Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

των Μανόλη Βουτυρά & Αλεξάνδρας Γουλάκη-Βουτυρά
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

3.1. Η επικράτηση του μελανόμορφου ρυθμού και η πρώτη μεγάλη ακμή της αττικής κεραμικής

3.1.1. Η αρχή του μελανόμορφου ρυθμού στην Αττική

Σε αντίθεση με τους Κορινθίους κεραμείς, που από το τέλος του 8ου αιώνα π.Χ. είχαν ειδικευθεί στην παραγωγή μικρών (συχνά μάλιστα μικροσκοπικών) αγγείων, διακοσμημένων δεξιοτεχνικά με ζωφόρους από ζώα, φυτικά κοσμήματα και σπανιότερα με ανθρώπινες μορφές, οι Αθηναίοι εξακολούθησαν να παράγουν μεγάλα αγγεία με αφηγηματικές παραστάσεις, συχνά εμπνευσμένες από μύθους. Η διαφορά αυτή οφείλεται στο ότι τα δύο εργαστήρια απευθύνονταν σε διαφορετικές αγορές. Τα καλύτερα κορινθιακά αγγεία εξάγονταν, ιδιαίτερα στην Ιταλία· πολλά από αυτά (που στη γλώσσα των αρχαιολόγων ονομάζονται αρύβαλλοι) περιείχαν αρωματισμένα έλαια, όπως φανερώνει το μικρό τους μέγεθος και το σχήμα τους, με τη φουσκωτή κοιλιά και το στενό στόμιο. Αντίθετα, τα αθηναϊκά αγγεία με ζωγραφικές παραστάσεις απευθύνονταν κυρίως στην τοπική αγορά της Αττικής ή πωλούνταν σε κοντινές περιοχές (ένα σημαντικό σύνολο βρέθηκε στην Αίγινα) και τα περισσότερα βρέθηκαν σε τάφους, όπου χρησίμευαν ως τεφροδόχοι. Τα αγγεία αυτά ήταν σχετικά μεγάλα και τα σχήματά τους σχετίζονται κυρίως με τη μεταφορά και την κατανάλωση κρασιού (αμφορείς, κρατήρες, οινοχόες) και νερού (υδρίες, λεκάνες). Τα διακοσμημένα αγγεία δεν προορίζονταν για καθημερινή χρήση, αλλά χρησιμοποιούνταν σε τελετές (όπως οι γάμοι και οι κηδείες) και σε συμπόσια· η χρήση των διακοσμημένων αγγείων στους τάφους είχε συμβολική σημασία.

Στο τελευταίο τέταρτο του 7ου αιώνα (625-600 π.Χ.) η διακόσμηση των αττικών αγγείων μεταμορφώνεται με την υιοθέτηση μιας τεχνικής που είχαν ανακαλύψει οι Κορίνθιοι αγγειογράφοι στις αρχές του 7ου αιώνα και την ονομάζουμε μελανόμορφο ρυθμό. Η ονομασία είναι συμβατική και έχει ανάγκη από επεξήγηση, αφού δηλώνει απλώς ότι οι μορφές, ιδιαίτερα οι ανθρώπινες, αποδίδονται με μελανό χρώμα επάνω σε ανοιχτόχρωμο βάθος, κάτι που το παρατηρούμε ήδη στα γεωμετρικά αγγεία. Στην πραγματικότητα το μελανό χρώμα είναι ένα βερνίκι που αλείφεται στην επιφάνεια του άψητου ακόμη αγγείου και μαυρίζει κατά τη διάρκεια του ψησίματος. Με τον τρόπο αυτό ο αγγειογράφος μπορεί να δημιουργήσει απλές σιλουέτες με στοιχειώδη μόνο δήλωση της εσωτερικής τους διαμόρφωσης, περίπου σαν τις μορφές του θεάτρου σκιών. Η σπουδαιότερη καινοτομία που έφερε ο μελανόμορφος ρυθμός στην απεικόνιση των μορφών είναι η δήλωση των περιγραμμάτων με εγχάρακτες γραμμές. Η τεχνική της χάραξης έδωσε επιπλέον τη δυνατότητα στους αγγειογράφους να προσθέσουν πολλές λεπτομέρειες και να ζωντανέψουν έτσι τις εικονιζόμενες μορφές. Ένα ακόμη νέο στοιχείο είναι ότι άρχισαν να χρησιμοποιούνται και άλλα χρώματα, ιδιαίτερα το λευκό και το ιώδες, που προστίθενται μετά το ψήσιμο του αγγείου. Το λευκό χρησιμοποιείται κυρίως στα γυμνά τμήματα των γυναικείων μορφών, που με αυτό τον τρόπο αναγνωρίζονται ευκολότερα. Αυτή είναι μια ευρύτατα διαδεδομένη σύμβαση, που τη συναντούμε από πολύ παλιά στην αιγυπτιακή τέχνη, αλλά και στην τέχνη της μινωικής Κρήτης και της μυκηναϊκής Ελλάδας. Ένα άλλο στοιχείο που χαρακτηρίζει τις γυναικείες μορφές στις μελανόμορφες αγγειογραφίες είναι τα μακρόστενα αμυγδαλωτά μάτια τους, που διαφέρουν από τα στρογγυλά μάτια των ανδρικών μορφών. Το ιώδες χρώμα το συναντούμε κυρίως στα ενδύματα, και στα φυτικά και άλλα κοσμήματα.