Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Marguerite Yourcenar

Ποιος δεν έχει τον Μινώταυρό του;

Ιερό ντιβερτισμάν σε δέκα σκηνές

Μετάφραση: Ιωάννα Δ. Χατζηνικολή

(απόσπασμα)


Το σκηνικό αυτού του έργου ή, αντίθετα, η παρουσίασή του σε μια άδεια σκηνή, αφήνονται στην έμπνευση του δημιουργού σκηνοθέτη του. Από την πλευρά μου, για τις σκηνές στο φως της μέρας φαντάζομαι μια σχεδόν πλήρη απουσία σχημάτων και ζωηρά χρώματα· τόνους της ώχρας και του πυρρού για την Κρήτη, λευκό του αφρού και του μαρμάρου, γαλανό του ουρανού και της θάλασσας για τη Νάξο· βαθύ μπλε για τις σκηνές στο ανοιχτό πέλαγος, πάνω στο οποίο προβάλλει, στην τρίτη σκηνή ένα άσπρο και στη δεκάτη ένα μαύρο πανί. Στην πρώτη σκηνή καλό θα ήταν να φαίνεται μόνο η κορυφή του καταρτιού με το θωράκιο, όπου βρίσκεται ο Αυτόλυκος. Αυτό το θωράκιο άλλωστε, όπως και η πλώρη του καραβιού (στην τρίτη και στη δεκάτη σκηνή), ο πύργος (στην τέταρτη σκηνή), η πόρτα του λαβυρίνθου (στην πέμπτη σκηνή), θα πρέπει να παραμείνουν απλά ενδεικτικά σύμβολα, χωρίς κανέναν ρεαλισμό αρχαιολογικού ή άλλου τύπου. Όσο για τις δύο εξ ολοκλήρου νυχτερινές σκηνές, η δεύτερη, στο βάθος του αμπαριού, θα μπορούσε να φωτίζεται από μια μεγάλη λάμπα κρεμασμένη κάτω από το κατάστρωμα που η ταλάντωσή της θα αρκούσε για να υποδηλώσει τον κλυδωνισμό του πλοίου. Η έκτη σκηνή, στον Λαβύρινθο, μπορεί να εκτυλίσσεται σε πηχτό σκοτάδι αυλακωμένο μόνο από φωνές ή, αντίθετα, να αναδεικνύει σκόρπια δραματικά στιγμιότυπα, στιγμιαία φωτισμένα από μερικούς προβολείς ή πάλι έναν κύκλο από πρόσωπα-σκιές που σπρώχνουν ένα ημιαθεατό Θησέα. Σε ό,τι αφορά τα κοστούμια, το κείμενο ορίζει για τον Θησέα το κόκκινο βελούδο, το λευκό λοφίο και τη χρυσή πανοπλία των Ελλήνων ηρώων όπως τους απεικόνισαν οι μπαρόκ ζωγράφοι, αλλά, στην ανάγκη, και μια στολή με σιρίτια θα του πήγαινε μια χαρά. Ο ναύτης Αυτόλυκος μπορεί να φοράει τον καστανό χιτώνα του αρχαίου δούλου ή να είναι ντυμένος στα θαλασσιά. Προσωπικά θα έστεφα ευχαρίστως τον βασιλιά Μίνωα με τη χαρτονένια κορόνα των Φώτων1. Για τη Φαίδρα μικρή σημαία έχει αν θα είναι ντυμένη σαν Κρητικιά ή σαν Παριζιάνα, για την Αριάδνη όμως βρίσκω ότι θα ταίριαζε ένα λινό φόρεμα. Τέλος θα πρέπει, ει δυνατόν, ο θεός Βάκχος να είναι ωραίος.


