Η Λογοτεχνία στον Αστικό Χώρο

Αναζήτηση

Αναζήτηση στα περιεχόμενα λογοτεχνικών πόλεων

Οι Τούρκοι τρέμουν ακόμα τον Ελληνικό στόλο. Τα βαπόρια για ν’ αράξουν στο λιμάνι της Σμύρνης περνάνε από την επικίνδυνη ζώνη των τορπιλλών, τρέχουνε πίσω από το πλοηγό Τούρκικο βαποράκι, το οποίο τρία χρόνια τώρα κάνει αυτή την ενοχλητική δουλειά.

Ο σαρικοφόρος Αχμέτ Μπέης, σύντροφος του τσίπουρου και του ναργιλέ, τούρκος με φρόνηση και βαθιά σκέψη, μου έλεγε προχτές:

—Καλά κάνουν κ’ έχουν τις τορπίλλες στο κάστρο. Σεις οι Γκιουναλήδες είστε σεϊτάν μιλέτ. Μπορούν να περάσουν βασιλικά βαπόρια σας τη νύχτα και να πιάσουν τη Σμύρνη! Γι’ αυτό ο κολαούζος ας δέρνεται απ’ τους βοριάδες κι ας προσέχουν οι καπετανέοι.

Όταν έφυγα από την Αθήνα, στολισμένος από τις δάφνες δυο πολέμων, είπα σε υπάλληλο του υπουργείου των Εξωτερικών.

—Θάβρω τους Τούρκους πτώματα στη Σμύρνη.

Απατήθηκα. Ο Τούρκος δεν παραδειγματίστηκε από τ’ ανεγδίγητα παθήματα, έμεινε Τούρκος, ταρταρίνος, φαφλατάς, καραγκιόζης του πολιτισμού και βρώμικη λάσπη του χρυσοφόρου αυτού τόπου.

Οι αστυνόμοι του πασαπορτιού εξετάζουν, ρωτούν τους Έλληνες επιβάτες, τους κρατάνε μια-δυο ώρες κ’ επιτέλους τους αφήνουν ελεύτερους, ικανοποιημένοι από την εγγύηση ενός ραγιά.

Το γνωστό Κομιτάτο «Ένωση και Πρόοδο» —μα τι πρόοδο— έχει μαζέψει εδώ τα όργανά του, όλους εκείνους τους χαφιέδες της Πόλης και της Θεσσαλονίκης, με το σκοπό να κυνηγήσει τη Ρωμιοσύνη, να τη χτυπήσει κατακέφαλα.

Όσοι γιατροί δεν έχουν άδεια από το Τούρκικο Πανεπιστήμιο δεν έχουν το δικαίωμα να γιατρέψουν τον κόσμο. Έλληνες υπήκοοι πλερώνουν μισή λίρα για την καταπολέμηση της ακρίδας, την κατασκευή δρόμων, δίνουν γερά ποσά για το επιτήδευμα, δέρνουνται όταν δεν ανοίξουν το πουγκί τους για το στόλο, οι βαρκάρηδες εμποδίζουνται να δουλέψουν, αξιωματικοί σκίζουν την Ελληνική σημαία στο ζυθοπωλείο του Αυστριακού Κρέμερ, ασπρογάλανο πανί δεν κρεμιέται πουθενά, Ελληνικά τραγούδια δε φωνάζουν στις ταβέρνες, ο πρόξενος τυπικά και ξέψυχα διαμαρτυριέται και ο Βαλής Ραχμή Μπέης προφασίζεται ότι ούλα αυτά είναι θέληση του λαού.

Ας το μάθουν κάτω στο μεγάλο Ντοβλέτι της Ελλάδος. Ο Έλληνας εδώ είναι χειρότερος του ραγιά. Δεν τολμάει να πει το παράπονό του, οι συνθήκες είναι χαρτί άγραφο και το Προξενείο μας γραφείο πασαπορτιών.

Στο εσωτερικό χειρότερα. Αλίμονο στους Έλληνες υπηκόους. Μια ματιά τους στο γαλανό ουρανό μπορεί να τους κοστίσει τη ζωή. Να τσιτσιριστούν στα κάρβουνα. Οι Τούρκοι το πήραν απόφαση, το λένε και το φωνάζουν. Θάρθουν στην Αθήνα. Οι διωγμοί τους από την μια μεριά δυναμώνουν τον Ελληνισμό. Τον φανατίζουν, τον εξαγριώνουν, του θυμίζουν πάντα τον τύραννο και τη Μητέρα Ελλάδα. Σήμερα του καταστρέφουν το εμπόριο και του χαλάνε την ησυχία. Χωρίς άλλο μια ημέρα θα σηκώσουν το κεφάλι και θα πάνε να του ζητήσουν λόγο. Η τυραννία έφερε την ελευτεριά. Ο πόνος το γιατρό. Ας τυραννίζουν το λαό. Θα φωνάξει μια μέρα. Και η φωνή του θακουστεί κάτου στο ασκέρι της Μάνας.

Και τώρα ο λόγος για τη φιλολογική και καλλιτεχνική ζωή του τόπου. Οι Τούρκοι δεν έχουν είδηση από τα φαγητά αυτά. Οι άλλες φυλές των καθολικών έχουν να δείξουν μερικούς ερασιτέχνες μουσικούς και τον Κερκυραίο Ιταλό ζουγράφο Πιζάνη. Οι Αρμεναίοι και οι Εβραίοι δε διαφέρουν από τους Τούρκους. Τα γράμματα, η εφημερίδα, το περιοδικό, η ποίηση, το θέατρο, η ζουγραφική, η γλυπτική είναι στον κύκλο των Ελλήνων.

