Εξώφυλλο

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός

Αρχαία Ελληνική Τραγωδία

του Δανιήλ Ιακώβ

Δ3. Η διάνοια

Στην Ποιητική η τραγωδία ορίζεται ως μίμησις πράξεως, η οποία εκτελείται από τους πράττοντες, τα συγκεκριμένα κάθε φορά πρόσωπα του δράματος που είναι φορείς των πράξεων (1449b36-1450a10, 1450b3-4). Οι φορείς των πράξεων έχουν αναγκαστικά κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, κάποια ποιότητα και όσον αφορά στο ἦθος και όσον αφορά στη διάνοια. (α) Γιατί σύμφωνα με το ἦθος και τη διάνοια ερμηνεύεται ο χαρακτήρας των πράξεων (λέμε ότι είναι καλές, έξυπνες ή το αντίθετο, κ.λπ.)· οι πράξεις κρίνονται σύμφωνα με όσα ξέρουμε για το ἦθος του πράττοντος και σύμφωνα με όσα λέει για να τις ερμηνεύσει. Και (β) γιατί ισχύει ο ακόλουθος συλλογισμός: το ἦθος και η διάνοια αποτελούν την αιτία της πράξεως. Η πρᾶξις είναι η αιτία της επιτυχίας ή της αποτυχίας: κατὰ ταύτας <ενν. πράξεις> καὶ τυγχάνουσι καὶ ἀποτυγχάνουσιν πάντες (1450a2-3)· συνεπάγεται λοιπόν ότι το ἦθος και η διάνοια είναι η αιτία της επιτυχίας ή της αποτυχίας.

Διάνοια είναι η σκέψη, όχι όμως ως αφηρημένο ουσιαστικό (όχι ως ιδιότητα του ανθρώπου να σκέφτεται). Η διάνοια αφορά την ποιότητα και το περιεχόμενο του λόγου, σε αντίθεση με τις παρουσιαζόμενες πράξεις από το έπος ή το δράμα, και αφορά τις σκέψεις και τα επιχειρήματα των ομιλητών. Χάρη στον εκφερόμενο λόγο, όχι μόνο αποκαλύπτεται το ήθος του ήρωα, αλλά και διεγείρονται συναισθήματα, όπως ο έλεος, ο φόβος, ή οργή κ.τ.ό. Επομένως, διάνοια είναι το αντικείμενο και ο τρόπος της σκέψης ταυτόχρονα, η επιχειρηματολογία και ο τρόπος της επιχειρηματολογίας· είναι οι σκέψεις που οδηγούν στη δράση, οι συλλογισμοί που υπάρχουν πίσω από κάθε πράξη αφενός, ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνει κανείς τη γνώμη του, την επιχειρηματολογία του ή γενικές κρίσεις αφετέρου:

λέγω (…) διάνοιαν δέ, ἐν ὅσοις λέγοντες ἀποδεικνύασίν τι ἢ καὶ ἀποφαίνονται γνώμην (1450a6-7).

Η διάνοια εκδηλώνεται στα λόγια με τα οποία τα πρόσωπα του δράματος ἀποδεικνύασίν τι (επιχειρηματολογούν για κάτι) ή με τα οποία ἀποφαίνονται γνώμην (εκφράζουν γενικές σκέψεις, σκέψεις με καθολική ισχύ). Στην παραλλαγή αυτής της φράσης στο 1450b11-12 (διάνοια δὲ ἐν οἶς ἀποδεικνύουσί τι ὡς ἔστιν ἢ ὡς οὐκ ἔστιν ἢ καθόλου τι ἀποφαίνονται) ο όρος γνώμη έχει αντικατασταθεί από τη φράση καθόλου τι ἀποφαίνονται, με την οποία είναι ισοδύναμη. Γιατί η γνώμη, όπως δηλώνεται στη Ρητορική, είναι η γενική πρόταση, ένα απόφθεγμα, που αφορά στις ανθρώπινες ενέργειες που μπορούν να εκτελεστούν ή να αποφευχθούν και που ο τραγικός ήρωας τη χρησιμοποιεί, για να δικαιολογήσει τη δράση του:

