Εξώφυλλο

Νόστος:

Ο Αρχαιοελληνικός Μύθος στην Παγκόσμια Λογοτεχνία

Μνήμη Δ. Ν. Μαρωνίτη

[Τεκμηρίωση: βλ. Πυξίς]

Νίκος Καζαντζάκης

Προμηθέας Δεσμώτης


(αποσπάσματα)

[...]
ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Γιατί, Αθηνά, γιατί να πάει χαμένος
τόσος ιδρώτας και καημός στον κόσμο;

ΑΘΗΝΑ
Ω γίγαντα, ω Πατέρα μου, η ψυχή τους
έφαγε κι ήπιε, γίνηκε όλη κρέας
και δεν μπορούσε πια να δει μπροστά της
το μέγα τ’ Όνειρό της, το Θεό...

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Το μέγα τ’ Όνειρό της...;

ΑΘΗΝΑ
Να τη σπρώχνει
στου λυτρωμού το δύσκολο ανηφόρι·
και πίσω, να, ξανακυλάει στη λάσπη.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Το μέγα τ’ Όνειρο, ο Θεός; Μεγάλο
λόγο, Αθηνά, ξεστόμισες, κι ο νους μου,
όχι, δεν τον χωράει και πάει να σπάσει!
Το μέγα τ’ Όνειρο, ο Θεός, παιδί μου;

ΑΘΗΝΑ
Σε αγάπησα και σε αγαπώ, Πατέρα,
απ’ όλους τους θεούς εγώ περίσσια·
άνοιξε πια το νου να μπει η φωνή μου!

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Ανοίγω τον το νου το λιμασμένο,
ανοίγω τον, μην το λυπάσαι, λέγε!

ΑΘΗΝΑ
Πώς να το πω; Πατέρα μου, βαρύ ’ναι!
Νειρεύεται η ψυχή στη γης και πλάθει
Θεό καλύτερό της και τον στήνει
στης άβυσσος τον γκρέμνο και πασκίζει
με πόνο, με λαχτάρα να του μοιάσει...

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Ξέρω το δρόμο αυτόν, δε με τρομάζεις·
όμοια έπλαθα κι εγώ καλύτερό μου,
στην άβυσσο από πάνω, Προμηθέα!

ΑΘΗΝΑ
Το ξέρω, και γι’ αυτό το χέρι απλώνω
στο αθάνατο το σπλάχνο σου και ψάχνω
τον πιο τρανό ν’ αγγίξω Προμηθέα·
με αυτόν μιλώ, σε αυτόν μονάχα ελπίζω.
Κι άκου το λόγο που θα πω, Πατέρα:
Ντροπή, ντροπή μεγάλη να παλεύεις
με το λιγόχρονο όνειρο του νου σου,
με το Θεό, τον έρμο σύντροφό σου·
ρίξε, αν τολμάς, πιο πέρα τη ματιά σου!

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Πιο πέρα απ’ το Θεό; Δεν ξεχωρίζω!

ΑΘΗΝΑ
Την αλυσίδα της σκλαβιάς σου, μάθε,
δεν την κρατά ο Θεός, δεν είναι ο Αφέντης·
και λευτεριά δε θα γευτείς, μην τρέμεις!
και το Θεό στα Τάρταρα αν τον ρίξεις.
Αλλού το αφεντικό ’ναι, αλλού, Πατέρα!

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Αλλού το αφεντικό ’ναι; Ποιό; Μολόγα!
Πιο πάνω απ’ το Θεό; πιο κάτω; λέγε!

ΑΘΗΝΑ
Παντού! και στης δροσούλας, να, τη στάλα
και μες στο φωτερό μυαλό του Δία.
Και μήνυμα σου στέλνει αυτό, Πατέρα·
ένα χαλκά απ’ την άσπαστη αλυσίδα—
αχ! πες το δαχτυλίδι, μην τρομάξεις!
(Η Αθηνά βγαίνει από τον κόρφο της και περνάει στο δάχτυλο του Προμηθέα ένα σιδερένιο χοντρό δαχτυλίδι.)
Ω, μην τινάζεις άγρια το κεφάλι·
χαιρετισμό σιωπώντας σου το στέλνει,
αχ! η τυφλή, κουφή, βουβή ανυφάντρα —
η αρραβωνιαστικιά σου!

