Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές
Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Γενικός συμφραστικός πίνακας
Λημματικός τύπος: "πεθαμένου"
- ΒΡΤ ΦΡΟ03 02 0002 758μέσα την ελπίδα, | τ’ όνειρο του πεθαμένου, το κιβούρι, τη σανίδα | που μας κάνει
- ΒΡΤ ΕΠΑ04 01 0005 032Φεύγουν με τρόμο τα νερά. Του πεθαμένου ο ίσκιος | τα κυνηγάει και τα πατεί. Το
- ΚΒΦ ΑΝΓ00 03 0059 007αντελήφθην | που οι συγγενείς του πεθαμένου μ’ έβλεπαν | με προφανή απορίαν και με
- ΠΑΛ ΛΙΜ00 00 0039 038ανταμώνουν | με το θρήνο του πεθαμένου κλάμα | που για νεκρούς δικούς τους ακριβούς
- ΠΑΛ ΒΩΜ00 02 0002 026στη χώρα! Εδώ του ηλιού η αχτίδα | πεθαμένου δε φέγγει. Την έκαμα πατρίδα | την
- ΠΑΛ ΔΤΣ00 09 0087 013εσύ και ηδονοστάλαχτη ομορφιά | στου πεθαμένου πας τη συντροφιά. | Ίσκιος γυρνώ
- ΠΑΛ ΠΕΡ00 05 0003 040Και μέσα μου ανασταίνονται του πεθαμένου του ποιητή | νεκροί κι εκείνοι παλαιοί
- ΣΧΤ ΕΚΟ02 00 0016 001του νεκρού ποιητή | Στο σπίτι του πεθαμένου ποιητή | είναι κολλημένες φωτογραφίες
- ΣΛΜ ΠΟΙ01 00 0006 006Ω παρθένα! αν ημπόρειαν οι κλάψες | πεθαμένου να δώσουν ζωή, | τόσες έκαμα κλάψες
- ΣΛΜ ΣΑΤ01 01 0005 * | ρίχνει στην όψη ζωντανού κόκαλα πεθαμένου | Το χάσμα, αν υπάρχει, ανάμεσα στο
- ΣΛΜ ΓΖΑ03 00 0007 12εχτύπησε το χέρι της σε μια κάσα πεθαμένου,που ευρέθηκε εκεί ξάφνου, και
- ΡΙΤ ΤΕΚ01 00 0001 120να διώξεις μια μεγάλη μύγα απ’ το κούτελο του πεθαμένου. Πώς να ξετυλίξεις
- ΡΙΤ ΜΤΚ02 04 0001 040σαν κείνη που ’ναι στα παπούτσια του πεθαμένου παιδιού | Δ΄:
- ΡΙΤ ΠΧΡ02 00 0010 007ώσπου βραδιάζει κι ο άνεμος βολοδέρνει σε μια κουβέρτα πεθαμένου, | ετούτος ο
- ΡΙΤ ΣΚΙ02 02 0010 004μέσα στη νύχτα | σαν το φουγάρο πεθαμένου καραβιού που πια δε θα σφυρίξει. | Άνοιξε
- ΡΙΤ ΑΓΡ02 07 0002 015είναι σαν το βαθούλωμα στο λερωμένο στρώμα του πεθαμένου, | είναι σαν το
- ΡΙΤ ΑΓΡ02 07 0010 041— τα κίτρινα γάντια πάνου στην καρέκλα σαν τα χέρια του πεθαμένου | κίτρινα χέρια
- ΡΙΤ ΓΕΡ03 00 0001 641αγέρα σάμπως κίτρινο στεφανοχάρτι πεθαμένου αντρόγυνου
- ΡΙΤ ΓΔΚ03 00 0002 183κι έμοιαζε με τσιμπούκι | ενός πεθαμένου ναυτικού ξεχασμένο στην καμπίνα ξενικού υπερωκεάνιου
- ΡΙΤ ΓΦΡ03 00 0001 145μέσα στην ήρεμη, γυάλινη κάμαρα του πεθαμένου — | το ακουστικό σα μια μικρή
- ΡΙΤ ΠΡΣ03 02 0003 110σα να βγάζει τα καρφιά ενός σταυρωμένου, πεθαμένου απ’ ώρα | κι ο νεκρός γέρνει
