LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "Μύρα"
- μύραινα[ῡ], ἡ, Λατ. muraena, θαλάσσιο χέλι, σμέρνα, σε Αριστοφ.· θαλάσσιο ερπετό, σε Αισχύλ.