[…]


ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ

Μέσα στο σπήλαιο

ΘΗΣΕΑΣ, κατόπιν οι ΦΩΝΕΣ


ΘΗΣΕΑΣ

Χάνομαι εδώ μέσα… Είναι σκοτεινά σαν σε σφηκοφωλιά. Τίποτα δεν είναι πιο εξουθενωτικό από το να παλεύεις με τη νύχτα. Καταργεί τον εξωτερικό κόσμο. Έχω την αίσθηση ότι βουλιάζω μες στα εσωτερικά μου ερέβη και οι σπείρες του Λαβυρίνθου μού φέρνουν στον νου τα σωθικά μου. Θα ανακαλύψω στα βάθη τους τον Μινώταυρο; Αν δεν υπάρχει, θα γίνω γελοίος.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΜΙΚΡΟΥ

Πάει καιρός που κρύβομαι εδώ. Μόλις περάσει αυτός, θ’ ανοίξω το ντουλάπι και θα πάρει μία τρομάρα!


ΘΗΣΕΑΣ

Νπα; Νά κάποιος… Όχι, κανείς… Εξακολουθώ ν’ αναμετριέμαι με μια απουσία… Να ’ναι άραγε το κενό ο πραγματικός κίνδυνος;… Α, είναι… είναι τερατώδες… Τι δε θα ’δινα για έναν εχθρό από σάρκα και αίμα!


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΜΙΚΡΟΥ

Το μάδησα το πουλί… Βρομιάρικο ζώο, άντε! Ψόφα καμιά φορά! Αιμορραγεί… Ο μπαμπάς έφερε χθες απ’ το κυνήγι οκτώ αγριόπαπιες… Έχει ένα ντουφέκι που κάνει μπαπ! Χι, χι, έτσι και εκπυρσοκροτούσε το ντουφέκι, ο μπαμπάς θα σκεπαζόταν πατόκορφα με ένα ζελέ από κόκκινα φραγκοστάφυλα…


ΘΗΣΕΑΣ

Πού βρέθηκε αυτό το πιτσιρίκι που γαντζώνεται στα πόδια μου… Παιδιά σε τούτο το ανθυγιεινό μέρος;.. Μοιάζει με… Άι!


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΜΙΚΡΟΥ

Πάντα είχα την επιθυμία να του δαγκάσω το χέρι…Αυτός γιατί μου τις έβρεξε τη μέρα που του είπα ψέματα για τ’ αχλάδια του οπωρώνα;


ΘΗΣΕΑΣ

Τί γεύση στυφή είχαν εκείνα τα αχλάδια του οπωρώνα! Είχα άδικο, εννοείται… Αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι ο πατέρας μου ήταν γελοίος με εκείνα τα πομπώδη λογύδριά του…


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΜΙΚΡΟΥ

Με εκείνα τα πομπώδη λογύδριά του… Άσε πια όταν ανασκουμπωνόταν για να με βοηθήσει να μεταφράσω ελληνικούς στίχους…


ΘΗΣΕΑΣ

Ελληνικούς στίχους;


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΜΙΚΡΟΥ

Βεβαίως, ελληνικούς στίχους… Ιδού μια γλώσσα που δεν σας χρησιμεύει σε τίποτα…


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

Μήπως φαντάζεται ότι θα τη βγάζω με πέντε χιλιάδες δραχμές το μήνα; Μόνο η χθεσινή γιορτή με τους τσιγγάνους… Θα ήταν παράλογο να ξοδεύω λιγότερα απ’ τον Λάχη…


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΛΥΚΟΥ

πειστική

Ούτε λόγος, αρχηγέ μου. Ο διάδοχος του θρόνου έχει κάθε δικαίωμα να έχει αγωνιστικό αυτοκίνητο… Και εάν η γκίνια σάς ανάγκασε να δημιουργήσετε χρέη…


ΘΗΣΕΑΣ

διαμαρτύρεται

Έχω πληρώσει τα χρέη μου.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

Τα πλήρωσε ο μπαμπάς… Του αρέσει να πληρώνει τα χρέη μου στα χαρτιά, γιατί έτσι με ταπεινώνει… Αλλά κι εκείνος ο τοκογλύφος στην Οδησσό ήταν σιχαμερός με τις απαιτήσεις του. Χωρίς τα σκυθικά κοσμήματα που σούφρωσα από έναν τάφο…


