
Ανθολογίες
Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
των Θ.Κ. Στεφανόπουλου, Στ. Τσιτσιρίδη, Λ. Αντζουλή, Γ. Κριτσέλη
ΣΟΦΟΚΛΗΣ
68. – Οἰδίπους τύραννος 911-1085
Ο Οἰδίπους τύραννος, τραγωδία γραμμένη πιθανώς μεταξύ 430-425 π.Χ., αποτελεί την κορυφαία στιγμή της δραματικής τέχνης του Σοφοκλή (ως πρότυπο τραγωδίας τη θεωρούσε ήδη ο Αριστοτέλης στην πραγματεία του Περὶ ποιητικῆς). Το έργο εκτυλίσσεται στη Θήβα, όπου βασιλεύει ο Οιδίπους, γιος -όπως πιστεύει ο ίδιος-του βασιλιά της Κορίνθου Πόλυβου και της γυναίκας του Μερόπης. Την Κόρινθο την είχε εγκαταλείψει εξαιτίας ενός χρησμού των Δελφών, σύμφωνα με τον οποίο θα σκότωνε τον πατέρα του και θα παντρευόταν τη μητέρα του. Οδεύοντας ωστόσο προς τη Θήβα είχε σκοτώσει σε ένα τρίστρατο τον βασιλιά της Θήβας Λάιο, αγνοώντας την ταυτότητά του. Όταν έφτασε στη Θήβα, έλυσε το αίνιγμα της Σφίγγας και για την ευεργεσία του προς την πόλη τον έκαναν βασιλιά και του έδωσαν ως γυναίκα τη χήρα βασίλισσα Ιοκάστη. Η πόλη όμως τώρα μαστίζεται από καταστρεπτική επιδημία. Η πλοκή της τραγωδίας αρχίζει από το σημείο αυτό.
Στον πρόλογο ο Οιδίπους πληροφορεί τον χορό των ικετών ότι έχει ήδη στείλει στους Δελφούς τον Κρέοντα, τον αδελφό της γυναίκας του, να ζητήσει χρησμό. Ο Κρέων, που στο μεταξύ καταφθάνει, ανακοινώνει τον χρησμό του μαντείου: ο θεός απαιτεί την τιμωρία του φονιά του Λάιου. Στο πρώτο επεισόδιο κυριαρχεί η σύγκρουση τον Οιδίποδα με τον μάντη Τειρεσία, επειδή αυτός αρνείται να αποκαλύψει τον φονιά. Ο οργισμένος μάντης υπαινίσσεται την ενοχή του Οιδίποδα. Ο Οιδίπους θεωρεί ότι πρόκειται για συνωμοσία και στρέφει στο δεύτερο επεισόδιο την οργή του εναντίον του Κρέοντα. Στον διάλογο που ακολουθεί μεταξύ Οιδίποδα και Ιοκάστης, εκείνη του αναφέρει λεπτομέρειες του φόνου, που δημιουργούν υποψίες στον Οιδίποδα για δική του εμπλοκή. Στο τρίτο επεισόδιο, που παρατίθεται εδώ, φτάνει από την Κόρινθο αγγελιαφόρος για να ανακοινώσει στον Οιδίποδα ότι πέθανε ο Πόλυβος· για να τον καθησυχάσει ως προς το δεύτερο σκέλος του χρησμού αναφέρει επίσης ότι το βασιλικό ζεύγος της Κορίνθου δεν ήταν οι πραγματικοί γονείς του, αφού ο ίδιος τον είχε παραλάβει νήπιο από έναν δούλο του Λαΐου. Η Ιοκάστη καταλαβαίνει την αλήθεια και προσπαθεί να αποτρέψει τον Οιδίποδα από τη συνέχιση της έρευνας. Εκείνος όμως με απόλυτη βεβαιότητα θα συνεχίσει την αναζήτησή του για να ανακαλύψει στο τέλος, όταν θα έχει πια ακούσει τον υπηρέτη του Λαΐου που ήταν αυτόπτης μάρτυρας στη σκηνή του φόνου, ότι ο ένοχος είναι ο ίδιος και ότι, ενώ προσπάθησε να αποφύγει τη μοίρα του, στην πραγματικότητα υπήρξε άθυρμά της.
