Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Marguerite Yourcenar

Ηλέκτρα ή Η πτώση των προσωπείων

Μετάφραση: Ιωάννα Δ. Χατζηνικολή

(απόσπασμα)


ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗ

Ηλέκτρα, Πυλάδης, Ορέστης


ΟΡΕΣΤΗΣ

Μη με πλησιάζεις, Ηλέκτρα: γέμισα σκόνη στη σκάλα, όπως ερχόμουν στο κατώι σου… Πουφ, δρόμος να σου πετύχει, μια στενωπός που συστρέφεται σαν το φίδι κάτω από τη γη!… Στο σημείο όπου με άφησε ο Θεόδωρος, εκεί που το μονοπάτι βυθίζεται ανάμεσα σε δυο βουνοπλαγιές, γύρισα για να δω πίσω μου τη θάλασσα και τους λόφους του κόλπου του Άργους… Ήταν ίσως η τελευταία φορά που ατένιζα τη θάλασσα με τα μάτια ενός αθώου.


ΠΥΛΑΔΗΣ

Αν έχεις την καλοσύνη, απάλλαξέ μας απ’ την ευγλωττία σου. Κι όταν θα βγεις από δω θα ατενίσεις για πρώτη φορά τη θάλασσα με τα μάτια ενός ενόχου.


ΟΡΕΣΤΗΣ

(κάθεται κοντά στην εστία):

Και τούτο το σπίτι… Μου το ’χε πει ο Πυλάδης πως ζούσες στην πιο γυμνή, στην πιο εκτεθειμένη πλαγιά του βουνού, μα είναι πάντα φτωχή η φαντασία… Λείπουν οι λεπτομέρειες… Πού να βάλει ο νους μου τους σκασμένους τοίχους, τη ραγισμένη πιατέλα μέσα στις στάχτες, τη γουρούνα στην αυλή της κουζίνας… Κι όσο σκέφτομαι ότι εγώ ζούσα στο Άργος, σε ένα παλάτι πνιγμένο στους κήπους… Ο Πυλάδης με πήγε στους αγώνες της Ολυμπίας, στις γιορτές των Δελφών — έφαγα στο τραπέζι των Αθηναίων αρχόντων… Ενώ εσύ, η μεγάλη μου αδερφή, προσπαθούσες να βρεις λίγη ζεστασιά πλάι σ’ αυτήν την αδύναμη ανθρακιά.


ΗΛΕΚΤΡΑ

Μη λυπάσαι για μένα, Ορέστη μου. Δεν το ’βλεπα αυτό το σπίτι. Δεν ένιωθα ούτε το κρύο του χειμώνα, ούτε την κάψα του καλοκαιριού. Εγώ είχα τις δικές μου εποχές, τον δικό μου μαύρο ήλιο, τους δικούς μου φαρμακερούς καρπούς που ωρίμαζαν σε μυστικές κρεβατίνες. Τούτη η άθλια κάμαρα δεν ήταν πιο βρομερή από ό,τι οι αδικαίωτες ζωές μας… Στο τέλος έφτασα να την αγαπήσω, όπως ο αστρίτης αγαπά την τρύπα του, όπως το θηκάρι αγαπά της Ηλέκτρας το μαχαίρι. Τους τοίχους εγώ τους στόλισα με τεράστιες άλικες νωπογραφίες.


ΠΥΛΑΔΗΣ

Λιγότερη παραφορά, Ηλέκτρα. Το τρομάζεις το παιδί.


ΟΡΕΣΤΗΣ

Ναι, αλλά πώς έζησες εδώ μέσα, πώς έτρωγες, πώς έσκυβες στον καθρέφτη για να πλέξεις τα μαλλιά σου;… Τώρα καταλαβαίνω από πού πήρες αυτό το μελαψό χρώμα της χωρικής κι αυτή τη γλυκιά, ραγισμένη φωνή που είναι ο βραχνός καρπός των δίχως φωτιά χειμώνων… Κι αυτήν τη στυφάδα που με κατέθλιβε από τότε κιόλας που με επισκεπτόσουν στο Άργος και που οφείλεται μόνο στη δυστυχία… Μυρίζει θηρίο και θάνατο το σπίτι σου, άμοιρη αδελφή μου, σαν παγίδα και σαν τάφος.


