Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "Ὀδυσσεύς"

Βρέθηκε 1 λήμμα
Ὀδυσσεύς, -έως, Ιων. -ῆος, , Λατ. Ulysses, Ulixes, ο Οδυσσέας, βασιλιάς της Ιθάκης, οι περιπέτειες του οποίου μετά την πτώση της Τροίας εξιστορούνται στην Οδύσσεια· Επικ. Ὀδῠσεύς, Αιολ. γεν. Ὀδῠσεῦς· αιτ. Ὀδυσσέᾱ (οι δυο τελευταίες συλλαβές αποτελούν μια στον Σοφ., μέσω συνίζησης), πρβλ. ὀδύσσομαι.