Εξώφυλλο

Ανθολογίες

Ανθολογία Αρχαϊκής Λυρικής Ποίησης

Επιμ. Σωτήρης Τσέλικας

ΑΛΚΑΙΟΣ

απ. 72 Lobel-Page

. . . .].[
2 ἐν[. .].λα[.]. . . . .[

λάβρως δὲ συν στεί[.]. .[. .]ε̣ι̣απ̣ . .
πίμπλεισιν ἀκράτω [τὸ δ’ ἐ]π᾽ ἀμέρα .[
καὶ νύκτι παφλάσδει [λάτ]αχθεν,
6 ἔνθα νόμος θάμ᾽ ἐν.[.].[.].νην.

κῆνος δὲ τούτων οὐκ ἐπελάθετο
ὤνηρ ἐπεὶ δὴ πρῶτον ὀνέτροπε,
παίσαις γὰρ ὀννώρινε νύκτας,
10 τὼ δὲ πίθω πατάγεσκ᾽ ὀ πύθμην.

σὺ δὴ τεαύτας ἐκγεγόνων ἔχηις
τὰν δόξαν οἴαν ἄνδρες ἐλεύθεροι
13 ἔσλων ἔοντες ἐκ τοκήων . . . . ;

Αυτός με ορμή, και πριν να γείρει ο ήλιος,

κρασί γεμίζει ακράτο το ποτήρι

κι η αντάρα του πιοτού βαστά ώς τη νύχτα,

που τότε συνηθιέται πια το γλέντι.

 

Κι όταν τα πράματα άλλαξαν για κείνον,

τις παλιές του δεν ξέχασε συνήθειες,

μεθοκοπούσε πάντα όλες τις νύχτες,

του βαρελιού βροντοχτυπούσε ο πάτος.

 

Κι εσύ λοιπόν, τέτοιας γενιάς βλαστάρι,

έχεις τη φήμη που οι ελεύθεροι έχουν,

ελεύθεροι άντρες με γονιούς αρχόντους...

 

Βίαια … γεμίζει … με ανέρωτο κρασί, και μέρα νύχτα παφλάζει καθώς χύνεται, όπου συχνά ο νόμος… Κι ωστόσο αυτός δεν τα ξέχασε όλα αυτά, κι ας τα είχε ο ίδιος καταργήσει· γιατί συνέχισε να ξενυχτά όπως και πριν, κι ο πάτος του πιθαριού δεν έπαψε στιγμή να αντηχεί άδειος. Εσύ, γιος μιας τέτοιας γυναίκας, έχεις το καλό όνομα … που άντρες αρχοντογεννημένοι …;