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Εμένα!

ΑΘΗΝΑ
Σώπα!
τούτο το πιο φριχτό ’ναι μυστικό μου·
με τρόμο το κρατά ο Θεός στα σωθικά του·
Κύρη, σου το μπιστεύουμαι, άκουσέ με...

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Ποιό μυστικό; Τα χείλια σου χλωμιάσαν!

ΑΘΗΝΑ
(Μια σιγανή όλο τρόμο φωνή.)
Όμοιο βαρύ χαλκά φοράει κι ο Δίας!

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Όμοιο βαρύ χαλκά φοράει κι ο Δίας;
Σκλάβοι κι οι δυο; Κι οι δυο μας άγριοι ταύροι
στον ίδιο ανέλπιδο ζυγό ζεμένοι;
Ω δύστυχε, τρανέ αδερφέ μου, ω Δία!
με χρυσωμένα κέρατα κι οι δυο μας;
στεφανωμένοι, στέκουμε σφαγάρια
και προσδοκούμε αγλείφοντας, πικρή μας
παρηγοριά! τις φοβερές πληγές μας;!
Άγρια παρθένα, λέγε· την αλήθεια!
πώς τηνε λεν;

ΑΘΗΝΑ
Το στόμα μου στραβώνει,
τραυλίζει η γλώσσα, δεν μπορώ, Πατέρα,
το φοβερό της όνομα ν’ αρμόσω.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Η Μοίρα;
(Η Αθηνά σκύβει το κεφάλι ανατριχιάζοντας.)

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Η Μοίρα;

ΑΘΗΝΑ
Σώπα!

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Δε σωπαίνω!
σε αθώρητο, πνιχτό, σφιχτοπλεμένο
σαν πέσει ο ταύρος δίχτυ, μουγκαλιέται!
Η Μοίρα! πούθε να πιαστώ και πού
να ρίξω το κεφάλι μου να σπάσει!
Πλαντώ, και δεν μπορώ και να πεθάνω!

ΑΘΗΝΑ
Σώπα, και δεν υπάρχει σωτηρία·
κατάματα δε δύνεται κανένας
χωρίς να τυφλωθεί να δει το μέγα
το μυστικό!

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Κανένας; Ω ψυχή μου,
ο κίντυνος μεγάλος, θα χαθούμε·
χανόμαστε, ψυχή μου, σήκω απάνω
και γέννησε αν μπορείς καλύτερό σου!

ΑΘΗΝΑ
Πατέρα, σκύψε το κεφάλι, σώπα·
μήτε ο Θεός τολμάει να την κοιτάξει·
και να τη στοχαστεί, σαλεύει ο νους του!

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Η Γης, η Γης η κακομοίρα ετούτη,
το χώμα αυτό, θα πλάσει και τα μάτια
που να μπορούν τη Μοίρα να στυλώνουν
κατάματα, χωρίς να τυφλωθούνε.
Ω Μάνα Γης, με ακούς; Μη με ντροπιάσεις!

[...]

ΑΘΗΝΑ
Σωπάστε, και ξεπέζεψε η ψυχή του
απ’ το μεγάλο του όραμα και μπαίνει
ξανά στο βουνοκρέμαστο κορμί του.
Χαμογελάει, τα χείλια του σαλεύουν·
κρατάτε την ανάσα· το μεγάλο
ν’ ακούσουμε το λόγο, που απ’ τα βάθη
της καρδιάς και του πόνου του μας φέρνει.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
(Ξυπνώντας από μέγα βύθος.)
Σ’ ευχαριστώ, αστραπόχαρη Αθηνά μου,
ω κόρη του μυαλού μεγαλομάτα!
Στην κοσμοπλάστρα νύχτα την ψυχή μου
την γκρέμισες ανέσπλαχνα, και κείθε,
παλεύοντας αιματωμένη, ανέβη
κρατώντας στην αγκάλη τον υγιό της!
(Σωπαίνει λίγο· ξάφνου σέρνει φωνή μεγάλη.)
Εργάτης είμαι, εργάτης, και δουλεύω
στην άβυσσο της Μοίρας κρεμασμένος!