ΠΥΛΑΔΗΣ

Δεν το ξέραμε πώς είσαι προικισμένος και με μαντικές ικανότητες, Ορέστη. Όπως το παρελθόν, έτσι και το μέλλον έχει τα φαντάσματά του, ειδικά όταν από αυτό το μέλλον μάς χωρίζει όλο κι όλο ένα πρωί. Το σπίτι της Ηλέκτρας είναι παγίδα και θα γίνει τάφος.


ΟΡΕΣΤΗΣ

Α! Αδερφή μου, πιο πολύ κι από αδερφή! Φίλε μου, τί λέω, αδερφέ μου! Προδοθήκαμε, λοιπόν; Θα πεθάνουμε;


ΠΥΛΑΔΗΣ

Εξήγησέ του, Ηλέκτρα. Μην τον αφήνεις να πλέκει τζάμπα ελεγείες για πάρτη του.


ΗΛΕΚΤΡΑ

Γιατί κάθε πράξη να είναι πιο φτηνή από την ελπίδα της και πιο φτωχή απ’ την προσμονή της; Εκείνος θα έχει ονειρευτεί μιαν επίθεση στον ανοιχτό αέρα, κάτω απ’ τ’ άστρα, μέσα στην άσπιλη νύχτα… Εξήγησέ του εσύ, αν μπορείς, ότι είναι πιο βολικό να σκοτώνει κανείς τον εχθρό του μέσα σε τέσσερις τοίχους.


ΠΥΛΑΔΗΣ

Ο Αίγισθος και η μητέρα σου θα έρθουν εδώ, σήμερα κιόλας. Η δουλειά, η πράξη δικαιοσύνης όπως την αποκαλεί η Ηλέκτρα, θα γίνει μέσα σε τούτο το δωμάτιο. Η Ηλέκτρα θα τους υποδεχτεί στο κατώφλι. Εμείς θα είμαστε κρυμμένοι πίσω από τούτη την πόρτα.


ΟΡΕΣΤΗΣ

Εδώ, μέσα σε τούτο το δωμάτιο, πίσω από τούτη την πόρτα;…


ΗΛΕΚΤΡΑ

Ναι, Ορέστη μου. Για μια φορά δεν θα τους προστατεύει η αστυνομία τους και το χρυσάφι των Μυκηνών, ούτε εκείνη η αίγλη των ζάμπλουτων και των υψηλών προσώπων με την οποία μας καθήλωναν όταν ήμασταν αδύναμα παιδάκια… Ο αληθινός τους θάνατος είναι πρώτα πρώτα αυτή η κατάπτωση. Σαν τον πρώτο τυχόντα περαστικό μπαίνουν σχεδόν κατά τύχη σε ένα χάνι όπου τους καρτερεί η Δικαιοσύνη. Δεν θα αστοχήσουμε… Σαν τον πρώτο τυχόντα θα πεθάνουν…


ΠΥΛΑΔΗΣ

Θα του πεις τί πρόσχημα χρησιμοποίησες, για να πετύχεις τη μικρή αυτή οικογενειακή μάζωξη, Ηλέκτρα;


ΗΛΕΚΤΡΑ

Όχι, Πυλάδη. Το ψέμα μου δεν ενδιαφέρει τον Ορέστη.


ΟΡΕΣΤΗΣ

Εδώ, μέσα σε τούτο το δωμάτιο… Πίσω από τούτη την πόρτα… Ποτέ δεν θα μπορέσω.


ΠΥΛΑΔΗΣ

Το βρίσκεις πιο εύκολο να στραγγαλίσεις φρουρούς;


ΟΡΕΣΤΗΣ

Ποτέ δεν θα μπορέσω… Δεν θα μπορέσω να στηθώ πίσω από τούτη την πόρτα… Θυμάμαι που παίζαμε κρυφτό και μας γυρεύανε… Ήμουν κρυμμένος στα σκοτεινά, πίσω από μια πόρτα κι εκείνη με γύρευε… Γύρευε το γιο της μες στα σκοτάδια.


ΠΥΛΑΔΗΣ

Οι παιδικές αναμνήσεις είναι καλές μόνο για τα βιβλία, Ορέστη. Τόσον καιρό που το συζητάμε, θα ’πρεπε να έχεις συνηθίσει στην ιδέα πως θα σκοτώσεις τη μάνα σου.


