Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

των Μανόλη Βουτυρά & Αλεξάνδρας Γουλάκη-Βουτυρά
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

  • 186. Επιτύμβια στήλη από τον Ορχομενό της Βοιωτίας με παράσταση άνδρα και σκύλου, έργο του Αλξήνορα από τη Νάξο, γύρω στο 480 π.Χ. Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.

  • 187. Επιτύμβια στήλη από τη συλλογή Borgia με παράσταση άνδρα και σκύλου, γύρω στο 490 π.Χ. Νεάπολη, Museo Archeologico Nazionale.

  • 188. Επιτύμβια στήλη νεαρού κοριτσιού από τη συλλογή Giustiniani, γύρω στο 460 π.Χ. Βερολίνο, Staatliche Museen Preussischer Kulturbesitz, Antikensammlung.

  • 189. Αναθηματικό ανάγλυφο από τη Θάσο με παράσταση άνδρα σε συμπόσιο, 460-450 π.Χ. Κωνσταντινούπολη, Αρχαιολογικό Μουσείο.

4.5. Ανάγλυφα του «αυστηρού ρυθμού»: Νάξιοι και Πάριοι γλύπτες

Η παρουσία λατομείων μαρμάρου στη Νάξο και στην Πάρο συνετέλεσε, όπως είδαμε, στην ανάπτυξη της μαρμαρογλυπτικής στα δύο αυτά νησιά ήδη από την αρχαϊκή εποχή. Δεν προκαλεί λοιπόν έκπληξη η διαπίστωση ότι και στον 5ο αιώνα π.Χ. γλύπτες από τα δύο αυτά νησιά δούλευαν σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, όπως πιστοποιούν ορισμένα ενυπόγραφα γλυπτά, κυρίως επιτύμβια ανάγλυφα. Τέτοιο παράδειγμα είναι μια επιτύμβια στήλη από τον Ορχομενό της Βοιωτίας σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, φτιαγμένη από σκούρο τοπικό μάρμαρο, που χρονολογείται γύρω στο 480 π.Χ. (εικ. 186). Ανάμεσα σε δύο παραστάδες, που ορίζουν το ανάγλυφο πεδίο, εικονίζεται ένας ώριμος άνδρας με κοντά μαλλιά και γένια, ντυμένος με μακρύ ιμάτιο, που στηρίζεται στο ραβδί του και παίζει με τον σκύλο του δείχνοντάς του μιαν ακρίδα· το ζώο σηκώνεται στα πισινά του πόδια για να την πιάσει. Είναι ένα μοτίβο παρμένο από την καθημερινή ζωή. Τη μορφή του γενειοφόρου άνδρα με το ραβδί και το σκυλί τη συναντούμε αρκετά συχνά σε επιτύμβια ανάγλυφα του τέλους του 6ου και των αρχών του 5ου αιώνα, και πρέπει να την ερμηνεύσουμε ως απεικόνιση π.χ. ενός ευκατάστατου πολίτη της ανώτερης τάξης, που έχει βγει περίπατο στην αγορά. Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι μια στήλη από παριανό μάρμαρο, σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νεάπολης στην Ιταλία, που ανήκε παλαιότερα στη συλλογή Borgia και προέρχεται πιθανότατα από κάποιο νησί του Αιγαίου (εικ. 187)· η στήλη αυτή είναι λίγο παλαιότερη και χρονολογείται γύρω στο 490 π.Χ. Η επίστεψη της στήλης από τον Ορχομενό ήταν δουλεμένη χωριστά και δεν σώζεται, ήταν όμως πιθανότατα ένα ανθέμιο, όπως στην περίπτωση της στήλης Borgia. Στο κάτω μέρος υπάρχει μια έμμετρη επιγραφή που λέει: «Ο Αλξήνωρ με έφτιαξε ο Νάξιος· αλλά για κοιτάξτε!» Είναι προφανές ότι ο γλύπτης ήταν περήφανος για το έργο του και αυτό εξηγείται από την τολμηρή σχεδιαστικά σύνθεση με τις προοπτικές βραχύνσεις και τη συστροφή του σώματος. Ο Αλξήνωρ ανήκε στους καλλιτέχνες που υιοθέτησαν νωρίς τη νέα τεχνοτροπία του «αυστηρού ρυθμού», για την οποία μιλήσαμε, όπως φαίνεται και από τις επίπεδες κυματοειδείς πτυχές του ιματίου, που τονίζουν το πάχος του υφάσματος και διαφέρουν πολύ από τις σχηματοποιημένες επάλληλες πτυχώσεις των αρχαϊκών έργων, που τις βλέπουμε ακόμη στη στήλη Borgia.

