Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι

των Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

15.13. Πλωτίνος και Ωριγένης: βίοι παράλληλοι και φιλόσοφοι;

Ο Πορφύριος, όπως είδαμε, ήταν ο πρώτος που συνέδεσε τον Ωριγένη με τον Πλωτίνο. Είναι τόσο ενδιαφέροντα τα παράλληλα της ζωής και του έργου τους, που το λιγότερο που θα μας ξάφνιαζε θα ήταν αν βεβαιωνόμασταν ότι πράγματι κάθισαν κοντά στον ίδιο δάσκαλο, όπως θέλει η αρχαία παράδοση. Αλλά και να μην ισχύει αυτό, δεν αλλάζει κάτι στη γενική εικόνα μας.

Οι δυο τους είναι ό,τι καλύτερο είχαν να επιδείξουν στον χώρο της φιλοσοφίας οι εθνικοί και οι χριστιανοί του 3ου αιώνα. Ανανέωσαν τον φιλοσοφικό λόγο και πρωτοτύπησαν. Οι ίδιοι, βέβαια, δεν διεκδίκησαν καμία πρωτοτυπία - η επίκληση της καινοτομίας τότε ήταν ο ασφαλής τρόπος για να σε κατηγορήσουν όλοι. Το αντίθετο: επέμεναν (και πίστευαν) ότι ακολουθούν την «παλαιά παράδοση» και ότι απλώς ερμηνεύουν τη σκέψη και το βαθύτερο μήνυμα του ιδρυτή της «σχολής», του Πλάτωνα ή του Ιησού.

Οι δυο τους είχαν τον «επίσημο» βιογράφο τους. Ο Βίος του Πλωτίνου έχει γραφεί από έναν ικανό μαθητή του, τον Πορφύριο, που δεν γνώρισε μόνο τα της ζωής του αλλά θέλησε να δώσει και μια εισαγωγή στη φιλοσοφία του. Και για τον Ωριγένη διαθέτουμε βιογραφικά στοιχεία, χάρη στον μαθητή του Γρηγόριο και τον ιστορικό Ευσέβιο, που γεννήθηκε μετά τον θάνατό του, αλλά έζησε την ατμόσφαιρα της σχολής του Ωριγένη.

Από την Αίγυπτο και οι δύο και από εύπορες οικογένειες, έζησαν λίγο ή πολύ στην Αλεξάνδρεια. Η τύχη του Ωριγένη άλλαξε: έχασε πατέρα και περιουσία, και από μικρός εργάστηκε με τον τρόπο που ήξερε καλύτερα - διδάσκοντας δεκάδες μαθητές και γράφοντας ακατάπαυστα χιλιάδες σελίδες, ή μάλλον υπαγορεύοντάς τες σε ταχογράφους. Δεν προλάβαινε σχεδόν να ξαναδιαβάσει τα βιβλία του, για να τα ελέγξει και να βελτιώσει τουλάχιστον το ατημέλητο ύφος τους. Όχι επειδή βιαζόταν να τα υποβάλει προς κρίση σε κάποια πανεπιστημιακή θέση. Αλλά επειδή σαν να βιαζόταν (ἐξαγοραζόμενος τὸν καιρόν) να καλύψει τα πάντα, να εξηγήσει ολόκληρη την Αγία Γραφή και να συγκροτήσει μια αυτόνομη χριστιανική σκέψη.

Αντίθετα, ο Πλωτίνος, άνετος οικονομικά, άρχισε να σπουδάζει αργά και για μεγάλο διάστημα. Απόλαυσε τη σχόλη του, κάποια στιγμή ίδρυσε τη σχολή του - δεν ένιωσε την ανάγκη να γράψει, παρά στα πενήντα, κι αυτό μετά από πίεση. Έκανε λάθη στον λόγο του, το αιγυπτιακό του αίσθημα δεν χυνόταν πάντα σωστά στην ξένη (;) γλώσσα. Είχε όμως την τύχη το έργο του να εκδοθεί επιμελημένα από τον Πορφύριο.