ΙΟΚΑΣΤΗ
χώρας ἄνακτες, δόξα μοι παρεστάθη ΑΓΓΕΛΟΣ
ἆρ᾽ ἂν παρ᾽ ὑμῶν, ὦ ξένοι, μάθοιμ᾽ ὅπου ΧΟΡΟΣ
στέγαι μὲν αἵδε, καὐτὸς ἔνδον, ὦ ξένε· ΑΓΓΕΛΟΣ
ἀλλ᾽ ὀλβία τε καὶ ξὺν ὀλβίοις ἀεὶ ΙΟΚΑΣΤΗ
αὔτως δὲ καὶ σύ γ᾽, ὦ ξέν᾽· ἄξιος γὰρ εἶ ΑΓΓΕΛΟΣ
ἀγαθὰ δόμοις τε καὶ πόσει τῷ σῷ, γύναι. ΙΟΚΑΣΤΗ
935
τὰ ποῖα ταῦτα; πρὸς τίνος δ᾽ ἀφιγμένος; ΑΓΓΕΛΟΣ
ἐκ τῆς Κορίνθου. τὸ δ᾽ ἔπος οὑξερῶ τάχα, ΙΟΚΑΣΤΗ
τί δ᾽ ἔστι; ποίαν δύναμιν ὧδ᾽ ἔχει διπλῆν; ΑΓΓΕΛΟΣ
τύραννον αὐτὸν οὑπιχώριοι χθονὸς ΙΟΚΑΣΤΗ
τί δ᾽; οὐχ ὁ πρέσβυς Πόλυβος ἐγκρατὴς ἔτι; ΑΓΓΕΛΟΣ
οὐ δῆτ᾽, ἐπεί νιν θάνατος ἐν τάφοις ἔχει. ΙΟΚΑΣΤΗ
πῶς εἶπας; ἦ τέθνηκε‹ν Οἰδίπου πατήρ›; ΑΓΓΕΛΟΣ
εἰ δὲ μὴ λέγω τἀληθές, ἀξιῶ θανεῖν. ΙΟΚΑΣΤΗ
945
ὦ πρόσπολ᾽, οὐχὶ δεσπότῃ τάδ᾽ ὡς τάχος ΟΙΔΙΠΟΥΣ
950
ὦ φίλτατον γυναικὸς Ἰοκάστης κάρα, ΙΟΚΑΣΤΗ
ἄκουε τἀνδρὸς τοῦδε, καὶ σκόπει κλύων ΟΙΔΙΠΟΥΣ
οὗτος δὲ τίς ποτ᾽ ἐστὶ καὶ τί μοι λέγει; ΙΟΚΑΣΤΗ
955
ἐκ τῆς Κορίνθου, πατέρα τὸν σὸν ἀγγελῶν ΟΙΔΙΠΟΥΣ
τί φῄς, ξέν᾽; αὐτός μοι σὺ σημήνας γενοῦ. ΑΓΓΕΛΟΣ
εἰ τοῦτο πρῶτον δεῖ μ᾽ ἀπαγγεῖλαι σαφῶς, ΟΙΔΙΠΟΥΣ
960
πότερα δόλοισιν; ἢ νόσου ξυναλλαγῇ; ΑΓΓΕΛΟΣ
σμικρὰ παλαιὰ σώματ᾽ εὐνάζει ῥοπή. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
νόσοις ὁ τλήμων, ὡς ἔοικεν, ἔφθιτο. ΑΓΓΕΛΟΣ
καὶ τῷ μακρῷ γε συμμετρούμενος χρόνῳ. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
φεῦ φεῦ, τί δῆτ᾽ ἄν, ὦ γύναι, σκοποῖτό τις ΙΟΚΑΣΤΗ
οὔκουν ἐγώ σοι ταῦτα προὔλεγον πάλαι; ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ηὔδας· ἐγὼ δὲ τῷ φόβῳ παρηγόμην. ΙΟΚΑΣΤΗ
975
μὴ νῦν ἔτ᾽ αὐτῶν μηδὲν ἐς θυμὸν βάλῃς. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
καὶ πῶς τὸ μητρὸς οὐκ ὀκνεῖν λέχος με δεῖ; ΙΟΚΑΣΤΗ
τί δ᾽ ἂν φοβοῖτ᾽ ἄνθρωπος ᾧ τὰ τῆς τύχης ΟΙΔΙΠΟΥΣ
καλῶς ἅπαντα ταῦτ᾽ ἂν ἐξείρητό σοι, ΙΟΚΑΣΤΗ
καὶ μὴν μέγας ‹γ᾽› ὀφθαλμὸς οἱ πατρὸς τάφοι. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
μέγας, ξυνίημ᾽· ἀλλὰ τῆς ζώσης φόβος. ΑΓΓΕΛΟΣ
ποίας δὲ καὶ γυναικὸς ἐκφοβεῖσθ᾽ ὕπερ; ΟΙΔΙΠΟΥΣ
990
Μερόπης, γεραιέ, Πόλυβος ἧς ᾤκει μέτα. ΑΓΓΕΛΟΣ
τί δ᾽ ἔστ᾽ ἐκείνης ὑμὶν ἐς φόβον φέρον; ΟΙΔΙΠΟΥΣ
θεήλατον μάντευμα δεινόν, ὦ ξένε. ΑΓΓΕΛΟΣ
ἦ ῥητόν; ἢ οὐχὶ θεμιτὸν ἄλλον εἰδέναι; ΟΙΔΙΠΟΥΣ
μάλιστά γ᾽· εἶπε γάρ με Λοξίας ποτὲ ΑΓΓΕΛΟΣ
1000
ἦ γὰρ τάδ᾽ ὀκνῶν κεῖθεν ἦσθ᾽ ἀπόπτολις; ΟΙΔΙΠΟΥΣ