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΛΥΚΟΥ

Σιωπή, αφεντικό. Δεν σουφρώνουμε, ενδιαφερόμαστε για την αρχαιολογία, όπως λέτε κι εσείς… Σας βλέπω στην Ακαδημία, στα γεράματά σας…


ΘΗΣΕΑΣ

Τί όμορφα ήταν, πάνω στο λευκό δέρμα, εκείνα τα χρυσά σκυθικά βραχιόλια… Και εκείνα τα μαλλιά από ατόφιο χρυσάφι… Τα μαλλιά της Αριάδνης… Τα φρύδια ωστόσο ήταν σμιχτά και έφραζαν το στενό μέτωπο… Παρθένα, χωρίς αμφιβολία… Η κόκκινη παρθένα, μια συνταγματαρχίνα σε ένα τάγμα Αμαζόνων… Μια αιχμάλωτη που με ένα της βλέμμα κεραυνοβολούσε τους φρουρούς μου… Αν δεν ήξερα να κουλαντρίζω τις γυναίκες…


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

Πού την έβαλες; Δεν σου είπα εγώ να την κλειδώσεις σ’ ένα υγρό υπόγειο, πάνω στο βρομερό άχυρο… Κι από φαΐ; Τίποτα δεν της έδωσες να φάει;.. Να δεις που οι εφημερίδες των Αθηνών θα μας προσάψουν πως κακομεταχειριζόμαστε τους αιχμαλώτους.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΛΥΚΟΥ

Και λοιπόν; Τα έσπαγε όλα! Τί θέλατε να κάνω μ’ ένα τέτοιο αγρίμι;.. Μιλάτε τα ρωσικά, καπετάνιε μου, συνεννοηθείτε εσείς με τούτη τη στρατιωτίνα. Μπορεί, όπως έγινε και με τις άλλες, να μην της αρέσει να της αργάσουν το τομάρι.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

Βγάλ’ την έξω. Προτιμώ να γίνουν όλα στον καθαρό αέρα.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΛΥΚΟΥ

Μιλάμε σοβαρά;.. Αυτή ουρλιάζει… Δαγκώνει… Αφρίζει. Μια διμοιρία ολόκληρη δεν θα έφτανε για να την κάνει ζάφτι! Νομίζετε ότι υπερβάλλω; Δέστε και μόνος σας. Υπάρχει μια χαραμάδα στο διαχωριστικό.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

Δε συνηθίζω να κοιτάω απ’ τις κλειδαρότρυπες.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΛΥΚΟΥ

Είμαστε ωστόσο αναγκασμένοι να παίρνουμε τα μέτρα μας, ορθώς; Δε συζητείται, έχει θεϊκές γάμπες… Θα μου επιτρέψετε, καπετάνιε μου, εγώ πάω να γευματίσω.


ΘΗΣΕΑΣ

Μπλιαχ! Δεν ξέρω πώς τον ανέχτηκα τόσον καιρό αυτόν τον άνθρωπο!.. Αν δεν με είχε αφήσει μονάχο μέσα σε κείνη την ίζμπα με το κορίτσι… Γλώσσα καμηλιέρη και ήθος ρουφιάνου…


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

Κλαίει με λυγμούς ξαπλωμένη φαρδιά πλατιά πάνω στο άχυρο… Κουρέλια η στολή της… Οι γάμπες της τρέμουν… Αυτή η ηλιαχτίδα πάνω στη χρυσή της χαίτη! Με φοβάσαι; Δεν θα σου κάνω κακό!


ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΟΠΗΣ

Είμαι στρατιώτης. Οι στρατιώτες της χώρας μας δεν φοβούνται.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

Γιατί κρατάς τα χέρια σου πίσω, στην πλάτη; Σου έχουν δέσει τα χέρια; Σε στραβώνουν τα μαλλιά σου… Άσε με να τα παραμερίσω… Κι όμως δεν μοιάζω με δήμιο.


ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΟΠΗΣ

Μοιάζεις με εχθρό. Και τους εχθρούς τους φτύνω.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

Κάνεις ό,τι μπορείς για να διαλύσεις τους δισταγμούς μου, μικρή μου… Άι, τί δόντια λύκαινας είναι αυτά; Α, τη σκρόφα! Μάτωσε το στόμα μου… Για δες κάτι πράματα… Παραπατάς τώρα, ε;.. Δε σαλεύει πια… Λιποθύμησε… Τούτα τα κουμπιά που κρατιούνται μόνο από μια κλωστή… Το αίμα σου… Τα στήθια σου…


ΘΗΣΕΑΣ

Κάθε άντρας στη θέση μου το ίδιο θα είχε κάνει… Λευκή σαν το χιόνι… Κρουστή σαν το μάρμαρο… εξάλλου με ερωτεύτηκε αμέσως!


ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΟΠΗΣ

Πού βρίσκεσαι, Αταλάντη, συντρόφισσά μου; Τείχη ανάμεσά μας, στρατιές… Και εγώ αιχμάλωτη, βιασμένη, κουρσεμένη… Έρχονται στιγμές που εύχομαι να μπουκάρει ο κόκκινος στρατός, να πυρπολήσει την πόλη κι αυτός ας πεθάνει· μόνο το μίσος μου γι’ αυτόν μου ξαναδίνει ανθρώπινη μορφή… Κι έρχονται στιγμές που τον αγαπώ· τί θα ’χα απογίνει αν δεν τον αγαπούσα; Θα με βαρεθεί· θα με πασάρει στον Λάχη, στον Αυτόλυκο… Θα ντραπεί που με πόθησε τόσο παράφορα ώστε να τα μπλέξει με μια γυναίκα από το στράτευμα του εχθρού… Αν μου αρέσει; Θα βρισκόμουν ακόμα στη ζωή, αν δεν μ’ άρεσε;.. Αγνοούσα αυτό το ακόρεστο ζώο στο βάθος του εαυτού μου που δεν χορταίνει να κάνει έρωτα… Και η κοιλιά μου φουσκώνει, και η στολή που καμιά φορά, στα κρυφά, φοράω τα βράδια, δεν κουμπώνει πια. Και δεν έχω το θάρρος να εφορμήσω μέσα μου για να σκοτώσω αυτόν τον εισβολέα… Αλλά και πώς να γυρίσω στον τόπο μου με το μπάσταρδο του Έλληνα;


ΘΗΣΕΑΣ

Μια παλαβή, μια τρελή… Μάνα άσπλαχνη, αλύγιστη. Ούτε καν θέλησε να κρατήσει το παιδί της.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

Κι όμως, εγώ της φέρθηκα μια χαρά. Της πρότεινα να παντρευτεί τον Λάχη. Ας πάει στο καλό, ας γυρίσει πίσω στους λαχονόκηπούς της, στο στρατώνα της, στο χωριό της που είναι θαμμένο μέσα στο χιόνι… Εξάλλου ήταν ωραιότερη με τη στολή της κοζάκικης φρουράς απ’ ό,τι με την αμφίεση της πόλης… Ευτυχώς που φορτώθηκε ο γέρος την ανατροφή του παιδιού. Στο κάτω κάτω είναι το βλαστάρι μου, η μοναδική ελπίδα της δυναστείας… Τέλος πάντων… Όλα αυτά ίσως να με γλιτώσουν από τον μπελά να παντρευτώ καμία Υψηλοτάτη.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΑΥΤΟΛΥΚΟΥ

Τί απόλαυση πάντως να βρισκόμαστε ξανά στην πρωτεύουσα! Δεν χωράει αμφιβολία, εσάς, αρχηγέ μου, κοιτάνε όλοι… Φυσικό… τον ήρωα, τον νεαρό κατακτητή της Κριμαίας… Και τί σούργελο ο πατέρας σας μ’ εκείνο το δίκωχο του ναυάρχου!


