Εξώφυλλο

Ανθολογίες

Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη

ΧΑΡΙΤΩΝ

222. – Τὰ περὶ Χαιρέαν καὶ Καλλιρρόην 8, 1, 1-15

Πρόκειται κατά πάσα πιθανότητα για το αρχαιότερο σωζόμενο μυθιστόρημα, αφού η συγγραφή του τοποθετείται μεταξύ του 1ου αι. π.Χ. και του 1ου αι. μ.Χ. Το λογοτεχνικό είδος του μυθιστορήματος ακμάζει από τον 1ο αι. π.Χ ώς τον 4ο αι. μ.Χ., και παρουσιάζει την ακόλουθη τυπική πλοκή: δύο νέοι ερωτεύονται κεραυνοβόλα, αλλά ποικίλα εμπόδια τους εξαναγκάζουν να αποχωριστούν και να περιπλανηθούν σ ολόκληρη σχεδόν την ανατολική Μεσόγειο, δοκιμάζοντας πλήθος περιπετειών, διατηρώντας όμως την αγνότητά τους μέχρι την οριστική επανένωση.

Για τον συγγραφέα γνωρίζουμε μόνο ότι καταγόταν από την Αφροδισιάδα της Καρίας και ότι υπήρξε γραμματέας του δικηγόρου Αθηναγόρα. Ο Χαρίτων επιλέγει ως σκηνικό του έργου του το κλασικό παρελθόν: τοποθετεί την δράση στα τέλη του 5ου/αρχές του 4ου αι. π.Χ. και χρησιμοποιεί επιπλέον γνωστά ιστορικά πρόσωπα, αν και με αναχρονισμούς (ο Ερμοκράτης π.χ. ταυτίζεται με τον στρατηγό που κατατρόπωσε τον Αθηναϊκό στόλο στις Συρακούσες το 413 π.Χ., ο Αρταξέρξης ο Β᾽ και οι σατράπες του είναι επίσης υπαρκτά πρόσωπα). Το ψευδο-ιστορικό αυτό πλαίσιο όμως λειτουργεί μόνο ως φόντο για να εκτυλιχθεί μια ερωτική ιστορία, η οποία αντανακλά την ευαισθησία της ελληνιστικής εποχής, όσον αφορά την έμφαση στο ιδιωτικό στοιχείο και την απόδοση της ψυχολογίας των ηρώων. Τα νήματα της αφήγησης κινεί η ίδια η θεά Αφροδίτη· ο κεραυνοβόλος έρωτας και ο γάμος των δύο νέων αποτελούν δικό της έργο. Αλλά και όσα ακολουθούν. δηλ. ο χωρισμός και οι περιπέτειες που θα οδηγήσουν τους ήρωες ώς την αυλή του Πέρση βασιλιά, την δίκη κτλ., αποτελούν την τιμωρία της θεάς για τον φαινομενικό θάνατο της Καλλιρόης, που προκάλεσε ο Χαιρέας από ζήλεια. Η επανένωση θα επέλθει μόνον όταν ο ήρωας θα έχει πλήρως εξαγνισθεί μέσα από τις δοκιμασίες. Κομβικό επίσης ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής παίζει η θεϊκή ομορφιά της Καλλιρόης. που προκαλεί την εμφάνιση ερωτικών αντιζήλων με τις συνακόλουθες περιπλοκές. Στο απόσπασμα που ανθολογείται, εξιστορούνται η συνάντηση, η περιπαθής "αναγνώριση", και η οριστική ένωση των δύο ηρώων.