πατρός γε χρῄζων μὴ φονεὺς εἶναι, γέρον. ΑΓΓΕΛΟΣ
τί δῆτ᾽ ἐγὼ οὐχὶ τοῦδε τοῦ φόβου σ᾽, ἄναξ, ΟΙΔΙΠΟΥΣ
καὶ μὴν χάριν γ᾽ ἂν ἀξίαν λάβοις ἐμοῦ. ΑΓΓΕΛΟΣ
1005
καὶ μὴν μάλιστα τοῦτ᾽ ἀφικόμην, ὅπως ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ἀλλ᾽ οὔποτ᾽ εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ᾽ ὁμοῦ. ΑΓΓΕΛΟΣ
ὦ παῖ, καλῶς εἶ δῆλος οὐκ εἰδὼς τί δρᾷς. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
πῶς, ὦ γεραιέ; πρὸς θεῶν δίδασκέ με. ΑΓΓΕΛΟΣ
1010
εἰ τῶνδε φεύγεις οὕνεκ᾽ εἰς οἴκους μολεῖν. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ταρβῶν γε μή μοι Φοῖβος ἐξέλθῃ σαφής. ΑΓΓΕΛΟΣ
ἦ μὴ μίασμα τῶν φυτευσάντων λάβῃς; ΟΙΔΙΠΟΥΣ
τοῦτ᾽ αὐτό, πρέσβυ, τοῦτό μ᾽ εἰσαεὶ φοβεῖ. ΑΓΓΕΛΟΣ
ἆρ᾽ οἶσθα δῆτα πρὸς δίκης οὐδὲν τρέμων; ΟΙΔΙΠΟΥΣ
1015
πῶς δ᾽ οὐχί, παῖς γ᾽ εἰ τῶνδε γεννητῶν ἔφυν; ΑΓΓΕΛΟΣ
ὁθούνεκ᾽ ἦν σοι Πόλυβος οὐδὲν ἐν γένει. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
πῶς εἶπας; οὐ γὰρ Πόλυβος ἐξέφυσέ με; ΑΓΓΕΛΟΣ
οὐ μᾶλλον οὐδὲν τοῦδε τἀνδρός, ἀλλ᾽ ἴσον. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
καὶ πῶς ὁ φύσας ἐξ ἴσου τῷ μηδενί; ΑΓΓΕΛΟΣ
1020
ἀλλ᾽ οὔ σ᾽ ἐγείνατ᾽ οὔτ᾽ ἐκεῖνος οὔτ᾽ ἐγώ. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ἀλλ᾽ ἀντὶ τοῦ δὴ παῖδά μ᾽ ὠνομάζετο; ΑΓΓΕΛΟΣ
δῶρόν ποτ᾽, ἴσθι, τῶν ἐμῶν χειρῶν λαβών. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
κᾆθ᾽ ὧδ᾽ ἀπ᾽ ἄλλης χειρὸς ἔστερξεν μέγα; ΑΓΓΕΛΟΣ
ἡ γὰρ πρὶν αὐτὸν ἐξέπεισ᾽ ἀπαιδία. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
1025
σὺ δ᾽ ἐμπολήσας ἢ τυχών μ᾽ αὐτῷ δίδως; ΑΓΓΕΛΟΣ
εὑρὼν ναπαίαις ἐν Κιθαιρῶνος πτυχαῖς. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ὡδοιπόρεις δὲ πρὸς τί τούσδε τοὺς τόπους; ΑΓΓΕΛΟΣ
ἐνταῦθ᾽ ὀρείοις ποιμνίοις ἐπεστάτουν. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ποιμὴν γὰρ ἦσθα κἀπὶ θητείᾳ πλάνης; ΑΓΓΕΛΟΣ
1030
σοῦ δ᾽, ὦ τέκνον, σωτήρ γε τῷ τότ᾽ ἐν χρόνῳ. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
τί δ᾽ ἄλγος ἴσχοντ᾽ ἐν χεροῖν με λαμβάνεις; ΑΓΓΕΛΟΣ
ποδῶν ἂν ἄρθρα μαρτυρήσειεν τὰ σά. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
οἴμοι, τί τοῦτ᾽ ἀρχαῖόν ἐννέπεις κακόν; ΑΓΓΕΛΟΣ
λύω σ᾽ ἔχοντα διατόρους ποδοῖν ἀκμάς. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
1035
καλόν γ᾽ ὄνειδος σπαργάνων ἀνειλόμην. ΑΓΓΕΛΟΣ