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

…Κατά την παρέλαση, είπες; Είσαι βέβαιος γι’ αυτό; Βέβαιος πως οι τρομοκράτες σχεδιάζουν να του επιτεθούν στο πέρασμα των Παναθηναίων, στη γωνία των οδών Σταδίου και Πανεπιστημίου;.. Και τί θέλεις να κάνω εγώ;.. Ν’ αλλάξω τη διαδρομή; Όταν του πατέρα μου του καρφωθεί μια ιδέα στο κεφάλι, δεν του γυρίζεις με τίποτα τα μυαλά… Η φροντίδα της ασφάλειάς του αφορά την αστυνομία… Δεν μπορώ να δίνω αιωνίως την εντύπωση ότι τρέμω απ’ το φόβο μου.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ

Άλλωστε, δεν έγινε τίποτα… Ασφαλώς, στην κατάσταση που είναι η καρδιά του, δεν θα άντεχε σε μια έκρηξη βόμβας… Και σήμερα ακόμη αν, κατά τύχη, τίποτα κακά μαντάτα… Για χάρη του και μόνο, θα έκανα καλά να μην εκτίθεμαι…


ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΕΛΕΝΗΣ

Με κρυφοκοιτάζει… Τί ωραίος που είναι… Φρεσκοξυρισμένος… Κι αυτό το χρυσό κολάρο γύρω απ’ το λαιμό του… Ας προχωρήσουμε με χάρη… Μάλλον το ευχαριστιούνται το λίκνισμά μου… Μ’ αρέσει, τούτος ο κύριος… Λες και δεν ξέρω γιατί με κοιτάζει έτσι… Ο Ολύμπιος, μετά την ιστορία του με τον γιο του κηπουρού, μου διηγήθηκε…


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

Δεν είναι κακή τούτη η πιτσιρίκα… Και τί ξεδιάντροπο ύφος… Οι γάμπες της ξεσκισμένες από τα βάτα… Ο δρόμος για τον Μυστρά;.. Ξέρεις από πού ανεβαίνουμε για Μυστρά;.. Ναι, μαζί θα είναι πιο εύκολο. Πιάσε το χέρι μου… Ένα δύο τρία, πήδα λοιπόν!.. Η φουστίτσα της ίσα ίσα φτάνει στα μισά των μηρών της… Φοβάσαι το άλογο; Έλα, γατούλα… Κι ακίνδυνη, σ’ αυτή την ηλικία… Αναρωτιέμαι, ωστόσο αν… Φτάνει να μη δημιουργήσει τίποτα ιστορίες η οικογένεια…


ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΜΙΚΡΗΣ ΕΛΕΝΗΣ

Θα ’χω και ’γω να διηγηθώ πολλά στον Ολύμπιο… Όχι, δεν κλαίω, είμαι μεγάλο κορίτσι… Αν ήξερε η μαμά… Ευτυχώς δεν τσαλακώθηκε πολύ το φουστάνι μου… Δεν πήρε είδηση ότι τα χέρια μου ψαχούλευαν το κολάρο του… Ωραία πέτρα, αστράφτει… Γρήγορα στην τσέπη μου!.. Με περιμένουν στο σπίτι… Είστε πολύ ευγενικός… Ναι, κάθε μέρα στο ίδιο μέρος, βγάζω την κατσίκα να βοσκήσει.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΕΦΗΒΟΥ

Τρέχει μέσα απ’ τα χωράφια χωρίς να ρίξει ούτε μια ματιά πίσω της… Όπως και να ’χει, θα είναι μια ωραία ανάμνηση. Το κολάρο μου!.. Το παλιοθήλυκο μου πήρε το Χρυσόμαλλο Δέρας, ένα κομμάτι μοναδικό, δώρο του Ηρακλή… Για να μάθω να σεργιανάω με όλα μου τα παράσημα για μόστρα!


