Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές
Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Η τρελή μάνα
[ή]
Το κοιμητήριο
| ΤΡΑΓΟΥΔΙ |
[19]1 Τώρα που η ξάστερη νύχτα μονάχους μας ηύρε απάντεχα, και εκεί στους βράχους 5 σχίζεται η θάλασσα σιγαλινά. 2
Τώρα που ανοίγεται κάθε καρδία στη λύπη, ακούσετε 10 μίαν ιστορία, που την αισθάνονται τα σωθικά. 3
Σε κοιμητήριο είναι στημένα 15 δύο κυπαρίσσια αδελφωμένα που πρασινίζουνε μες στους σταυρούς. 4
Όταν μεσάνυχτα 20 καταβουίζουν οι ανέμοι, αν τα ’βλεπες πώς κυματίζουν, έλεες πως κράζουνε τους ζωντανούς. 5
25 Δύο αδέλφια δύστυχα κοιμούνται κάτου τον ανεξύπνητον ύπνον θανάτου, κι έχασε η μάνα τους 30 τα λογικά. 6
Τα μαύρα! επαίζανε εκεί όπου στέκει ο πύργος, κι έπεσε τ’ αστροπελέκι, 35 κι άψυχα τ’ άφησε τα θλιβερά. 7
Ροδοστεφάνωτα, ασπροεντυμένα, τα κατεβάσανε 40 αγκαλιασμένα μέσα εις την ύστερη αλησμονιά. 8
Δεν άκουες βάβισμα χαμένου σκύλου· 45 πουλιού δεν άκουες λάλημα, ή χείλου, ή κλωνοφλίφλισμα να πνέει τερπνά. 9
Νερομουρμούρισμα 50 οπού αναβρύζει και τσ’ επιτύμβιες πέτρες δροσίζει μόλις αντίσκοβε τη σιγαλιά. 10
55 Θανής δεν έμνεσκαν άλλα σημεία πάρεξ του λίβανου η μυρωδία οπού εχυνότουνε 60 στην ερημιά. |
| (Η δύστυχη μητέρα έρχεται εκεί τρέχοντας) * |
| ___ |
στ. 29-30
|
| κι έμεινε η μάνα τους
στη συφορά. |
| στ. 36 |
| ελεεινά. |
στροφή 7 |
| Κατόπι αυτής της στροφής ευρίσκεται σβημένη η εξής:* |
|
Σιωπή τα σήμαντρα
οπού τα κλάψαν, σιωπή τα σύνεργα οπού τα θάψαν, σιωπή τα ψάλματα τα λυπηρά. |
στροφή 14 |
|
Νά μπει, αλλά μάταια—
πισθοδρομίζει, και παίρνει απέξωθε, και τριγυρίζει το περιτείχισμα πασπατευτά. |
στροφή 17 |
| στ. 97-98 |
| Και αυτή από λύπηση
Τετυφλωμένη |
στροφή 24 |
|
Βραχνό το ψάλσιμο
του καλογήρου, αχνά τα εντάφια κεριά τριγύρου· αργά τα σήμαντρα και τρομερά. |


