Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές
Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Γενικός συμφραστικός πίνακας
Λημματικός τύπος: "γυμνές"
- ΒΡΝ ΣΚΠ00 03 0001 041της κλεψιάς μαθημένοι. | Κι αδερφούλες γυμνές, της ντροπής αδερφούλες | τ’ αποκοίλι
- ΠΑΛ ΔΩΔ00 00 0002 281και ακόμα | σας ξανοίγω, απόκοτες, γυμνές, | να κολάζετε, ω λαγόνες,
- ΠΑΛ ΒΩΜ00 05 0001 034χριστιανή η καμπάνα. | Άγιοι σεμνοί, γυμνές ξωθιές, κονίσματα και σκιάχτρα | σαν
- ΠΑΛ ΠΕΡ00 03 0011 009σα να τ’ ανάτρεφε η φωτιά. | Ήτανε σα γυμνές βακχίδες | και σαν ξεσκέπαστες καρδιές,
- ΣΕΦ ΤΓΑ00 05 0001 052Κι οι σύντροφοι φόρεσαν τ’ αγάλματα φόρεσαν τις γυμνές | άδειες καρέκλες του
- ΣΕΦ ΗΚΑ00 00 0015 005στη σκόνη της γης. | Τον περιστοίχιζαν γυμνές γυναίκες με μπρούντζινα φύλλα αραποσυκιάς
- ΣΕΦ ΗΚΑ00 00 0015 011ανάμεσα σ’ ακρογιαλιές νησιών γυμνές σαν κόκαλο ψαριού παράξενο στην άμμο
- ΣΕΦ ΚΧΛ00 00 0001 025καμιά φορά, κοντά στη θάλασσα, σε κάμαρες γυμνές | μ’ ένα κρεβάτι σιδερένιο χωρίς
- ΣΕΦ ΗΚΓ00 00 0007 015που υφαίνουν τα κορμιά ζωντανά, οι καρδιές γυμνές | κι η αγάπη που ανήκει και
- ΕΓΓ ΚΛΕ01 00 0015 χρωμάτων, και μιαν άσπρη σειρά από γυμνές γυναίκες μάς περιμένει στην
- ΕΛΥ ΠΡΟ00 04 0005 049Ένας έρωτας άσπρος και γλαυκός | Με γυμνές ώρες | Που κρατάν στα δάχτυλα την ύπαρξη
- ΕΛΥ ΗΛΠ00 02 0003 007τρελοκαμπανάκια… | Και παν αυτές τώρα γυμνές από τη μέση ώς πάνω | Με αλάργα ψάθα
- ΕΛΥ ΑΞΕ00 01 0005 007Και είδα | Κόρες όμορφες και γυμνές και λείες ωσάν το βότσαλο | με το λίγο μαύρο
- ΕΛΥ ΗΛΗ00 00 0001 021στα δελφίνια του | με τις κοπέλες τις γυμνές | που καίγονται στις αμμουδιές
- ΡΙΤ ΕΑΡ01 00 0001 1129Στον πλατύ ερημωμένο κάμπο | οι γυμνές λεύκες | υψώνουν τους κλώνους τους
- ΡΙΤ ΕΜΒ01 00 0001 900πεδιάδες με πελώριους κρίνους | και με γυμνές εβένινες γυναίκες. | Εκείνοι κλαίνε
- ΡΙΤ ΔΟΚ01 00 0002 213Πιο πέρα δεν ήταν μήτε δέντρα. Πέτρες, μονάχα πέτρες, κοφτερές, γυμνές. | Μόλις
- ΡΙΤ ΔΟΚ01 00 0003 141Γυμνές γυναίκες πέρναγαν κάτου απ’ τα δέντρα, ήρεμες και παράξενες σα να ’χαν
- ΡΙΤ ΠΧΡ02 00 0023 033των συντρόφων. | Χέρια γυμνά, φλέβες γυμνές στα γυμνά χέρια | σαν τις
- ΡΙΤ ΗΕΞ02 01 0013 013Μεγάλες λιακάδες απλωμένες στις γυμνές μυγδαλιές. | Αραιά σύννεφα στο φωτεινό
- ΡΙΤ ΓΤΚ02 00 0001 013Οι γειτονιές είναι λυπημένες. | Είναι γυμνές οι γειτονιές. | Τα σύγνεφα κάθουνται
- ΡΙΤ ΓΤΚ02 00 0002 068Κι οι πετρωμένοι φρουροί. | Κι οι γυμνές ξιφολόγχες. Θα ’ναι κρύο το μέταλλο | απ’
- ΡΙΤ ΓΤΚ02 00 0008 029Οι γειτονιές είναι έρημες. Είναι γυμνές οι γειτονιές. | Τα σπίτια είναι καμένα.