- ΡΙΤ ΑΣΚ03 04 0062 008σαν το στεγνό κι ουδέτερο τρίχωμα ενός ζώου πεθαμένου. | Την άλλη μέρα, ωστόσο,
- ΡΙΤ ΑΣΚ03 04 0068 004σαν μια στήλη απ’ τη δροσιά του δάσους, στο κατώφλι του πεθαμένου. | Ο νεαρός
- ΡΙΤ ΑΣΚ03 05 0072 014σαν την πιτυρίδα στο μαύρο σακάκι του πεθαμένου. | Τότε, αναπάντεχα, κάποιος
- ΡΙΤ ΟΣΤ05 00 0004 121Η σκιά του πεθαμένου γελωτοποιού κάνει μια τελευταία γκριμάτσα μέσα στο
- ΡΙΤ ΑΦΡ06 00 0001 033άδειο και εκείνο, | σα μια φωλιά πεθαμένου πουλιού. | Λοιπόν, όπως λέγαμε,
- ΡΙΤ ΜΑΡ06 01 0030 003κι οι σκιές της λάμψης τρέμισαν στο πρόσωπο του πεθαμένου | σα να του γλείφαν και
- ΡΙΤ ΚΓΚ06 00 0004 007Βγήκε ο λιγνός υπηρέτης. Τους έδωσε τις γραβάτες του πεθαμένου — | μια γαλάζια,
- ΡΙΤ ΧΕΙ06 00 0054 009Ένα κλουβί με καναρίνι στο παράθυρο του πεθαμένου.
- ΡΙΤ ΔΚΣ06 00 0038 004κόρφο της κρατούσε | το χαρταϊτό του πεθαμένου παιδιού· — λυτός ο σπάγγος
- ΡΙΤ ΔΚΣ06 00 0097 003Ο κωπηλάτης θα φοράει το κίτρινο πουκάμισο του πεθαμένου. | Η νύχτα είναι
- ΡΙΤ ΤΡΣ06 00 0001 076μήτε κι η απέθαντη αμάχη του πεθαμένου κιθαριστή | Έκτος:
- ΡΙΤ ΤΟΙ06 01 0036 004οι πλάκες της αυλής και η αλυσίδα του πεθαμένου σκύλου. | Πλησίασε. Κοίταξε:
- ΡΙΤ ΘΥΡ06 00 0008 010ξυπνητήρι, τη γαλάζια ταινία | του πεθαμένου παιδιού. Τα δυο μεγαλόφωτα σεντόνια
- ΡΙΤ ΘΥΡ06 00 0056 010δίπλα στο χαρταϊτό του πιο μικρού, πεθαμένου αδελφού της. | Αθήνα, 23. IV. [19]71
- ΡΙΤ ΤΕΔ08 00 0004 041αθόρυβα | όπως πέφτει το καπέλο του πεθαμένου απ’ την κρεμάστρα στο σκοτεινό διάδρομο
- ΡΙΤ ΤΖΜ09 00 0056 005ακουμπισμένοι χάμω | οι πίνακες του πεθαμένου ζωγράφου | καρφιτσωμένοι με πινέζες
- ΡΙΤ ΚΕΤ09 03 0029 003σκύλο του | του ’δωσα τ’ όνομα του πεθαμένου | ακούει τρώει το κόκαλό μου
- ΡΙΤ ΜΝΒ10 00 0033 004Φέρανε το παλιό κανοκιάλι | του πεθαμένου καπετάνιου. Κάναν πως κοιτάζουν. | Είναι
- ΡΙΤ ΣΩΜ10 00 0001 477κι έφυγε μαλακά σα να φορούσε τα πάνινα θερινά παπούτσια του πεθαμένου | τότε
- ΡΙΤ ΤΕΡ11 00 0001 524να μαδούσαν μια κότα στην αυλή του πεθαμένου
- ΡΙΤ ΕΦΓ13 00 0094 005αυλή | σκουριάζει το ποδήλατο του πεθαμένου παιδιού. Να θυμάσαι — είπε. | Όποιος
- ΣΙΚ ΛΥΡ01 04 0011 003τής δίνουν αιώνα, | και μηδέ πὄχει πεθαμένου αχνάδα!… | Στα πετράδια αν επνίγηκε η
- ΣΙΚ ΛΥΡ02 02 0006 008τους ανθούς, τ’ ολόαχνο σμάλτο | του πεθαμένου του Άδωνη ήταν σάρκα | που πόνεσε

