Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

Ο αμαρτωλός

Είπεν ο αμαρτωλός μέσα στη σκέψη του: «Εδώ είν’ η δίκη θεία, κι η καταδίκη. Εδώ γρήγορ’ αργά και η ανταπόδοση, στης αμαρτίας το γλυκασμό της αμαρτίας η φρίκη».

5 Είπεν ο αμαρτωλός μες στην καρδιά του: «Τα ξεπληρώνουμε όλα· κι εδώ κάτου, και τα μικρά και τα μεγάλα χρέη, κι όσα ο δαρμός μάς ψιθυρίζει κι όσα δε μας λέει».

Είπεν ο αμαρτωλός μέσα στο δρόμο του: 10 «Όποιος κι αν είναι, όπου μας πάει ο δρόμος, και προτού φτάσουμε στο τέρμα, πώς μας βρίσκει όπου να πάμε, όπως κι αν πάμε, ο νόμος, ο φοβερός ο νόμος! Πώς να κράξω τ’ όνομά του! Μας λογαριάζονται όλα, κι εδώ κάτου. 15 Κι είμαστε κληρονόμοι, καθώς είμαστε και κληροδότες. Μόνοι δεν είμαστε, όπως κι όπου ζήσουμε, γύρω μας, μέσα μας φυλάν, παραμονεύουν οι καταδότες.

20 Κι αν σπρώχνονται αλλοπρόσαλλα, πίσω ή εμπρός, τα πάντα, ο νόμος πάει να τα καρφώσει, ο ίδιος είναι πάντα».

Είπεν ο αμαρτωλός μέσα στα δάκρυα του: «Και τους κακούς τούς είδα σα δικούς μου, κι απ’ τους δικούς μου, και μακριά, σα να ήταν ξένοι, στάθηκα, 25 κι εκείνους που μ’ αγάπησαν τους είδα σαν εχθρούς μου. Φίλοι, δικοί μου, εχθροί, κακοί, τίποτε δε μου αφήσανε, μήτε μου πήραν τίποτε. Τίποτε δε μ’ αλλάζει, εκείνος είμαι πάντα που γεννήθηκα, και τους καρπούς μου θα τους καίει και πάντα το χαλάζι.

30 Μήτ’ έπεισα την άπιστη ψυχή μου, ούτ’ έλπισα στον ερχομό, στο λυτρωμό, στο λόγο του Μεσσία. Μα σα ν’ ακούω να μου φωνάζει κάποιος μέσα μου: «Θά ’ρθει μια κρίση, μια Δευτέρα Παρουσία».

Και είπες ακόμα, αμαρτωλέ: 35 «Τρισάθλια μου ψυχή, Μαγδαληνή Μαρία! Στα χέρια με του αλάβαστρου λαχταριστή τα μύρα, στέκεις ωραία στην όψη σου μπρος στην κλεισμένη θύρα, κι ακάθαρτη στ’ ακάθαρτα του κόσμου ζεις, πεθαίνεις, μα στέκεσαι και σα να τον προσμένεις 40 εκείνον που δε θά ’ρθει: το Σωτήρα».