Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

Ο τρελός

Ένας τρελός μού τα κυνήγησε τα χρόνια τα παιδικά, τα ολόγλυκα, τα ολανθισμένα, τα φτάνει, οϊμέ! και τα συντρίβει μανιωμένα σαν της πορφυρογέννητης ροϊδιάς τα κλώνια. 5 Και τα ’σπειρε και δω και κει, παντού, συντρίμμια στ’ άχαρο σπίτι, στην αυλή, σε στενορύμια, σε μονοπάτια και σ’ απάτητα λημέρια, όπου αλυχτάει κατατρεμός και όπου φοβέρα βουβή παγώνει, έξω απ’ το φως κι απ’ τον αέρα. 10 Ολούθε του τρελού τ’ αφορισμένα χέρια, με νύχια και με βρόχια, πέτρες και μαχαίρια, σε μοναξιές και σ’ αγκαλιές, νύχτα και μέρα, σ’ ύπνο και ξύπνο, και παντού… Και παραπέρα στους δρόμους και στα σπίτια τα παιδιά ολοένα 15 στα μάτια μου μπροστά, τα χρόνια σαν κι εμένα τα παιδικά, τα ολόγλυκα, τα ολανθισμένα, λεύτερα τρέχανε με γέλια, με παιγνίδια, και πίσω μου γρικούσα του τρελού τα φίδια, και των ποδιών του πίσω μου τον ψόφιο κρότο, 20 κι ανάσαινα παντού το φλογερό του χνότο, κι ανίσως τ’ ανθρωποκυνήγι του κι αργούσε, το γέλιο του αγριότερο με κυνηγούσε. Ω της ζωής μου το σπαρτάρισμα το κρύο, ω κέντρισμα όχι σαν το κέντρισμα το θείο 25 πὄσπρωχνε την Ιώ του Ινάχου την παρθένα στα τετραπέρατα να φεύγει φρενιασμένα, μα ξαφνικό που το πουλάκι ρίχνει κάτου εκεί που πρώτα δοκιμάζει τα φτερά του. (Κι ο τρελός ήταν αίμ’ απ’ το δικό μου το αίμα, 30 κάποια παλιά αμαρτία μας λησμονημένη, που μου πήρε, ξεσπώντας βρικολακιασμένη, για πάντα της χαράς και της δροσιάς το στέμμα).