ὥστ᾽ ὠνομάσθης ἐκ τύχης ταύτης ὃς εἶ. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ὦ πρὸς θεῶν, πρὸς μητρὸς, ἢ πατρός; φράσον. ΑΓΓΕΛΟΣ
οὐκ οἶδ᾽· ὁ δοὺς δὲ ταῦτ᾽ ἐμοῦ λῷον φρονεῖ. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ἦ γὰρ παρ᾽ ἄλλου μ᾽ ἔλαβες οὐδ᾽ αὐτὸς τυχών; ΑΓΓΕΛΟΣ
1040
οὔκ, ἀλλὰ ποιμὴν ἄλλος ἐκδίδωσί μοι. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
τίς οὗτος; ἦ κάτοισθα δηλῶσαι λόγῳ; ΑΓΓΕΛΟΣ
τῶν Λαΐου δήπου τις ὠνομάζετο. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ἦ τοῦ τυράννου τῆσδε γῆς πάλαι ποτέ; ΑΓΓΕΛΟΣ
μάλιστα· τούτου τἀνδρὸς οὗτος ἦν βοτήρ. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
1045
ἦ κἄστ᾽ ἔτι ζῶν οὗτος, ὥστ᾽ ἰδεῖν ἐμέ; ΑΓΓΕΛΟΣ
ὑμεῖς γ᾽ ἄριστ᾽ εἰδεῖτ᾽ ἂν οὑπιχώριοι. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ἔστιν τις ὑμῶν τῶν παρεστώτων πέλας, ΧΟΡΟΣ
οἶμαι μὲν οὐδέν᾽ ἄλλον ἢ τὸν ἐξ ἀγρῶν, ΟΙΔΙΠΟΥΣ
γύναι, νοεῖς ἐκεῖνον, ὅντιν᾽ ἀρτίως ΙΟΚΑΣΤΗ
τί δ᾽ ὅντιν᾽ εἶπε; μηδὲν ἐντραπῇς. τὰ δὲ ΟΙΔΙΠΟΥΣ
οὐκ ἂν γένοιτο τοῦθ᾽, ὅπως ἐγὼ λαβὼν ΙΟΚΑΣΤΗ
1060
μὴ πρὸς θεῶν, εἴπερ τι τοῦ σαυτοῦ βίου ΟΙΔΙΠΟΥΣ
θάρσει· σὺ μὲν γὰρ οὐδ᾽ ἐὰν τρίτης ἐγὼ ΙΟΚΑΣΤΗ
ὅμως πιθοῦ μοι, λίσσομαι, μὴ δρᾶν τάδε. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
1065
οὐκ ἂν πιθοίμην μὴ οὐ τάδ᾽ ἐκμαθεῖν σαφῶς. ΙΟΚΑΣΤΗ
καὶ μὴν φρονοῦσά γ᾽ εὖ τὰ λῷστά σοι λέγω. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
τὰ λῷστα τοίνυν ταῦτά μ᾽ ἀλγύνει πάλαι. ΙΟΚΑΣΤΗ
ὦ δύσποτμ᾽, εἴθε μήποτε γνοίης ὃς εἶ. ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ἄξει τις ἐλθὼν δεῦρο τὸν βοτῆρά μοι; ΙΟΚΑΣΤΗ
ἰοὺ ἰού, δύστηνε· τοῦτο γάρ σ᾽ ἔχω ΧΟΡΟΣ
τί ποτε βέβηκεν, Οἰδίπους, ὑπ᾽ ἀγρίας ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ὁποῖα χρῄζει ῥηγνύτω· τοὐμὸν δ᾽ ἐγώ, |
ΙΟΚΑΣΤΗ Πρώτοι πολίτες της χώρας μία γνώμη μες το νου μου κυριάρχησε στους ναούς των θεών να προσφύγω κρατώντας μες τα χέρια μου στεφάνια και θυμίαμα. Ο Οιδίπους ακροβατεί μετέωρος στης λύπης το σκοινί915 και δε στοχάζεται, σαν άνθρωπος με λογική, πως τα παλιά συμβάντα φωτίζουν τα καινούργια. Αφήνεται στο λόγο καθενός που τον τρομοκρατεί με προφητείες. Οι παραινέσεις μου δε βρήκαν ανταπόκριση γι᾽ αυτό προσπέφτω ικέτισσα920 σ᾽ εσένα Λύκειε Απόλλων που γειτονεύεις με