ΟΡΕΣΤΗΣ

Είχα συνηθίσει στην ιδέα πως θα σκότωνα μια γυναίκα ξαπλωμένη στο βασιλικό κρεβάτι με τον δολοφόνο του πατέρα μου, με τον σφετεριστή που άρπαξε την κληρονομιά μας, με τον τύραννο που στέλνει στα βασανιστήρια τους φίλους μας… Είχα συνηθίσει στην ιδέα μιας μάχης μεταξύ ανδρών με σπάθες μέσα στη νύχτα, όπου σκοτώνεις δίχως να ξέρεις ποιόν… Μα δεν θα μπορέσω να την σκοτώσω, άμα θα την βλέπω από κοντά… Θα κάνει τις ίδιες κινήσεις… Μπορεί να έχει ακόμα κρεμασμένο στο λαιμό της το κρυστάλλινο χαϊμαλί που μου άρεσε να χώνω στο στόμα μου… Όπως και να ’χει δεν μπορώ να την σκοτώσω, άμα αναλογίζομαι πως είμαι παιδί της.


ΗΛΕΚΤΡΑ

Δεν θα την γνωρίσεις. Έχει παχύνει φοβερά.


ΠΥΛΑΔΗΣ

Δεν θα αρχίσεις τώρα να μας μιλάς για δεσμούς αίματος σαν κανένας θεατρικός ήρωας. Ώρες είναι να μας θυμίσεις κιόλας με τρεμάμενη φωνή ότι επί εννιά μήνες σε κουβαλούσε στα σπλάχνα της.


ΟΡΕΣΤΗΣ

Δεν πρόκειται για τα σπλάχνα της… Ούτε για την καρδιά της. Κι αν η μητέρα μου με είχε εννιά μήνες μέσα της, εγώ δεν το θυμάμαι. Όπως δεν θυμάμαι και την εποχή που με θήλαζε, πριν με πασάρει για μεγαλύτερη ευκολία σε μια τροφό. Θυμάμαι, όμως, ότι με έμαθε να πλένομαι, ότι με βοήθησε να μάθω να διαβάζω… Ό,τι κι αν λέτε, δεν μπορώ να σκοτώσω τη γυναίκα που μου έδειξε πώς να χρησιμοποιώ το μαχαίρι και το κουτάλι μου.


ΠΥΛΑΔΗΣ

Δεν χρειάζεται να τη σκοτώσεις εσύ. Μόνο να μας δώσεις ένα χεράκι με τον Αίγισθο.


ΗΛΕΚΤΡΑ

Κι όμως, Πυλάδη, χρειάζεται. Ο κόσμος είναι γεμάτος από ηλιθίους. Νομίζεις πως σκοπεύω να φορτωθώ ολομόναχη αυτό που αρέσκονται να αποκαλούν έγκλημα; Πέντε χρόνια τώρα έχω φτύσει αίμα για να ξαναδώσω στον Ορέστη τον τίτλο του και το βιος του, να τον ξεπλύνω, τον μοναχογιό, από την αποτρόπαιη υποψία ότι τα είχε κάνει πλακάκια με τους φονιάδες του πατέρα του και τώρα ο μικρός θα καθίσει να με κοιτάει ενώ εγώ θα φέρνω σε πέρας τη βρομοδουλειά; Κι αύριο θα υψώσει προς τον ουρανό δυο χέρια πιο κοριτσίστικα από τα δικά μου, δυο χέρια που θα έχουν μείνει καθαρά; Αυτό που πρόκειται να συμβεί εδώ μέσα είναι κάτι σαν λειτουργία, όπου αρμόζει να συμμετάσχουμε όλοι. Μιλάμε κυριολεκτικά για δεσμούς αίματος.


ΠΥΛΑΔΗΣ

Άλλωστε δεν είναι πια η μητέρα σου, είναι η γυναίκα του Αίγισθου. Εδώ και δέκα χρόνια τα μόνα παιδιά που θα μετρούσαν γι’ αυτήν είναι εκείνα που, ευτυχώς, δεν έφερε στον κόσμο.


ΗΛΕΚΤΡΑ

(σταυροκοπιέται):

Εις το όνομα του Πατρός… Εις το όνομα του Υιού… Ναι, ο Θεός τιμώρησε τη μοιχεία τους με ατεκνία.

[...]


Marguerite Yourcenar. 2005. Θέατρο ΙΙ. Ηλέκτρα ή η πτώση των προσωπείων. Το μυστήριο της Άλκηστης. Ποιος δεν έχει τον Μινώταυρό του; Μετ. Ιωάννα Δ. Χατζηνικολή. Αθήνα: Χατζηνικολή. Τίτλος πρωτοτύπου Théâtre II: Électre ou la Chute des masques (Éditions Gallimard, 1971).