Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἀπάγχω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἀπ-άγχω, μέλ. -άγξω, στραγγαλίζω, πνίγω, σε Ομήρ. Οδ., Αριστοφ.· πνίγομαι από την οργή μου, σε Αριστοφ.Μέσ. και Παθ., απαγχονίζω τον εαυτό μου, οδηγούμαι στην αγχόνη, απαγχονίζομαι, σε Ηρόδ., Αττ.· είμαι έτοιμος να κρεμαστώ, σε Αριστοφ.