Γύρω στο 460 π.Χ., περίπου 20 χρόνια μετά το ανάγλυφο του Αλξήνορα, χρονολογείται μια μικρή σχετικά, αλλά δεξιοτεχνικά δουλεμένη στήλη από παριανό μάρμαρο, η οποία βρίσκεται σήμερα στο Βερολίνο και εικονίζει μια όρθια νεαρή κοπέλα, ντυμένη με άζωστο πέπλο, που κρατάει στο αριστερό της χέρι μιαν ανοιγμένη πυξίδα (το καπάκι βρίσκεται στο έδαφος μπροστά στα πόδια της), από όπου βγάζει με το δεξί ένα κόσμημα, πιθανόν περιδέραιο (εικ. 188). Το θέμα είναι και πάλι παρμένο από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων της ανώτερης τάξης: βλέπουμε ένα κορίτσι που στολίζεται· την επιμελημένη εμφάνισή του την υπογραμμίζουν το πλούσιο ένδυμα και τα καλοχτενισμένα μαλλιά, που συγκρατούνται από μια φαρδιά ταινία. Η στήλη αυτή, πριν αγοραστεί από το Κρατικό Μουσείο του Βερολίνου, ανήκε στη βενετσιάνικη συλλογή Giustiniani και προέρχεται πιθανότατα από την περιοχή του Αιγαίου· μπορούμε να την αποδώσουμε με ασφάλεια σε Πάριο γλύπτη.

Αναθηματικό μάλλον και όχι επιτύμβιο είναι ένα περίπου σύγχρονο (460-450 π.Χ.) μαρμάρινο ανάγλυφο από τη Θάσο, που βρίσκεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης (εικ. 189). Εδώ εικονίζεται μια σκηνή συμποσίου, στο οποίο, αντίθετα με ό,τι συνέβαινε στην πραγματικότητα, μετέχει ένας μόνο συμπότης. Ο άνδρας είναι ανακεκλιμένος σε κλίνη και προτείνει με το δεξί χέρι μια φιάλη για να κάνει σπονδή. Στην άκρη της παράστασης ένας γυμνός νεαρός οινοχόος αντλεί με μια οινοχόη κρασί από έναν στρογγυλό κρατήρα τοποθετημένο επάνω σε στήριγμα (ἐπίστατον ή ὑποκρητήριον). Μπροστά στην κλίνη υπάρχει τραπέζι, στο οποίο θα υπήρχαν εδέσματα δηλωμένα με χρώμα. Κάτω από το τραπέζι ένας σκύλος τρώει ό,τι περίσσεψε από το γεύμα του κυρίου του. Πίσω από την κλίνη κάθεται σε πολυτελή θρόνο μια γυναίκα, που κρατάει στα χέρια αλάβαστρο, αγγείο που περιέχει άρωμα. Κάτω από τον θρόνο διακρίνεται μια πέρδικα. Η σκηνή τοποθετείται σε ένα δωμάτιο, στους τοίχους του οποίου είναι κρεμασμένα όπλα: διακρίνουμε ένα κράνος και μιαν ασπίδα. Το ανάγλυφο πρέπει να ήταν αφιερωμένο σε έναν ήρωα, δηλαδή έναν θνητό που είχε ζήσει είτε στο μυθικό είτε στο πιο πρόσφατο παρελθόν, ο οποίος τιμήθηκε με λατρεία. Οι αρχαίοι ίδρυαν ιερά για τους ήρωες και τους τιμούσαν ιδιαίτερα, επειδή πίστευαν ότι είχαν τη δύναμη να τους βοηθήσουν ή ακόμη και να τους βλάψουν (ανάλογα με την περίσταση) από τον άλλο κόσμο. Ήταν δηλαδή οι ήρωες των αρχαίων περίπου σαν τους αγίους της χριστιανικής θρησκείας. Η απεικόνιση των ηρώων σε σκηνές συμποσίων θέλει να δείξει τη διαρκή ευδαιμονία που απολαμβάνουν στη μεταθανάτια ζωή. Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε ποιος είναι ο εικονιζόμενος ήρωας, ούτε αν ήταν μυθικό ή ιστορικό πρόσωπο· η λατρεία του όμως πρέπει να ήταν σημαντική για τους Θασίους.