Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

  Γενικός συμφραστικός πίνακας

Λημματικός τύπος: "όντας"

Βρέθηκαν 65 εμφανίσεις [1 - 50]
ΒΡΝ ΚΡΘ00 02 0007 005νεκρός της σάρκας μου ο βυθός | κι όντας για με συ αιώνιος γρίφος, | σαν σβήνει ο
ΒΡΝ ΦΠΚ00 00 0001 005Να ’ναι χινοπωριάτικον απομεσήμερ’, όντας | μετ’ άξαφνη νεροποντή
ΒΡΝ ΦΠΚ00 01 0001 Με τον καιρό γενήκαμε φίλοι. Κι όντας αργεί να μου έρθει, στενοχωριέμαι. | Μου
ΒΡΝ ΦΠΚ00 01 0001 Όντας ήμουνα λεύτερος και νιος —και δε με χωρούσε ο τόπος— ξέπεσα κάποτε στη
ΒΡΝ ΦΠΚ00 01 0001 πιάσουνε και να μ’ αλυσοδέσουν. Κι όντας ετούτ’ οι ανελέητοι μπράβοι του Δία με
ΒΡΝ ΦΠΚ00 01 0001 Κι όντας με καρφώναν εδώ, ξεφωνούσα, τιναζόμουνα, δάγκωνα. Ήξερα τί αξίζουν η
ΒΡΝ ΦΠΚ00 01 0001 τη γης… | Εσύ δε θα ’βγαλες τσιμουδιά, όντας σε σταυρώνανε. | Έτσι δεν καρφώσαν ένα
ΒΡΝ ΦΠΚ00 03 0001 012μα τραγουδάνε τα πουλιά, | όντας τα δείχνω και τα δίνω. | Τ’ αφάλι ετούτο σε κοιλιά
ΒΡΝ ΦΠΚ00 03 0001 121τρέχω στη μάχη να σφαγώ… | Μα όντας το κάλλιο σου παιδί | σε γνώση, πονηριά κι ειδή
ΒΡΝ ΦΠΚ00 03 0003 013όπως έζησες, γαμπρός! | Θυμάσαι, όντας αράδιαζες μιλιούνια των αρμάτων | για σε να
ΒΡΝ ΠΟΙ00 00 0023 061φωτιά τής έβανα στο σπίτι. | Όντας με πήρανε στρατιώτη | στον πόλεμο τον τελευταίο
ΒΡΝ ΜΤΦ00 00 0005 023Τέταρτη | Όντας βγαίνει, το φακιόλι | χαμηλά να το τραβά,
ΒΡΝ ΕΛΚ00 02 0006 015Καπετάνιο σου κι άξιο μπροστάρη, | που όντας επέσαν όλοι, υψώθη σπάθα πρώτη
ΒΡΝ ΕΛΚ00 03 0008 013ατιμία, τόσο και θα τιμιέσαι. | Κι όντας ο ξένος χάροντας κι ο ντόπιος σταυραδέρφια,
ΒΡΝ ΕΛΚ00 03 0011 029τους βαράνε περσότερο και χαχανίζουν. | Όντας ανάσκελα η ξανθή χαρά του Γκαίτε, | η
ΒΡΝ ΟΡΛ00 01 0010 025κι αφορεσμένος κι άταφος εγώ. | Αλλ’ όντας σκούζουν, νύχτα, οι χειμωνιάτες | ανέμοι
ΚΒΦ ΚΡΜ00 01 0071 012ελάτρευαν, | και προσκυνούσαν· πλην μη όντας Χριστιανός | την ψυχική γαλήνη των δεν
ΚΑΡ ΝΗΠ01 02 0003 015το ποτήρι. | Κλότσα τις μέρες σου όντας | θα σου ’ναι πανηγύρι.
ΚΑΡ ΝΗΠ01 03 0007 012Ώρα γλυκιά χαράς και αγάπης, όντας | πουλάκια το ένα τ’ άλλο κυνηγούνε
ΚΑΡ ΕΦΜ02 00 0004 009Θυμήσου με, ομορφούλα μου, κι όντας κακά δαιμόνια | εκεί μακριά στην ξενιτιά θα
ΚΑΡ ΕΦΜ02 00 0004 011ξενιτιά θα ’ρθούν να με πεθάνουν, | όντας οι λύπες οι άπαυτες, οι στέρησες, τα χρόνια,
ΚΑΡ ΕΦΜ02 00 0004 020μικρούλα μου, και θρήνησέ με ακόμα | όντας στον τόπο που θα μπουν τα δόλια κόκαλά μου
ΚΑΡ ΕΦΜ02 00 0005 003πιο μπροστά γεννήθηκε από μένα. | Κι όντας οι όμορφοι βοσκοί ένα άνθος μού χαρίζουν
ΚΑΡ ΕΦΜ02 00 0005 005μου το, αυτήνε ν’ αντικρίζουν· | κι όντας παινούν τις χάρες μου, τα τόσα μου στολίδια,