[8.1.1] ὡς μὲν οὖν Χαιρέας ὑποπτεύσας Καλλιρρόην Διονυσίῳ παραδεδόσθαι, θέλων ἀμύνασθαι βασιλέα πρὸς τὸν Αἰγύπτιον ἀπέστη καὶ ναύαρχος ἀποδειχθεὶς ἐκράτησε τῆς θαλάσσης, νικήσας δὲ κατέσχεν Ἄραδον, ἔνθα βασιλεὺς καὶ τὴν γυναῖκα τὴν ἑαυτοῦ καὶ πᾶσαν τὴν θεραπείαν ἀπέθετο καὶ Καλλιρρόην, ἐν τῷ πρόσθεν λόγῳ δεδήλωται. [8.1.2] ἔμελλε δὲ ἔργον ἡ Τύχη πράττειν οὐ μόνον παράδοξον, ἀλλὰ καὶ σκυθρωπόν, ἵνα ἔχων Καλλιρρόην Χαιρέας ἀγνοήσῃ καὶ τὰς ἀλλοτρίας γυναῖκας ἀναλαβὼν ταῖς τριήρεσιν ἀπάγῃ, μόνην δὲ τὴν ἰδίαν ἐκεῖ καταλίπῃ οὐχ ὡς Ἀριάδνην καθεύδουσαν, οὐδὲ Διονύσῳ νυμφίῳ, λάφυρον δὲ τοῖς ἑαυτοῦ πολεμίοις. [8.1.3] ἀλλ᾽ ἀπέδοξε τὸ δεινὸν Ἀφροδίτῃ· ἤδη γὰρ αὐτῷ διηλλάττετο, πρότερον ὀργισθεῖσα χαλεπῶς διὰ τὴν ἄκαιρον ζηλοτυπίαν, ὅτι δῶρον παρ᾽ αὐτῆς λαβὼν τὸ κάλλιστον, οἷον οὐδὲ Ἀλέξανδρος ὁ Πάρις, ὕβρισεν εἰς τὴν χάριν. ἐπεὶ δὲ καλῶς ἀπελογήσατο τῷ Ἔρωτι Χαιρέας ἀπὸ δύσεως εἰς ἀνατολὰς διὰ μυρίων παθῶν πλανηθείς, ἠλέησεν αὐτὸν Ἀφροδίτη καὶ ὅπερ ἐξ ἀρχῆς δύο τῶν καλλίστων ἥρμοσε ζεῦγος, γυμνάσασα διὰ γῆς καὶ θαλάσσης, πάλιν ἠθέλησεν ἀποδοῦναι. [8.1.4] νομίζω δὲ καὶ τὸ τελευταῖον τοῦτο σύγγραμμα τοῖς ἀναγινώσκουσιν ἥδιστον γενήσεσθαι· καθάρσιον γάρ ἐστι τῶν ἐν τοῖς πρώτοις σκυθρωπῶν. οὐκέτι λῃστεία καὶ δουλεία καὶ δίκη καὶ μάχη καὶ ἀποκαρτέρησις καὶ πόλεμος καὶ ἅλωσις, ἀλλὰ ἔρωτες δίκαιοι ἐν τούτῳ ‹καὶ› νόμιμοι γάμοι. [8.1.5] πῶς οὖν ἡ θεὸς ἐφώτισε τὴν ἀλήθειαν καὶ τοὺς ἀγνοουμένους ἔδειξεν ἀλλήλοις λέξω.
ἑσπέρα μὲν ἦν, ἔτι δὲ πολλὰ τῶν αἰχμαλώτων κατελέλειπτο. κεκμηκὼς οὖν ὁ Χαιρέας ἀνίσταται, ἵνα διατάξηται τὰ πρὸς τὸν πλοῦν. [8.1.6] παριόντι δὲ αὐτῷ τὴν ἀγορὰν ὁ Αἰγύπτιος ἔλεξεν· «ἐνταῦθά ἐστιν ἡ γυνή, δέσποτα, ἡ μὴ βουλομένη προσελθεῖν, ἀλλὰ ἀποκαρτεροῦσα· τάχα δὲ σὺ πείσεις αὐτὴν ἀναστῆναι· τί γάρ σε δεῖ καταλείπειν τὸ κάλλιστον τῶν λαφύρων;» συνεπελάβετο καὶ Πολύχαρμος τοῦ λόγου, βουλόμενος ἐμβαλεῖν αὐτόν, εἴ πως δύναιτο, εἰς ἔρωτα καινὸν καὶ Καλλιρρόης παραμύθιον. «εἰσέλθωμεν» ἔφη, «Χαιρέα.» [8.1.7] ὑπερβὰς οὖν τὸν οὐδὸν καὶ θεασάμενος ἐρριμμένην καὶ κεκαλυμμένην εὐθὺς ἐκ τῆς ἀναπνοῆς καὶ τοῦ σχήματος ἐταράχθη τὴν ψυχὴν καὶ μετέωρος ἐγένετο. πάντως δ᾽ ἂν καὶ ἐγνώρισεν, εἰ ‹μὴ› σφόδρα πέπειστο Καλλιρρόην ἀπειληφέναι Διονύσιον. [8.1.8] ἠρέμα δὲ προσελθών, «θάρρει» φησίν, «ὦ γύναι, ἥτις ἂν ᾖς, οὐ γάρ σε βιασόμεθα· ἕξεις δὲ ἄνδρα ὃν θέλεις.» ἔτι λέγοντος ἡ Καλλιρρόη γνωρίσασα τὴν φωνὴν ἀπεκαλύψατο καὶ ἀμφότεροι συνεβόησαν· «Χαιρέα — Καλλιρρόη.» περιχυθέντες δὲ ἀλλήλοις, λιποψυχήσαντες ἔπεσον. [8.1.9] ἄφωνος δὲ καὶ Πολύχαρμος τὸ πρῶτον εἱστήκει πρὸς τὸ παράδοξον, χρόνου δὲ προϊόντος «ἀνάστητε» εἶπεν, «ἀπειλήφατε ἀλλήλους· πεπληρώκασιν οἱ θεοὶ τὰς ἀμφοτέρων εὐχάς. μέμνησθε δὲ ὅτι οὐκ ἐν πατρίδι ἐστέ, ἀλλ᾽ ἐν πολεμίᾳ γῇ, καὶ δεῖ ταῦτα πρότερον οἰκονομῆσαι καλῶς ἵνα μηδεὶς ἔτι ὑμᾶς διαχωρίσῃ.» [8.1.10] τοιαῦτα ἐμβοῶντος, ὥσπερ τινὲς ἐν φρέατι βαθεῖ βεβαπτισμένοι μόλις ἄνωθεν φωνὴν ἀκούσαντες, βραδέως ἀνήνεγκαν, εἶτα ἰδόντες ἀλλήλους καὶ καταφιλήσαντες πάλιν παρείθησαν καὶ δεύτερον καὶ τρίτον τοῦτο ἔπραξαν, μίαν φωνὴν ἀφιέντες· «ἔχω σε, εἰ ἀληθῶς εἶ Καλλιρρόη· εἰ ἀληθῶς εἶ Χαιρέας.»

