Ιστορία και Λογοτεχνία

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα της λογοτεχνίας στον ιστορικό χρόνο

Λωξάντρα

Μαρία Ιορδανίδου, Λωξάντρα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2001, σ. 189-192.
  • Η ελληνική κοινωνία στις αρχές του 20ού αιώνα → Η ζωή στην πόλη → Νεοελληνική Λογοτεχνία

▲▲

Λωξάντρα

(απόσπασμα)


Αχ, παλιά Αθήνα, ωραία Αθήνα!
Πρωινοί περίπατοι στο Ζάππειο και γάλα φρεσκοαρμεγμένο στις αγελάδες του Ζαππείου.
Σουλάτσο στη Δενδροστοιχία.

Στο Ζάππειον την είδα,
κατόπιν στην Πλατεία,
και στην Δενδροστοιχία
της είπα «Σ' αγαπώ».

Ποτέ μην λησμονήσεις
τον τόσον έρωτά-α-χα-χα-χα-χα-χα-μας
που μέσα στην καρδιά μας…

Και οι ρομβίες παίζουν την Πουπούλα.

Να και ένα παγκάκι κοντά στις στήλες του Ολυμπίου Διός.

—Ποιανού;

—Του Ολυμπίου Διός, Λωξάντρα!

—Μμμ! Κατάλαβα. Και κείνος ο τας κισλάς εκεί απάνου τι είναι;

—Η Ακρόπολις. Θέλεις να πάμε;

Η Λωξάντρα σαν άκουσε «Ακρόπολις» θυμήθηκε το καφενείο στα Ταταύλα και αναστέναξε.

—Πού; ρωτά αφηρημένη την Ελεγκάκη, εκεί απάνου;

—Ναι.

—Εσύ πήες;

—Δεν τρελάθηκα.

—Να λείψει.

Αγοράσανε πασατέμπο και κουλούρια.

—Αυτά τι σόι κουλούρια είναι;

Ξινίζουνε τα μούτρα τους.

—Μμμ! Πού τα πολίτικα σιμίτια τα ραμαζανιά! Πού τα γιαγλίδικα του Καράκιοϊ. Ε, Ελένη; Πού τα γιαγλίδικα σιμίτια του Καράκιοϊ! Μχ! Πόλη και πάλε Πόλη!

Σε λίγο η Λωξάντρα ρωτά αν έχει κανένα μαλεμπιτζίδικο εκεί κοντά.

—Εδώ τέτοια πράματα μη γυρεύεις, ξέχασ' τα. Πάμε στου Ζαχαράτου να σε κεράσω μια κοπενχάγη.

Ξεκίνησαν με τα πόδια να πάνε στου Ζαχαράτου, και ως που να φτάσουνε εκεί, χάνεται η Λωξάντρα.

Ένα τσούρμο λουστράκια, ερχότανε τρεχάτο απ' την Πλατεία Συντάγματος φωνάζοντας:

—Παράρτημα-α-α-α! Τα νεότερα του φόνου του Παύλου Μελά! Η αθώωσις του Στάη!

Η Λωξάντρα τρόμαξε και τρύπωσε μέσα στο Ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρεταννίας. Τρύπωσε και άρχισε να φωνάζει:

—Σφαή!

Ως που να κάτσουνε στου Ζαχαράτου, άλλο παράρτημα ακούγεται απ' την οδό Σταδίου.

—Το υπόμνημα του Πρίγκιπος Γεωργίου προς τας Μεγάλας Δυνάμεις!

—Ελένη… Ελένη, σε λέω… Ελένη, εσένα μιλώ…

Να λείψει η πάστα, εξίκ ολσούν. Να φύγουνε, να πάνε σπίτι τους. Κανένα αμάξι δεν έχει εδώ πέρα; Να ένα. Φώναξ' τονα σε λέω.