Εκτός από τις εφημερίδες, κάθε δεκαπέντε ημέρες βγαίνουν τα καλλιτεχνικά και φιλολογικά περιοδικά «Κόσμος» και η «Νέα Ζωή» και κάθε βδομάδα ο σατυρικός «Κόπανος» από το βαθυστόχαστο λόγιο Γιώργο Αναστασιάδη.

Κάθε Κυριακή στην βίλλα του «Γκιουλιστάν» ο ποιητής Μ. Αργυρόπουλος δέχεται την ποιητική νεολαία, περνάει ώρες αξέχαστες και τραγουδάει τις μεθοδικές νότες των Ανατολικών τραγουδιών του.

Ο δρόμος της βίλλας του Αργυρόπουλου «Γκιουλιστάν» στολίστηκε με τ’όνομα του Σααδή. Εκεί μέσα ο ποιητής δούλεψε τις ψυχρές νύχτες του χειμώνα και σε λίγο καιρό θα τυπωθούν τα «Τραγούδια της Ανατολής» και τα «Τραγούδια της Ζήλιας». Είναι μια πλούσια πνευματική δουλειά σκορπισμένη σε διάφορα περιοδικά κ’ εφημερίδες. Τα «Τραγούδια της Ζήλιας» είναι από τα τελευταία του. Είχα το ευτύχημα ν’ακούσω μερικά. Είναι αληθινά μαργαριτάρια. Ο «Έρως ατσιγγάνων» και το «Φιλί» δυνατά στην έμπνευση και στο στίχο.

Ο Αλέκος Φωτιάδης, ο ποιητής των «Ανοιχτών μυστικών», ετέλεψε το βουκολικό ειδύλλιο «Αμαρυλλίς». Το έργο του χωρίς μουσική είναι αδύνατο να παιχτεί. Όπως λέει, ο Μανόλης Καλομοίρης από καιρό τώρα τονίζει την «Αμαρυλλίδα». Πού έφτασε, κανένας ακόμα δεν ξέρει.

Έχει σκηνικό διάκοσμο πλούσιο, δύσκολο για το καλοκαιρινό θέατρο.

Το ειδύλλιο του Φωτιάδη, με τους ωραίους του Ελληνικούς μύθους, μονάχα στο Βασιλικό Θέατρο και με τη μουσική του Καλομοίρη, είναι δυνατό να κάμει την εντύπωση που ονειρεύτηκε ο αψεγάδιαστος ποιητής.

Για το Στέλιο Σεφεριάδη τίποτα θετικό δεν μπορώ να γράψω. Κρύβει τόσο Σαϋλωκικά τη δουλειά του. Όταν την παρουσιάσει θα μας θαμπώσει. Ο Κώστας Μισαηλίδης ετοιμάζει ποιητικό τόμο με τον τίτλο «Ερείπια».

Ο κύκλος των νέων είναι μεγάλος και ελπιδοφόρος. Ο Σίλβιος με τα καλοδουλεμένα του σονέττα και τα πεζά τραγούδια, ο Πάνος Πετρίδης με τις προσεχτικές και διαλεχτές μεταφράσεις. Ο Κρυονέρης του Αϊντινιού, που σίγουρα μια μέρα θα μας ξαφνίσει με το βιβλίο του, η Ζωή Αναστασιάδου, μια δυνατή ποιητική φλέβα, τεχνίτρα στο στίχο, θαυμαστή στην έμπνευση, ο Γληνός, Δύσσης Μαρμάρης, Καλοναίος και μερικοί ακόμα νέα παρουσιάζουν μια άνθηση κολακευτική για την πνευματική πρόοδο του Ελληνισμού της Ανατολής.

Οι δημοτικιστάδες είναι ευτυχισμένοι, γιατί ήρθε ανάμεσό τους και ο γνωστός στους φίλους του «Νουμά» Μένιος Φιλήντας.

Ο ζουγράφος Ιθακήσιος άνοιξε το σαλόνι του και παρουσίασε μερικά καλά έργα. Ο Χρήστος Συράκος είναι στο τέλος μιας μεγάλης εικόνας «Η αναχώρησις του Ναύτη» και ο Ευστρατιάδης μένει πάντοτε ο δυνατός ζουγράφος της εκκλησίας.

Το γλυπτικό κόσμο αντιπροσωπεύει ο Ρενιέρης, ο οποίος εχτός από την επαγγελματική δουλειά του, ετοιμάζει έργα για τον έξω καλλιτεχνικό κόσμο.

Το δυστύχημα είναι ότι όλος αυτός ο καλλιτεχνικός και φιλολογικός κόσμος δεν έχει μια σάλα να μαζωχτεί, να κουβεντιάσει, να γνωριστεί. Το κακό ίσως το θεραπέψει ο σύλλογος που ιδρύθηκε πρόπερσι από εκατόν είκοσι ανθρώπους της δημοτικής και ο οποίος έχει πρόεδρό του τον Αργυρόπουλο. Μια σάλα του «Λαϊκού Κέντρου» είναι στη διάθεσή του. Αν εξακολουθήσουν να μένουν χωρίς στέγη θα βραχούν και θα… διαλυθούν.

Σμύρνη, Γεννάρης 1914

«Από τη Σμύρνη», περιοδικό Ο Νουμάς, τόμ.12, Αρ.519/1914, σ.27-28