[8.1.11] φήμη δὲ διέτρεχεν ὅτι ὁ ναύαρχος εὕρηκε τὴν γυναῖκα. οὐ στρατιώτης ἔμεινεν ἐν σκηνῇ, οὐ ναύτης ἐν τριήρει, οὐ θυρωρὸς ἐν οἰκίᾳ· πανταχόθεν συνέτρεχον λαλοῦντες «ὢ γυναικὸς μακαρίας, εἴληφε τὸν εὐμορφότατον ἄνδρα.» Καλλιρρόης δὲ φανείσης οὐδεὶς ἔτι Χαιρέαν ἐπῄνεσεν, ἀλλ᾽ εἰς ἐκείνην πάντες ἀφεώρων, ὡς μόνην οὖσαν. [8.1.12] ἐβάδιζε δὲ σοβαρά, Χαιρέου καὶ Πολυχάρμου μέσην αὐτὴν δορυφορούντων. ἄνθη καὶ στεφάνους ἔβαλλον αὐτοῖς, καὶ οἶνος καὶ μύρα πρὸ τῶν ποδῶν ἐχεῖτο, καὶ πολέμου καὶ εἰρήνης ἦν ὁμοῦ τὰ ἥδιστα, ἐπινίκια καὶ γάμοι. [8.1.13] Χαιρέας δὲ εἴθιστο μὲν ἐν τριήρει καθεύδειν καὶ νυκτὸς καὶ μεθ᾽ ἡμέραν πολλὰ πράττων· τότε δὲ Πολυχάρμῳ πάντα ἐπιτρέψας, αὐτὸς οὐδὲ νύκτα περιμείνας εἰσῆλθεν εἰς τὸν θάλαμον τὸν βασιλικόν· καθ᾽ ἑκάστην γὰρ πόλιν οἶκος ἐξαίρετος ἀποδέδεικται τῷ μεγάλῳ βασιλεῖ. [8.1.14] κλίνη μὲν ἔκειτο χρυσήλατος, στρωμνὴ δὲ Τυρία πορφυρᾶ, ὕφασμα Βαβυλώνιον.
τίς ἂν φράσῃ τὴν νύκτα ἐκείνην; πόσων διηγημάτων μεστή, πόσων δὲ δακρύων ὁμοῦ καὶ φιλημάτων; πρώτη μὲν ἤρξατο Καλλιρρόη διηγεῖσθαι πῶς ἀνέζησεν ἐν τῷ τάφῳ, πῶς ὑπὸ Θήρωνος ἐξήχθη, πῶς ἔπλευσε, πῶς ἐπράθη. [8.1.15] μέχρι τούτων Χαιρέας ἀκούων ἔκλαεν· ἐπεὶ δὲ ἧκεν εἰς Μίλητον τῷ λόγῳ, Καλλιρρόη μὲν ἐσιώπησεν αἰδουμένη, Χαιρέας δὲ τῆς ἐμφύτου ζηλοτυπίας ἀνεμνήσθη, παρηγόρησε δὲ αὐτὸν τὸ περὶ τοῦ τέκνου διήγημα.