- ΡΙΤ ΓΤΚ02 00 0009 062τα πρόσωπα. | Γυμνά τα σπίτια. Οι γυμνές πιπεριές. Ο γυμνός ουρανός. | Όλα βγαλμένα
- ΡΙΤ ΣΦΡ02 00 0010 001Παλιοί άνεμοι έχουν πάρει τη θέση μας στις γυμνές πεδιάδες. | Όλα είναι τόσο
- ΡΙΤ ΣΦΡ02 00 0013 024IV | Γυμνές γυναίκες κάτου απ’ τη γύμνια των άστρων | παίζαν μια γυάλινη σφαίρα στο
- ΡΙΤ ΥΔΡ03 00 0001 813πρόστυχες | γυμνές, | ξύνοντας τον αέρα
- ΡΙΤ ΥΔΡ03 00 0003 246οι πνιγμένοι ήταν γυμνοί | οι κραυγές γυμνές | τ’ άστρα γυμνά —
- ΡΙΤ ΓΕΡ03 00 0001 575σα γυμνές φλέβες του παλιού καλοκαιριού, κρεμάμενες στον αέρα — κι ανεβαίνεις
- ΡΙΤ ΓΔΚ03 00 0003 034πέσαν· | οι βίγλες κοιτάζοντας με γυμνές κόγχες | έξω και μέσα απ’ το κάστρο·
- ΡΙΤ ΓΔΚ03 00 0003 257κουβαλούσαν γυμνή την ευνοούμενη εταίρα ανάμεσα σε γυμνές λόγχες. | —Μαρίτσα,
- ΡΙΤ ΓΔΚ03 00 0004 031τοποθετημένες πλάι ή πίσω σε γυμνές οικοδομές, | κι ο τοίχος μαζί με τη σκάλα σου
- ΡΙΤ ΓΔΚ03 00 0008 142τους — αυτές δε βλέπουν κάτω, | γυμνές μες στην ελευθερία τους, παραδομένες κιόλας στο γαλάζιο,
- ΡΙΤ ΑΣΚ03 06 0089 003κλέψει, να κρατήσει. Το βιολί | έχει γυμνές χορδές, σα γυμνό δέντρο. | Έχασε τα
- ΡΙΤ ΜΠΡ05 00 0001 098ή φρούτα | κι ένα λευκό καΐκι με γυμνές γυναίκες κι ανοιχτά παράθυρα. | Η ώρα
- ΡΙΤ ΜΠΡ05 00 0001 312Άσπρες σιαγόνες | γυμνές — | «Θα σ’ αγαπώ ώς το θάνατο», είπε·
- ΡΙΤ ΜΑΡ06 01 0015 003ζεσταμένο δαχτυλίδι του | κι ακόμη τις γυμνές, φαρδιές, ηλιοκαμένες πλάτες ενός νέου αγρότη
- ΡΙΤ ΜΑΡ06 01 0028 007και δεν ξεχώριζες αν το ουρλιαχτό ήταν απ’ τον άνεμο στις γυμνές λεωφόρους | ή
- ΡΙΤ ΜΑΡ06 02 0074 009την κινούμενη κάτασπρη τέντα. Κι οι γυμνές πέτρες | μας τύφλωναν τα μάτια. Όταν
- ΡΙΤ ΜΑΡ06 02 0097 007μικρά χαλίκια | που ’χαν κολλήσει στις γυμνές πατούσες του και να του βάλω | ετούτο
- ΡΙΤ ΧΕΙ06 00 0058 001100ή επέτειος | Λέξεις αδρές, γυμνές, υψηλές, αδιάφορες για όλες τις υποψίες μας,
- ΡΙΤ ΔΚΣ06 00 0095 001Εξασθένηση | Οι γυναίκες κολυμπούσαν γυμνές. Το νερό —λέγαν— | γλιστράει ωραία
- ΡΙΤ ΝΞΣ06 01 0145 006συνθήματα υπήρχαν στους τοίχους. | Γυμνές οι γυναίκες περιμέναν απ’ ώρα στα κρεβάτια
- ΡΙΤ ΤΟΙ06 01 0008 002σανιδένια τραπέζια· | παλιές αποθήκες γυμνές· κόκκινος τοίχος μουσκεμένος· | ούτε
- ΡΙΤ ΘΥΡ06 00 0001 012πολλαπλασιάζονταν στον ουρανό | γυμνές με τ’ άσπρα τους χέρια πίσω απ’ τα μαλλιά τους —
- ΡΙΤ ΘΥΡ06 00 0053 013άσεμνες φωτογραφίες | όλο γυμνές γυναίκες παλιάς μόδας με φαρδιά λεκάνη, | με λεπτή
- ΡΙΤ ΘΥΡ06 00 0097 003Μέσα στο ασανσέρ | οι τρεις γυμνές γυναίκες ανεβάζουν γελώντας | ένα τεράστιο κάδρο
- ΡΙΤ ΠΡΔ06 00 0107 003επιδέξια αγαλμάτια — το συνηθέστερο | γυμνές γυναίκες μ’ όρθια στήθια· κι ύστερα
- ΡΙΤ ΠΡΔ06 00 0109 003ίσως να ’ταν αλλιώς· κι οι λέξεις γυμνές στήθος με στήθος | νιώθοντας τη θηλή
- ΡΙΤ ΥΠΟ06 00 0025 008μάρμαρο, η απέραντη αίθουσα, όπου | γυμνές, ξεχτένιστες, βαμμένες γριές κυκλοφορούσαν

