Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "σκῖρον"

Βρέθηκαν 2 λήμματα [1 - 2]
σκίρον[ῐ], τό, λευκή ομπρέλα που φερόταν σε πομπή από την Ακρόπολη των Αθηνών, κατά τους εορτασμούς της Αθηνάς Σκιράδος (Σκιράς), (τὰ Σκίρα), σε Πλούτ.
σκῖρον, τό, σκληρός φλοιός τυριού, περιτρίμματα τυριού, σε Αριστοφ.