[8,1,1] Πώς λοιπόν ο Χαιρέας, που νόμιζε ότι η Καλλιρρόη είχε δοθεί στον Διονύσιο,1 αυτομόλησε στον Αιγύπτιο, για να εκδικηθεί το Βασιλέα· πώς, αφού διορίστηκε ναύαρχος, έγινε κυρίαρχος στη θάλασσα· και τέλος πώς, μετά τη νίκη, κατέλαβε την Άραδο,2 όπου ο Βασιλέας είχε μεταφέρει τη γυναίκα του και όλη του την ακολουθία, μαζί με την Καλλιρρόη: αυτά τα διαβάσατε στο προηγούμενο μέρος της ιστορίας μου.3 [2] Η Τύχη4 όμως σκόπευε να κάνει άλλο ένα κατόρθωμα, όχι μόνο παράδοξο, αλλά και, θλιβερό αυτή τη φορά: να αγνοήσει δηλαδή ο Χαιρέας την Καλλιρρόη, ενώ την είχε μέσα στα χέρια του, και να κάνει πανιά, παίρνοντας όλες τις ξένες γυναίκες κι αφήνονταςεκεί μόνο τη δική του, όχι σαν αποκοιμισμένη Αριάδνη,5 ούτε για τον μυθικό νυμφίο, τον Διόνυσο, αλλά για να την κερδίσουν λάφυρο οι εχθροί. Η Αφροδίτη, όμως, ήταν αντίθετη σ᾽ αυτή τη φοβερή πράξη. [3] Πίστευε, βλέπετε, πως είχε φτάσει πια η ώρα της συμφιλίωσης με τον ήρωά μας, μολονότι στο παρελθόν είχε οργισθεί άγρια μαζί του για την αδικαιολόγητη ζηλοτυπία του: πήρε από κείνη το πιο όμορφο δώρο, ένα δώρο ανώτερο κι απ᾽ αυτό που είχε προσφέρει στον Πάρη, κι αυτός το ατίμασε. Δεν περιφρονούνται έτσι τα δώρα των θεών. Επειδή όμως ο Χαιρέας ξεπλήρωσε στο ακέραιο το χρέος του στον Έρωτα -περιπλανήθηκε με μύρια πάθη από τη Δύση μέχρι την Ανατολή- η Αφροδίτη τον λυπήθηκε. Το ζευγάρι λοιπόν που η ίδια ταίριαξε από τα πιο όμορφα πλάσματα της οικουμένης, αφού το γύμνασε σε στεριά και σε θάλασσα, αποφάσισε να το ξαναενώσει. [4] Νομίζω πως αυτό το τελευταίο κεφάλαιο θα είναι το πιο ευχάριστο στον αναγνώστη, γιατί θα φέρει την κάθαρση απ᾽ όλα τα θλιβερά συμβάντα που προηγήθηκαν. Φτάνουν πια οι πειρατείες, η σκλαβιά, τα δικαστήρια, οι απόπειρες αυτοκτονίας, ο πόλεμος, οι μάχες, οι αλώσεις· τώρα έχουμε δίκαιους έρωτες και νόμιμους γάμους. [5] Πώς λοιπόν η θεά αποκάλυψε άξαφνα την αλήθεια κι έκανε τους δυο εραστές ν᾽ αναγνωρίσουν ο ένας τον άλλον, θα σας το περιγράψω αμέσως.