ΑΘΗΝΑ
Εργάτης είσαι, γίγαντα, το ξέρω
εργάτισσα κι εγώ, μολόγησέ μου
σα ποιό μεγάλο μυστικό απ’ τα βύθη
του αστροκαμένου στήθους σου μας φέρνεις;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Της αστραπής και του μυαλού μικρούλα
με τα παρθένα στήθια θυγατέρα,
μεγάλο μυστικό κρατώ, γιά σκύψε,
χαμήλωσε το αθάνατο κεφάλι·
καλή κι ηλιοπερίχυτη είναι η μέρα,
μιαν άνοιξη κρυφή τα χελιδόνια
πα στις φτερούγες κουβαλούν —
ποτέ μας τέτοια άνθηση, Αθηνά, δε θα χαρούμε·
καλή η στιγμή το μυστικό ν’ ακούσεις:
Έρχεται!

ΑΘΗΝΑ
Ποιός;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Μη θλίβεσαι, Αθηνά μου!
Κι ας ρίξουμε τον Όλυμπο μια μέρα,
εμείς με γαμηλιώτικα τραγούδια
στη γης μας θα σε φέρουμε νυφούλα·
κι ο πιο λαμπρός του ανθρώπου γιος, γαμπρός σου!
Έρχεται, νάτος!

ΑΘΗΝΑ
Ποιός; Ψυχή δε βλέπω!

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Είσαι θεά και πού να δεις! Ελπίδα
καμιά δεν καταδέχεσαι, κυρά μου·
κάθε αγαθό το μπούχτισε η καρδιά σου.
Μα απ’ τ’ άγρια σωθικά του πεινασμένου,
απ’ τη βαριά του πόνου μας λαχτάρα,
έρχεται, νάτος!

ΑΘΗΝΑ
Ποιός;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Ο Λυτρωτής!
Τη βρεφικήν αγρίκηξα φωνή του
μες στ’ όνειρό μου, ανατολή και δύση,
τα δυο λευκά μελίγγια μου να σκίζει.

ΑΘΗΝΑ
Ποιός Λυτρωτής; Και πώς θα μας λυτρώσει;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Κατάματα κοιτάζοντας τη Μοίρα!

ΑΘΗΝΑ
Κατάματα κοιτάζοντας τη Μοίρα;!
μήτε ο Θεός μπορεί να την κοιτάξει.

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Ο Λυτρωτής μπορεί, και μην τρομάζεις,
μπορεί, κι αυτή ’ναι η λύτρωση που φέρνει.

Βυθίστηκα στο σπλάχνο μου, τον είδα·
ξενίκησε, τις δώδεκα διαβαίνει
συναστεριές και φτάνει εδώ στη γης μας.

ΑΘΗΝΑ
Πιο δυνατός αυτός απ’ τους θεούς μας,
πιο θρασερός αυτός απ’ τους Τιτάνες;

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Τιτάνες και θεοί, τα σκαλοπάτια·
πάτα, ψυχή μου, ανέφοβα κι ανέβα
κρατώντας τον υγιό σου στην αγκάλη!
[...]

Νίκος Καζαντζάκης. 1964. Θέατρο. Τόμ. Α΄: Τραγωδίες με αρχαία θέματα. «Προμηθέας Πυρφόρος», «Προμηθέας Δεσμώτης», «Προμηθέας Λυόμενος», «Κούρος», «Οδυσσέας», "Μέλισσα". 2η έκδ. Αθήνα: Ελ. Καζαντζάκη [1η έκδ.: Αθήνα: Δίφρος, 1955].