—Αραμπατζή! Αραμπατζή! Γκιέλ, μπρε; Κουφός είναι και δεν ακούει;

Και δίπλα τους περνάει γελαστός ένας μεσόκοπος με γκρίζα ρούχα, με μπαστουνάκι, και τις χαιρετά.

—Χαιρέτα, Λωξάντρα! Καλέ γιατί δε χαιρέτησες; Ο Βασιλιάς.

—Ο ποιος;

—Ο Βασιλιάς ο Γεώργιος σε λένε. Δεν καταλαβαίνεις όταν σε μιλούν;

Στη μέση της Πλατείας είναι η Φιλαρμονική και παίζει ωραία μουσική. Τρεις-τέσσερις γόησσες της εποχής στέκουνται στο αντικρινό πεζοδρόμιο και μιλούνε. Μέσες δαχτυλίδια, μανίκια παπαφίγγοι, καπέλα σαν ταβλάδες με λαχανικά. Μια παραμάνα στολισμένη με άσπρη κολλαριστή ποδιά, με φιόγκους από σκωτσέζικη κορδέλα στο κεφάλι, βαστώντας στα χέρια της το μωρό τυλιγμένο μέσα στο πορτ-μπεμπέ του, περνάει στο αντικρινό πεζοδρόμιο με όλο της το πάσο. Φάνηκε κι ένα αμάξι μπροστά στους Στάβλους τους βασιλικούς.

—Να, φώναξ' τονα. Αραμπατζή! αραμπατζή!

Το σπίτι της Ελεγκάκης είναι στην οδόν Αιόλου, που ηλεκτροφωτίστηκε τώρα τελευταία μαζί με την οδό Σταδίου και την οδό Ερμού. Ωραίος δρόμος η οδός Αιόλου. Το σπίτι είναι κοντά στην Αγορά. Αυτό πολύ βολικό πράμα, να σε πω!

Μόνο που σ' αυτή την αγορά δε βρίσκεις τίποτα. Καλέ τι τόπος είναι αυτός; Γυρεύεις ξιφιό, δεν υπάρχει. Γυρεύεις μεγάλα μύδια, δεν υπάρχουνε. Τους λες πουράντζες για ντολμάδες και γελούνε. Το ασμά-καμπάκι τι είναι δεν το ξέρουνε. Ούτε τον παστουρμά ξέρουνε, ούτε τη λακέρδα, ούτε τίποτα, τίποτα, τίποτα. Μα τίποτα σε λέω, τζάνουμ! Από το τίποτα-τίποτα!

Και γουρσούζηδες άνθρωποι. Όλο κλαίγουνται. Φτώχεια, λέει, και ακρίβεια. Πού την είδανε την ακρίβεια; Με ογδόντα δραχμές το μήνα βρίσκεις ωραίο σπίτι στον Πειραιά. Με μισή λίρα που χάλασε η Λωξάντρα και τι δεν έκανε! Τι φανέλες αγόρασε απ' του Μαντζούνη, τι μεταξωτά απ' την Καρασταμάτη, τι εκδρομή πήγανε με αμάξι στους Αμπελοκήπους, στην Αλυσίδα, στο Ζωολογικό Κήπο που είναι στο Παλαιό Φάληρο. Το βραδινό πήγανε και φάγανε στο Νέο Φάληρο. Ωραίο είναι εκείνο το Φάληρο! Απ' το ξενοδοχείο σεργιανάς την εξέδρα, ακούς μουσική, βλέπεις καμιά φορά και τη βασιλική οικογένεια όταν πηγαίνει να επισκεφθεί τους ξένους στόλους.

Καλέ τα μάθατε; Ο ρούσικος στόλος, λέει, αυτές τις μέρες βρίσκεται στο Φάληρο. Να πά…

—Ο Ρωμηός του Σουρή-ή-ή! φωνάζουν τα λουστράκια τρέχοντας.

—Αμάν! Να τους πάλε… Κρυφτείτε!

Μεταδεδομένα

< Αστική ζωή > < Αθήνα > < Διάλογος > < Ιορδανίδου >