Ήταν απόγευμα, και οι περισσότεροι αιχμάλωτοι δεν είχαν φορτωθεί ακόμη στα καράβια. Κουρασμένος ο Χαιρέας σηκώνεται για να ρυθμίσει τα θέματα του απόπλου. [6] Καθώς διέσχιζε την αγορά, τον πλησιάζει ο Αιγύπτιος και του λέει:

«Αφέντη μου, εδώ βρίσκεται αυτή που αρνιέται να μας ακολουθήσει. Προτιμά να μείνει μόνη, χωρίς νερό, χωρίς φαΐ. Θα πεθάνει στα σίγουρα. Ίσως εσύ την πείσεις να σηκωθεί. Είναι άλλωστε το ωραιότερο λάφυρο -γιατί να το αφήσεις;» Συνηγόρησε και ο Πολύχαρμος,6 μήπως και τον έριχνε σε κάποιον καινούριον έρωτα και ξεχνούσε την Καλλιρρόη: - «Ας μπούμε, Χαιρέα.»

[7] Σαν πέρασε το κατώφλι και την αντίκρισε ριγμένη καταγής και καλυμμένη με το πέπλο της, αμέσως από την ανάσα της και τη στάση του σώματός της ένιωσε κάποια αναστάτωση. Και σίγουρα θα την αναγνώριζε, αν δεν ήταν πεπεισμένος πως η Καλλιρρόη βρισκόταν στα χέρια του Διονύσιου. [8] Την πλησίασε ήρεμα και της είπε:

«Μη φοβάσαι, γυναίκα, όποια κι αν είσαι. Δεν θα σε ζορίσουμε. Θα αποκτήσεις τον άντρα που επιθυμείς.» Ενώ ακόμα μιλούσε, η Καλλιρρόη, αναγνωρίζοντας τη φωνή του, αποκαλύφθηκε. Τότε κι οι δυο μαζί αναφώνησαν.7

- «Χαιρέα!»

- «Καλλιρρόη!»

Ο ένας έπεσε στην αγκαλιά του άλλου και σωριάστηκαν λιπόθυμοι στη γη. [9] Ο Πολύχαρμος, που δεν πίστευε στα μάτια του, είχε μείνει άναυδος. Μόνο αφού πέρασε κάμποση ώρα, τους είπε: «Σηκωθείτε. Ξαναβρήκατε ο ένας τον άλλον. Οι θεοί εισάκουσαν τις προσευχές σας. Θυμηθείτε όμως ότι δεν είσαστε στην πατρίδα, αλλά σε εχθρικό έδαφος. Οφείλετε πρώτα ν᾽ αντιμετωπίσετε αυτή τη δυσκολία, ώστε να μη σας ξαναχωρίσει κανείς.» [10] Αυτά τους φώναζε ξανά και ξανά. Μα τα λόγια του έφταναν στ᾽ αυτιά τους, απόμακρα, σαν να βρίσκονταν στο βάθος ενός πηγαδιού. Κάποια στιγμή ανέβηκαν στην επιφάνεια. Ξανακοιτάχτηκαν, ξαναφιλήθηκαν, κι αφέθηκαν πάλι στο βυθό. Το ίδιο έγινε για δεύτερη και τρίτη φορά, μα το μόνο που έλεγαν ήταν:

«Σε έχω, αν είσαι στ᾽ αλήθεια η Καλλιρρόη!»

- «Σε έχω, αν είσαι στ᾽ αλήθεια ο Χαιρέας!»