Ταξίδεψαν και οι δύο, πιο πολύ προς τα δυτικά ο Πλωτίνος, πιο πολύ στα ανατολικά ο Ωριγένης. Ο Ωριγένης πέρασε νεαρός από τη Ρώμη, αλλά έμεινε πιστός στην Ανατολή και στην πόλη του. Ξέφυγε από διωγμούς, έφυγε σε πολλές αποστολές για να διδάξει (τη μητέρα του αυτοκράτορα, έναν ηγεμόνα της Αραβίας, χριστιανικές κοινότητες) - αλλά κάθε φορά επέστρεφε εις τας συνήθεις ασχολίας του. Εγκατέλειψε την Αλεξάνδρεια μόνο όταν τον έδιωξε ο ηγέτης της τοπικής εκκλησίας, για να κάνει δεύτερη πατρίδα του την Παλαιστίνη.

Ο Πλωτίνος άφησε την Ανατολή στα σαράντα, λίγο μετά το τέλος των σπουδών του, για να εγκατασταθεί στην πρωτεύουσα της Δύσης (και της τότε οικουμένης), τη Ρώμη. Πήρε ό,τι πήρε από την Αλεξάνδρεια, αλλά θέλησε να μείνει στο κέντρο των εξελίξεων. Εκεί δημιούργησε τον δικό του κύκλο και επηρέασε φιλοσόφους και σημαντικά δημόσια πρόσωπα.

Ο χριστιανός μεγάλωσε φιλοσοφικά στο περιβάλλον του στωικισμού και του μέσου πλατωνισμού· σύντομα κατηγορήθηκε (και ακόμη κατηγορείται) ότι έφερε μόνιμα και διαβρωτικά τον πλατωνισμό μέσα στον χριστιανισμό. Ο εθνικός αναζωογόνησε τον πλατωνισμό· ο νεοπλατωνισμός, η δική του (και των επιγόνων του) ερμηνεία του Πλάτωνα κληροδοτήθηκε στον χριστιανικό Μεσαίωνα, ανατολικό και δυτικό.

Ο φυσικός δάσκαλος του Πλωτίνου, ο Αμμώνιος, δεν έγραψε τίποτε· το ίδιο και ο πνευματικός δάσκαλος του Ωριγένη, ο Ιησούς. Οι Αλεξανδρινοί, εθνικοί και χριστιανοί, είχαν την τάση να μιλούν για απόκρυφα δόγματα, ότι «δεν είναι όλα γραμμένα» και φανερά σε όλους. Συνέπεια μιας τέτοιας αντίληψης ήταν η αριστοκρατική ιδέα ότι η αληθινή σοφία και η αληθινή ζωή είναι προσιτές μόνο στους λίγους και εκλεκτούς, τους μυημένους. Αντίθετα από ό,τι θα περιμέναμε από κάποιον που χαρακτηρίστηκε (μάλλον όχι εύστοχα) «πλατωνικός», ο Ωριγένης απέρριπτε αυτή την ιδέα. Στο κάτω κάτω, αν οι τρεις μαθητές του Πλωτίνου συμφώνησαν να μην αποκαλύψουν τα δόγματα του δασκάλου τους, οι δώδεκα μαθητές του Ιησού πήραν εντολή να διαδώσουν το μήνυμα του δικού τους δασκάλου σε όλο τον κόσμο. Ταυτόχρονα απέρριπτε ο Ωριγένης και τις κατηγορίες των εθνικών ότι ο χριστιανισμός είναι για τους απαίδευτους και τους πολλούς.

Ωριγένης και Πλωτίνος μοιάζουν σε μικρές λεπτομέρειες, όπως στην κοινή τους αντίθεση στον εορτασμό των γενεθλίων - των δικών του ο Πλωτίνος, όλων των χριστιανών ο Ωριγένης. Δεν λείπουν από το έργο τους τα κοινά θέματα: το πρόβλημα του κακού, η ηθική κάθαρση, η αθανασία, η αποστροφή προς τον υλικό κόσμο (αλλά και η επίθεσή τους εναντίον των ακραίων Γνωστικών)· το ξεπέρασμα της φθοράς και η επιστροφή του κόσμου (και του ανθρώπου) στην αρχική πηγή και αιτία του, τον Θεό. Ανεξάρτητα από τις διαφορετικές απαντήσεις που έδωσαν, και οι δύο με την ασκητική ζωή τους αποτέλεσαν πρότυπο φιλοσόφου βίου - ο καθένας στον δικό του κόσμο.