχω εις χείρας μου γιαταγάνιον, επονομαζόμενον Βρικόλακα», «Γνωρίζω σπάθην, καλουμένη Μαυρούχον». Ο δε περίφημος Χρήστος Μιλλιόνης έδωκε τ’ όνομά του εις το τρομερόν του όπλον, όθεν και μιλλιόνια είδος πυροβόλων, εχόντων την μορφήν και την αξίαν εκείνου. Τίς δεν εγνώριζε το όπλον του Παλαιοπούλου επί Αλή Πασά, αλάνθαστον βροντοφώνον; Ενόμιζον αυτά τα έμψυχα και συνδιαλέγοντα προς εκείνα. Τα εκόσμουν ως ερωμένας των και θνήσκοντες ήθελον αυτά πλησίον εντός του τάφου. Είναι ωραία η λατρεία αύτη ενός πολεμιστού! |