[11] Η Φήμη δεν άργησε να διαδώσει ότι ο ναύαρχος βρήκε τη γυναίκα του. Στρατιώτης δεν έμεινε σε σκηνή ούτε ναύτης σε τριήρη· ακόμα κι οι φρουροί των σπιτιών εγκατέλειψαν τις θέσεις τους. Απ᾽ όλα τα μέρη έτρεχαν εκεί διαλαλώντας την είδηση: «Τι ευτυχισμένη γυναίκα: Τον πιο όμορφο άντρα τον έχει δικό της!» Σαν όμως φανερώθηκε η Καλλιρρόη, κανείς πια δεν παίνευε τον Χαιρέα, αλλά όλων τα μάτια ήταν καρφωμένα πάνω της, σαν να υπήρχε μόνο εκείνη. [12] Προχωρούσε λοιπόν περήφανη, ανάμεσα στον Χαιρέα και τον Πολύχαρμο. Τους έραναν με άνθη, τους πετούσαν στεφάνια, και μπροστά στα πόδια τους χύνονταν μύρα και κρασί. Ό,τι πιο γλυκό δίνει η ειρήνη και ό,τι πιο χαρμόσυνο φέρνει ο πόλεμος υπήρχαν μαζί: τα επινίκια και οι γάμοι. [13] Ο Χαιρέας, που συνήθιζε να κοιμάται στην τριήρη και να ασχολείται με χίλια δυο ζητήματα μέρα-νύχτα, τα άφησε όλα στον Πολύχαρμο, και χωρίς καν να περιμένει να νυχτώσει, μπήκε στο βασιλικό κοιτώνα. (Σε κάθε πόλη υπάρχει μια έπαυλη στη διάθεση του Μεγάλου Βασιλέα.) [14] Το κρεβάτι είχε επένδυση χρυσού. Τα στρωσίδια ήταν βαμμένα με πορφύρα από την Τύρο και το ύφασμά τους είχε έρθει από τη Βαβυλώνα. Ποιος θα μπορούσε να περιγράψει τη νύχτα εκείνη; Με πόσες αφηγήσεις δεν ήταν γεμάτη, με πόσα δάκρυα και φιλιά μαζί! Πρώτη άρχισε την ιστορία της η Καλλιρρόη: πώς αναστήθηκε μέσα στον τάφο, πώς την έβγαλε ο Θήρων,8 το ταξίδι, την αγοραπωλησία ... [15] Μέχρι εδώ ο Χαιρέας έκλαιγε ακούγοντας τα πάθη της. Όταν όμως η εξιστόρηση έφτασε στη Μίλητο,9 η Καλλιρρόη ντράπηκε να συνεχίσει, ενώ ο Χαιρέας ξαναθυμήθηκε την έμφυτη ζηλοτυπία του. Τον παρηγόρησε , ωστόσο, η αφήγηση για το παιδί του.

 

(μετάφραση Βασίλης Λεντάκης)

 

1 Πρόκειται για τον ισχυρό και καλλιεργημένο Έλληνα, τον οποίο η Καλλιρρόη αναγκάζεται να παντρευτεί, όταν οδηγείται από τους πειρατές στη Μίλητο προκειμένου να πουληθεί ως δούλη. (Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα είναι το μόνο από τα σωζόμενα που παρουσιάζει τους δύο ήρωες παντρεμένους ήδη από την αρχή της ιστορίας, καθώς επίσης την ηρωίδα να συνάπτει μετά το χωρισμό της από τον Χαιρέα αναγκαστικό γάμο με τον Διονύσιο προκειμένου να νομιμοποιήσει το παιδί που περιμένει από τον Χαιρέα.) Ο Διονύσιος θα αντιμετωπίσει στην δίκη που διεξάγεται στην Βαβυλώνα τον υποψήφιο αντεραστή Μιθριδάτη, έμμεσα τον ίδιο τον Πέρση μονάρχη, και κυρίως τον πρώτο σύζυγο, δηλ. τον Χαιρέα, τον οποίο όλοι θεωρούσαν νεκρό. Στον ξαφνικό πόλεμο που ξεσπάει και γίνεται η αιτία διακοπής της δίκης, ο Διονύσιος θα πάρει το μέρος των Περσών, ενώ ο Χαιρέας των Αιγυπτίων. Το ανθολογούμενο επεισόδιο διαδραματίζεται μεσούντος του πολέμου, στην Άραδο, όπου βρίσκονται τυχαία οι δύο ήρωες: ο μεν Χαιρέας ως κατακτητής, ενώ η Καλλιρρόη έχει καταφύγει εκεί μαζί με την γυναίκα του Αρταξέρξη για λόγους ασφαλείας.