ΠΑΛ ΔΩΔ00 00 0003 137γλώσσα προσταγής. | Κι όντας μες στην αγκαλιά σου | σφιχτοκλείς με ερωτική,
ΠΑΛ ΔΩΔ00 00 0013 091αλήθεια, προς την ωραία ζωή, | κι όντας μου λείψει η θεία του τραγουδιού πνοή,
ΠΑΛ ΔΩΔ00 00 0013 093σιωπής η κρύα ταφόπετρα με κλει. | Κι όντας δειλά στον κόσμο κι ανήμπορος βρεθώ
ΠΑΛ ΦΛΟ00 01 0002 211η βέργα σου για τα δικά μου χέρια | κι όντας μού τύχει αρματωσιά, τη ζώνω του κορμιού μου.
ΠΑΛ ΠΡΚ00 02 0006 029και χωρίς φυλλωσιές | στην κορφή σου όντας φτάνει | του Κυρ Ήλιου η ματιά,
ΣΛΜ ΜΠΑ01 00 0001 023αρμάτων την κλαγγή· | τούτον έμπνευσε, όντας νέος, | μία θεά μελωδική.
ΣΛΜ ΜΠΑ01 00 0001 14537. | και όντας άφαντη στους άλλους, | του Αλκαίου η σκιά,
ΣΛΜ ΜΠΑ01 00 0001 638για ν’ αρχίσουν τη χαρά τους, | όντας φάσματα ελαφρά, | εμπροστά στο βασιλιά τους
ΣΛΜ ΜΠΑ01 00 0001 Τέτοιο το ’χε ο Μπάιρον, και όντας νέος, τον κόσμον βιαστικά επερπάτειε
ΣΛΜ ΛΑΜ01 01 0012 03(32.)που στα βάθη τους μέσα ολόστρωτα όντας | δεν έδειχναν το θείον ανάστημά της.
ΣΛΜ ΕΛΠ01 01 0004 001[4] | Αμέριμνον όντας | τ’ Αράπη το στόμα
ΕΛΥ ΜΙΝ00 12 0021 014Αύγουστο | Ξέροντας εσύ πότε χαμένος όντας | Οδοιπόρος εγώ θα με φιλοξενήσεις
ΕΛΥ ΜΙΝ00 15 0023 ύστατα συστατικά σου —δρόσος, φωτιά— όντας ορατά για όλους, έτσι κι αλλιώς, θα
ΕΛΥ ΟΞΩ00 00 0013 015κλειδωμένη | Έτσι κι εγώ, μαθημένος όντας να σμικρύνω τα ιώτα και να μεγεθύνω τα όμικρον
ΡΙΤ ΑΓΡ02 03 0001 123να ’χουμε ψωμί — κι όντας χτυπάει το μεσονύχτι η πόρτα να μην τρέμει το
ΡΙΤ ΑΓΡ02 03 0001 124όντας χτυπάει η πόρτα να ’ναι τ’ άσπρο χεράκι της γαλήνης γιά τ’ ασημένιο του
ΡΙΤ ΧΣΦ03 00 0001 052που να μην άκουγα. Ντροπής ν’ ακούω | όντας τ’ αφτιά Του μαύρο χώμα τα ’χει φράξει.
ΡΙΤ ΧΣΦ03 00 0001 215πικρολούλουδα, καθώς η μέλισσα, | τι όντας αφήσει το κεντρί της κι ο άλλος θα πονέσει κι αυτή θα ποθάνει·
ΡΙΤ ΧΣΦ03 00 0001 255τον ίσκιο του; Τον ίδιο θέλω. | Όντας γελούσε, τριάντα περιστέρια λούζονταν σε λαζουρένια κρήνη.
ΡΙΤ ΧΣΦ03 00 0001 256λούζονταν σε λαζουρένια κρήνη. | Όντας την πουκαμίσα του έβγαζεν, ανθίζαν χίλια περιβόλια.
ΡΙΤ ΧΣΦ03 00 0001 268Β΄ Γέρος: | όντας περνάει μ’ εννιά μιλιούνια φλάμπουρα | μ’ εννιακόσια μιλιούνια
ΡΙΤ ΧΣΦ03 00 0001 286που ξαφνιάζουνται το μεσονύχτι | όντας ανοίγει η θάλασσα διάπλατα το παράθυρο | και
ΡΙΤ ΧΣΦ03 00 0001 387Α΄ Γέρος: | Όντας γρικάς τη νύχτα τ’ άστρα χαμηλά να κουδουνίζουνε στη στέγη | Β΄
ΡΙΤ ΧΣΦ03 00 0001 410Άι, η θάλασσα που όντας ζυγώνει το καλοκαιράκι σουλατσέρνει μόνη της μέσα στο
ΡΙΤ ΧΣΦ03 00 0001 444όντας εσύ στη βάρκα ορτός κρατάς την πετονιά, με τη ράχη σου στη στεριά
ΡΙΤ ΧΣΦ03 00 0001 490Κι είναι καλό το σπίτι τότε, όντας σηκώνουν τα σκουτέλια του δείπνου, σαν