ἔστι δὴ γνώμη ἀπόφανσις, οὐ μέντοι οὔτε περὶ τῶν καθ' ἕκαστον, οἷον ποῖός τις Ἰφικράτης, ἀλλὰ καθόλου, οὔτε περὶ πάντων, οἷον ὅτι τὸ εὐθὺ τῷ καμπύλῳ ἐναντίον, ἀλλὰ περὶ ὅσων αἱ πράξεις εἰσί, καὶ ἃ αἱρετὰ ἢ φευκτά ἐστι πρὸς τὸ πράττειν (1494a21 κ.εξ.).

Η διάνοια φανερώνει τη δυνατότητα του ομιλητή να λέει τὰ ἐνόντα καὶ τὰ ἁρμόττοντα, να διακρίνει τί υπάρχει σε ένα θέμα, δηλ. τί μπορεί να ειπωθεί και τί ταιριάζει να ειπωθεί γι' αυτό:

Διάνοια (…) δέ ἐστιν τὸ λέγειν δύνασθαι τὰ ἐνόντα καὶ τὰ ἁρμόττοντα, ὅπερ ἐπὶ τῶν λόγων τῆς πολιτικῆς καὶ ῥητορικῆς ἔργον ἐστίν. οἱ μὲν γὰρ ἀρχαῖοι πολιτικῶς ἐποίουν λέγοντας, οἱ δὲ νῦν ῥητορικῶς (1450b4-7).

Αυτή η δυνατότητα του ομιλητή να περιλαμβάνει στους λόγους του τὰ ἐνόντα καὶ τὰ ἁρμόττοντα λέγεται ότι αποτελεί έργο της πολιτικής και της ρητορικής τέχνης ή επιστήμης.

Ρητορική τέχνη είναι η ικανότητα να βρίσκουμε για κάθε ζήτημα τα επιχειρήματα που μπορούν να γίνουν πιστευτά, που μπορούν να πείσουν:

καὶ ὅτι οὐ τὸ πεῖσαι ἔργον αὐτῆς, ἀλλὰ τὸ ἰδεῖν τὰ ὑπάρχοντα πιθανὰ περὶ ἕκαστον. (…) ἔστω δὴ ἡ ῥητορικὴ δύναμις περὶ ἕκαστον τοῦ θεωρῆσαι τὸ ἐνδεχόμενον πιθανόν (Ρητορική 1455b 10-11 και 25-26).

Πολιτική ονομάζει ο Αριστοτέλης την τέχνη που συμβάλλει στην ωφέλεια της πόλης (Ηθικά Νικομάχεια 1094b11). Η πολιτική είναι η τέχνη του πολίτη, του ανθρώπου δηλ. που ενδιαφέρεται για τα κοινά· η τέχνη του ανθρώπου που ζει σε οργανωμένη κοινωνία και σκέφτεται πώς πρέπει να λειτουργεί αυτή, ποιό πολίτευμα είναι προτιμότερο.

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, οι παλιοί ποιητές παρίσταναν τα δραματικά πρόσωπα να μιλούν με τρόπο πολιτικό, ενώ οι τωρινοί με τρόπο ρητορικό. Ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης, λόγου χάριν, έβαζαν στο στόμα των ηρώων την επιχειρηματολογία του απλού πολίτη - ενώ ποιητές όπως ο Θεοδέκτης την επιχειρηματολογία ενός ρήτορα. Σε τελική ανάλυση, η επιχειρηματολογία των προσώπων είναι η επιχειρηματολογία του ίδιου του ποιητή. Αντίθετα το ἦθος ενός προσώπου είναι δεδομένο στην ποιητική παράδοση· ο ποιητής παρουσιάζει κάθε φορά το ἦθος ενός προσώπου από μια διαφορετική σκοπιά (λ.χ. στην παρουσίαση του Οδυσσέα, φωτίζεται κάθε φορά μια διαφορετική πλευρά του ἤθους του).