2 Πόλη της Φοινίκης, απέναντι από το ανατολικό άκρο της Κύπρου (στο κείμενο χαρακτηρίζεται νήσος).

3 Η ανακεφαλαίωση που προηγείται αποδίδει περιληπτικά το περιεχόμενο του αμέσως προηγούμενου βιβλίου (Ζ᾽). Οι ανακεφαλαιώσεις αποτελούσαν τυπικά, δομικά στοιχεία του μυθιστορηματικού είδους.

4 Η θεά Τύχη υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Προσωποποιούσε με τον πλέον σαφή τρόπο το γενικότερο αίσθημα ανασφάλειας των ανθρώπων της εποχής. Στο μυθιστόρημα μνημονεύεται πολλές φορές, και στην αστάθεια που την χαρακτηρίζει αποδίδονται συχνά οι εκάστοτε δυσμενείς εξελίξεις.

5 Σύμφωνα με τον μύθο η Αριάδνη βοηθά τον Θησέα μα σκοτώσει τον Μινώταυρο και φεύγει μαζί του για να αποφύγει το θυμό του πατέρα της Μίνωα. Σε στάση που κάνουν στη Νάξο κατευθυνόμενοι προς την Αθήνα, την ώρα που εκείνη αποκοιμιέται στην ακτή, ο Θησέας την εγκαταλείπει. Στη Νάξο την συναντά και την παντρεύεται ο Διόνυσος.

6 Πιστός φίλος του Χαιρέα, ο οποίος τον ακολουθεί παντού στις αναγκαστικές περιπλανήσεις του από τη Μίλητο και τη Βαβυλώνα ώς την Τύρο της Φοινίκης.

7 Έχουμε μια τυπική για το είδος του μυθιστορήματος σκηνή αναγνώρισης, η οποία παρουσιάζει την εξής δομή: οι δυο ήρωες όταν συναντιούνται δεν αναγνωρίζονται αμέσως, στην συνέχεια εκδηλώνουν παράφορες αντιδράσεις (λιποθυμίες κτλ.), τέλος ακολουθούν οι αμοιβαίες εξιστορήσεις των όσων έχουν ζήσει κατά την διάρκεια του χωρισμού τους. Η συγκεκριμένη αναγνώριση κορυφώνεται με την ερωτική ένωση, αφού οι δύο νέοι είναι ήδη από την αρχή σύζυγοι, τους οποίους απλώς έχει χωρίσει η δολερή Τύχη.

8 Ο επικεφαλής της ομάδας των ληστών που σύλησαν τον τάφο της Καλλιρρόης, και βρίσκοντας την ίδια ζωντανή, να έχει συνέλθει από τη νεκροφάνεια, την απήγαγαν και τη μετέφεραν στη Μίλητο, όπου και την πούλησαν ως δούλη στον Διονύσιο. Οι πράξεις του Θήρωνα αποκαλύφθηκαν όταν η θεά Τύχη έφερε το πλοίο του Χαιρέα αντιμέτωπο με το πειρατικό του Θήρωνα, που έπλεε ακυβέρνητο. Ο Χαιρέας αναγνώρισε τα κτερίσματα και οδήγησε τον Θήρωνα στο δικαστήριο των Συρακουσών, όπου ο τελευταίος υποβλήθηκε σε βασανιστήρια και ομολόγησε τις πράξεις του. Καταδικάστηκε τέλος σε θάνατο και σταυρώθηκε μπροστά στον τάφο της Καλλιρρόης.

9 Βλ. σχόλ. 1.