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟ-ΑΙΓΕΑ

Και όλα αυτά εν μέσω προεκλογικής περιόδου… Θησέα, γιε μου, η επιπολαιότητά σου καταντά εγκληματική… Στον Μυστρά, στους καλούς μας συμμάχους, τους Σπαρτιάτες, μια κόρη από σπίτι… Κι η ασφάλεια του Κράτους, η φήμη της δυναστείας;.. Και γιατί, ύψιστοι θεοί! Τέτοια κοριτσόπουλα βρίσκεις όσα θέλεις στην Αθήνα.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΛΑΧΗ

Η φήμη της δυναστείας απαιτεί την εκθρόνιση ενός ξεμωραμένου γέροντα… Δεν θα τον αφήσετε βέβαια, Εκλαμπρότατε, να σας ξαποστείλει στις αποικίες… Αυτός ο παράλογος πόλεμος… Το τελεσίγραφο της κρητικής κυβέρνησης… Τα πραξικοπήματα ενέχουν βέβαια τους κινδύνους τους. Αλλά ο στρατός, από παράδοση, τάσσεται με τον διάδοχο του θρόνου.


ΘΗΣΕΑΣ

Καλά έκανα και δεν παρασύρθηκα από τις κακές συμβουλές του Λάχη. Έχουμε και μια συνείδηση… Κι έπειτα, ποτέ δεν ξέρεις πού μπορεί να οδηγήσει κάτι τέτοιο: ξεκινάς εξαναγκάζοντας κάποιον σε παραίτηση και καταλήγεις να πυροδοτήσεις μια επανάσταση… Με πονάνε τα πόδια μου… Από τις αποικίες θα επιστρέψω λουσμένος στη δόξα… Ανάλαφρα οστά, κρανία στιλπνά σαν κοχύλια… Όχι, σκουριασμένα κλειδιά, σπασμένα μπουκάλια… Πού είναι τα θύματα; Κάτι μου βρομάει εδώ. Είναι κωμική αυτή η ταυρομαχία χωρίς ταύρο…


ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΡΙΑΔΝΗΣ

Θα αναμετρηθείτε με τον Αίτιο όλου του κακού… Τα μελλοντικά σας διαβήματα… Θα ξαναβρεί τον εαυτό του ξαναβρίσκοντάς με…


ΘΗΣΕΑΣ

Ουφ!.. Το χέρι μου όλο έχει μουδιάσει… Δε χωράει αμφιβολία, αυτός ο μίτος με ενοχλεί… Αλλά πώς μπορούσα να την κακοκαρδίσω, περιφρονώντας τη μικρή επινόησή της… Αλλά τί τις πιάνει όλες τις γυναίκες και μου ρίχνονται με την πρώτη;


ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΦΑΙΔΡΑΣ

Λιώνω για τον Θησέα… Καίγομαι για τον Θησέα…


ΘΗΣΕΑΣ

ικανοποιημένος

Λιώνει για μένα, η μικρή Φαίδρα… Της έχω βέβαια κακιώσει λιγάκι που με έμπλεξε σ’ εκείνη την υπόθεση των δεκατεσσάρων που οδηγήθηκαν… Βρε τους φουκαράδες!.. Όχι ιδιαίτερα ενδιαφέροντες ως δείγματα του ανθρώπινου είδους… Ας έρθω λίγο στη θέση της… Μια χοντροκομμένη πλάκα…, το κακόγουστο αστείο μιας πιτσιρίκας που της αρέσει να ταράζει τα νερά… Με λατρεύει εξάλλου… Από τρυφερότητα για μένα, για να μη ρεζιλευτώ… Είναι φως φανάρι: μερικά φιλιά δεν ξεγελάνε.


ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΦΑΙΔΡΑΣ

Τα μάτια του είναι τόσο καθαρά… Περήφανος!.. Άγριος!.. Και πόσο νέος!.. Ποτέ μου δεν γνώρισα κάποιον τόσο νέο όσο εσύ…


ΘΗΣΕΑΣ

Άγριος… Χμ, χμ… Αλλά νέος… Στο κάτω κάτω, τριάντα οχτώ χρόνων δεν είμαι δα και κανένα σάψαλο…


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ

Φύγε! Φύγε από εδώ! Αυτή η θέρμη, αυτή τη μυρωδιά, αυτή η μαλθακότητα της γυναίκας… Και μάλιστα του πατέρα μου… Ποτέ! Ποτέ!


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΓΕΡΟΥ

ραγισμένη, τρεμάμενη

Εκείνη του αντιστάθηκε… Μου το είπε… Αντιστέκεται όμως μια γυναίκα;.. Θυμάμαι κι εγώ, όταν η Αντιόπη… Αλλά αυτό ήταν διαφορετικό: η Αντιόπη ήταν Σλάβα, κι οι Σλάβοι είναι εχθροί… Με τη γυναίκα του πατέρα του!.. Έκφυλε, υποκριτή γιε… Α, τον άθλιο, θα τον κανονίσω εγώ… Φυλακή και τσεκούρι… Σαν τον Μεγάλο Πέτρο… Προσοχή… Το καλό όνομα της δυναστείας δεν επιτρέπει στον βασιλιά να θανατώσει τον γιο του. Μπορούμε να το κάνουμε να φανεί σαν ατύχημα… Αν, δήθεν τυχαία, αφηνιάσουν τα άλογά του και τσακιστεί πάνω στα βράχια…


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΙΠΠΟΛΥΤΟΥ

Καθάριο σαν το φως… το βάθος της καρδιάς μου… Να μην του μοιάσω, να μην αποκτήσω αργότερα αυτό το χυδαίο πρόσωπο, αυτό το αυτάρεσκο μειδιάμα του γυναικοκατακτητή… Ο βιασμός, η ατίμωση της μητέρας μου… Μιας ηρωίδας, μιας αγνής πολεμίστριας… Και τώρα ο γάμος με τούτη την αποκρουστική ξένη που με μάτια λύκαινας με κοιτάζει… Και η εγκατάλειψη της Αριάδνης…


ΘΗΣΕΑΣ

Εγκατέλειψα την Αριάδνη;.. Εγώ;.. Αγάπη μου… Ποια είναι αυτή η φωνή; Ποιος τολμάει;.. Θα τη σκοτώσω αυτή τη φωνή.


ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ, ΓΕΡΟΥ

Σκότωσα τον γιο μου… Τον μοναχογιό μου… Την ελπίδα της δυναστείας… Σε μια στροφή του δρόμου που από την Ελευσίνα οδηγεί στο Δαφνί… Ο γιος μου αιμορραγεί… Αίματα στο δρόμο… Ο αθώος γιος μου… Κι αν αυτή είχε πει στην αρχή την αλήθεια, κι αν μετά την αναίρεσε για να με κάνει να πονέσω περισσότερο για να πιστέψω ότι σκότωσα τον αθώο μου γιο;.. Α, ακόμα κι αν εκείνος είχε… Θα μπορούσαμε να τα βρίσκαμε οι τρεις μας… Θα παρίστανα τον ανήξερο. Ο γιος μου νεκρός… Σαν να σκοτώθηκα εγώ στα είκοσί μου χρόνια… Να αυτομαστιγωθώ, να ομολογήσω δημόσια στην πλατεία… Όχι, δεν χρειάζονται υπερβολές. Θα με κορόιδευαν. Θα γινόμουν το ρεντίκολο των Αθηνών… Ο γιος μου, κύριοι, το άμοιρο παιδί μου… Ευχαριστώ… Ευχαριστώ… Βαθιά συγκινημένος για τα συλλυπητήρια της Συγκλήτου… Η ειμαρμένη…


