Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

12

Λειτουργοί, ω ναέ, διαβαίνουν και θυσιαστάδες, ω βωμέ, και είν’ ολόλευκη η ψυχή τους ως η φορεσιά τους· και είναι 5 και θυσίες και λειτουργίες και όλες προς εσένα οι προσφορές από τα λευκότατα των όντων, της δικής σου ασπράδας ίσκιος. Και είναι παλικάρια που πεθαίνουν 10 από κάποιους Χάρους και είν’ ολόγλυκοι, για την ομορφιά σου τη γυναίκεια και για τη γυναίκεια σου απονιά. Και είναι αγνοί που γίνονται φονιάδες για να σ’ αποχτήσουν, όχι εσέ, 15 του ίσκιου σου τον ίσκιο, και τους φτάνει. Και τους αγαθούς και τους δικαίους είδα σε θριάμβων άρματα και σε μαρτυρίων σταυρούς, κι εσύ τ’ άρματα οδηγούσες, 20 κι έγερναν οι σταυρωμένοι κι έσβηναν με τ’ όνομά σου, και η στερνή πνοή τους προς εσέ σα λιβάνι ανέβαινε. Και είδα τους απλούς και ταπεινούς, 25 μυθοπλάστες ραψωδοί, με την φλόγα των Ομήρων να σου τραγουδούν εσένα: «Σ’ είδεν ο Ήλιος, κοντοστάθηκε, κι άργησε να βασιλέψει!» 30 Και είδα σε να δασκαλεύεις τους τεχνίτες των ναών και των παλατιών τους οικοδόμους, κι ένιωσα ν’ αργοσαλεύεις μες στων αγαλμάτων τη γαλήνη, 35 όπου οι μαρμαρένιοι λαοί ζουν, ω! οι λαοί που ζουν σ’ αιώνιον άνθισμα στην πατρίδα που η πατρίδα μου είναι, που είναι των ωραίων η πατρίδα, που είναι και η πατρίδα σου! 40 Και είδα να γυρεύουν σε οι ζωγράφοι στις μαλακοσύνες των γραμμών και στις τρικυμίες των χρωμάτων, και είδα κι έπιασα και γρίκησα την ολόκληρη τη δόξα σου στον ήχο. 45 Δώσε μου τη χάρη, μεγαλόχαρη, τις αγάπες όλες που γεννάς, κι όλες τις θυσίες που φέρνεις μέσα στης ζωής τα αιματορέματα και στα χρυσοσύγνεφα του ονείρου, 50 όλα, οράματα μαρτύρων, έργα ηρώων, λαών τραγούδια, και τους λαμπροθόλωτους ναούς, και τα βαρυθέμελα παλάτια, και των αγαλμάτων τους λαούς 55 τους τρισγαληνούς και τους αθάνατους, στην πατρίδα που η πατρίδα μου είναι, που είναι των ωραίων η πατρίδα, που είναι και η πατρίδα σου, και τις μαλακότατες γραμμές 60 μες στις τρικυμίες των χρωμάτων και τη δόξα σου που ολόκληρη τον ήχο το δυσκολοξάνοιχτο γιομίζει,— δώσε μου τη χάρη, μεγαλόχαρη, όλα αυτά να τα συμπλέξω, 65 και να τα ταιριάσω αχώριστα μέσα σε ό,τι κάτου εδώ φύσηξε το Πνεύμα που να μοιάζει του: μες στο Λόγο, μες στο Λόγο!