ΘΗΣΕΑΣ

Τι κάθεται και τσαμπουνάει, εκείνος ο γέρος; Σκότωσε το γιο του; Καμιά κομπίνα θα ’ναι στη μέση. Ή αυτός ή εγώ, έχει δίκιο ο Λάχης. Αλλά τι του ήρθε και χρησιμοποίησε τις γυναικοδουλειές για πρόσχημα; Μάλλον θα πρόκειται για εκείνη τη ζαρωμένη βεντέτα, για κείνο το σβησμένο αστέρι των καφωδείων του Πέραν που παντρεύτηκε πέρυσι ο πατέρας μου με μοργανατικό γάμο. Αυτός ο τράγος θα της το είπε από κακία… Και κείνη θα πέταξε τη σκούφια της… Μωρέ, δεν θα την άγγιζα ούτε με την τσιμπίδα… Μια γυναίκα που ο μπαμπάς… Σκασίλα μου για την κατάρα του… Δεν με ξεφορτώνεται, ο παλιόγερος!.. Και τι άσχημος που είναι! Για δέστε λίγο αυτό το κεφάλι, αυτή τη φάτσα του γεροπαραλυμένου… Άρπα την στη μύτη! Άρπα την στο μάτι! Πάει καιρός που ήθελα να του σπάσω τα μούτρα!.. Ψαλίδισε τη γκρίζα του γενειάδα έτσι ώστε να μοιάζει με το ξανθό μου γενάκι. Κι αυτή η ουλή στην κόγχη του ματιού. Τώρα αντιγράφει και τις ουλές μου! Ο γιος σου, ε;.. Μάτωσαν τα χέρια μου… Χτύπησα πολύ δυνατά. Ένα καλό μαχαίρι και ξεμπερδέψαμε… Ή αυτός ή εγώ, όπως λέει ο Λάχης… Για τη δυναστεία… Άρπα τη στο λαιμό!.. Αυτόν τον σιχαμερό ρυτιδιασμένο λαιμό, που θυμίζει γαλοπούλα… Α! Συμφορά μου! Μου φαίνεται πως πεθαίνω εγώ.


Πέφτει, μέσα σ’ ένα πανδαιμόνιο από σπασμένα ξύλα και θρυμματισμένα γυαλιά.


Marguerite Yourcenar. 2005. Θέατρο ΙΙ. Ηλέκτρα ή η πτώση των προσωπείων. Το μυστήριο της Άλκηστης. Ποιος δεν έχει τον Μινώταυρό του; Μετ. Ιωάννα Δ. Χατζηνικολή. Αθήνα: Χατζηνικολή. Τίτλος πρωτοτύπου: Qui n’a pas son Minotaure? (Éditions Gallimard, 1971).



1. Σ.τ.μ.: Στις καθολικές χώρες η 6η Ιανουαρίου είναι αφιερωμένη όχι μόνο στη Βάπτιση του Χριστού, αλλά και στο προσκύνημα των Μάγων. Ένα από τα έθιμα της ημέρας στη Γαλλία είναι και η κοπή της πίτας των Θεοφανίων ή "πίτας του βασιλιά". Το νεαρότερο μέλος της οικογένειας τρυπώνει κάτω από το τραπέζι και υποδεικνύει ποιος από τους συνδαιτυμόνες θα φάει ποιο κομμάτι της πίτας (η οποία ανάλογα με την περιοχή μπορεί να έχει φύλλο, γέμιση, κ.λπ.). Εκείνος στον οποίο θα πέσει το φλουρί (που μπορεί να είναι ένα ξερό κουκί, όπως σε αντίστοιχες παγανιστικές γιορτές των ρωμαϊκών χρόνων και όπως στις ψηφοφορίες της αρχαιότητας, αλλά μπορεί επίσης να είναι ένα κατασκευασμένο από χρυσό 24 καρατίων· συνήθως, πάντως, είναι πορσελάνινο) στέφεται (με μια χαρτονένια κορόνα, όπως αναφέρει η Γιουρσενάρ) βασιλιάς της ημέρας και διαλέγει τη βασίλισσά του.