το σπιτικό μας προσφέροντας τα δώρα μου ζητώντας λύτρωση και καθαρμό. Τρομάζουμε, τον κυβερνήτη βλέποντας του πλοίου να περιφέρεται σα ζώο πληγωμένο πανικόβλητος. ΑΓΓΕΛΟΣ Μπορεί να μου πείτε, ξένοι, πού βρίσκεται του Οιδίποδος τ᾽ ανάκτορο925 και μήπως ξέρετε πού βρίσκεται κι ο ίδιος; ΧΟΡΟΣ Ιδού, το παλάτι· κι ο ίδιος μέσα, ξένε, βρίσκεται. Αυτή είναι η γυναίκα του, μητέρα των παιδιών του. ΑΓΓΕΛΟΣ Να ζεις μες την ευδαιμονία πάντα. Να χαίρεσαι το γάμο σου.930 ΙΟΚΑΣΤΗ Παρομοίως ξένε. Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια. Μα πες μου τη χρεία που σ᾽ έφερε και ποιο το μήνυμα που θες να πεις; ΑΓΓΕΛΟΣ Ευχάριστο και για το σπίτι σου και για το σύζυγο σου, γυναίκα. ΙΟΚΑΣΤΗ Ποιο μήνυμα και ποιος σε στέλνει;935 ΑΓΓΕΛΟΣ Από την Κόρινθο· ο λόγος μου θα σε γλυκάνει αλλά μπορεί να πικραθείς λιγάκι. ΙΟΚΑΣΤΗ Αμφίσημο το μήνυμά σου· πώς γίνεται; ΑΓΓΕΛΟΣ Λένε πως στην Ισθμία940 θα τον κάνουν βασιλιά. ΙΟΚΑΣΤΗ Μα πώς; Ο γέρο-Πόλυβος δε βασιλεύει πιά; ΑΓΓΕΛΟΣ Όχι πια. Τον πήρε ο θάνατος στον τάφο. ΙΟΚΑΣΤΗ Αλήθεια λες; Πέθανε ο Πόλυβος; ΑΓΓΕΛΟΣ Να πέσω να πεθάνω, αν λέγω ψέματα. ΙΟΚΑΣΤΗ Κόρη μου, τρέχα γρήγορα945 να τα προφτάσεις στον αφέντη. Ω θεϊκές μαντείες πού να ᾽ναι τάχα το κύρος σας; Ο Οιδίπους μια ζωή περιπλανιόταν μακριά και σκιάζονταν μήπως τον άντρα αυτόν σκοτώσει. Η τύχη τώρα τον θανάτωσε κι όχι το τέκνο του. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ιοκάστη, αγάπη μου, μάτια μου,950 γιατί με φώναξες να βγω; ΙΟΚΑΣΤΗ Τι λέει αυτός ο άνθρωπος ν᾽ ακούσεις και να σκεφτείς κατόπιν πού καταντούν των θεών οι σεβαστοί χρησμοί. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ποιος είν᾽ αυτός; Τι νέα φέρνει; ΙΟΚΑΣΤΗ Από την Κόρινθο το μήνυμα μας φέρνει955 πως ο πατέρας σου ο Πόλυβος δεν είναι ζωντανός, πως χάθηκε. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τι είπες; Ξένε. Θέλω να τ᾽ ακούσω να το λες εσύ. ΑΓΓΕΛΟΣ Αν πρέπει πρώτο να το πω χωρίς περιστροφές μάθε λοιπόν πως πήγε του θανάτου. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αρρώστησε βαριά ή τον δολοφόνησαν;960 ΑΓΓΕΛΟΣ Με το παραμικρό τα γέρικα κορμιά σωριάζονται στην κλίνη. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αρρώστησε κι έσβησε λίγο-λίγο. ΑΓΓΕΛΟΣ Λογάριασε και τα πολλά τα χρόνια που τον βάραιναν. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλίμονο! Τι να σκεφτεί κανείς; Τη μαντική εστία της Πυθίας;965 Τους οιωνούς, τα όρνεα που περιίπτανται στους ουρανούς και κράζουν; Μας γέμισαν παραμύθια πως ήτανε γραφτό να θανατώσω τον πατέρα μου. Εκείνος πέθανε και βρήκε τάφο μες τη γη κι εγώ χωρίς ν᾽ αγγίξω ξίφος βρίσκομαι εδώ. Εκτός αν υποθέσουμε πως λαχταρούσε να με δει κι από μαράζι πέθανε με τον καημό μου.970 Έτσι μονάχα μπορεί να τον σκότωσα! Ο Πόλυβος στον Άδη κείτεται· μαζί του θάφτηκαν κι οι κούφιες προφητείες. ΙΟΚΑΣΤΗ Δε σ᾽ τα ᾽λεγα, τόσον καιρό; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ναι, τα ᾽λεγες. Όμως με τύφλωνε μεγάλος φόβος. ΙΟΚΑΣΤΗ Τώρα θα ξαλαφρώσεις την ψυχή σου.975 ΟΙΔΙΠΟΥΣ Δεν πρέπει να φοβάμαι πια μήπως με τη μητέρα μου σμίξω ; ΙΟΚΑΣΤΗ Ο άνθρωπος δεν πρέπει να φοβάται. Η τύχη κυβερνά παντού. Και ποιος θα ριψοκινδυνεύσει το μέλλον να προβλέψει με σαφήνεια; Όποιος μπορεί, διακυβεύει και τη ζωή του χαίρεται. Μην τρέμεις μήπως σμίξεις980 με τη μάνα σου. Πολλά παιδιά στον ύπνο τους μέσα στ᾽ όνειρο κοιμήθηκαν τη μάνα τους. Μα ποιος σκοτίζεται γι᾽ αυτά τα πράγματα, όταν ανέφελη ζωή περνά; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ι Με μία όμως προϋπόθεση πως ζωντανή η μάνα μου δε θα ᾽ταν.985 Μα τώρα ζει κι όσο κι αν έχεις δίκιο, ανάγκη πάντα να φυλάγομαι. ΙΟΚΑΣΤΗ Ο τάφος του πατέρα σου τεκμήριο δεν είναι; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Μεγάλο· όμως φοβάμαι τη ζωντανή. ΑΓΓΕΛΟΣ Για ποια γυναίκα τρέμεις τόσο; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Για τη Μερόπη, γέροντα.990 Ο Πόλυβος μαζί της ζούσε. ΑΓΓΕΛΟΣ Αυτή κι ο φόβος σου πώς δένουν; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Με δένει μια δεινή θεόσταλτη μαντεία, ξένε. ΑΓΓΕΛΟΣ Λέγεται; Ή μήπως είναι απόρρητη; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Λέγεται. Χρησμός του Λοξία μου μήνυσε κάποτε πως είναι πεπρωμένο995 με τη μητέρα μου να κοιμηθώ και με τα χέρια μου το αίμα του πατέρα μου να χύσω. Γι᾽ αυτό έφυγα από την Κόρινθο. Ευτύχησα σ᾽ αυτό τον τόπο. Μα νιώθεις πάντα τρυφερότητα, όταν τα μάτια των γονιών σου βλέπεις. ΑΓΓΕΛΟΣ Αυτά φοβόσουν και στερήθηκες την πόλη σου;1000 ΟΙΔΙΠΟΥΣ Για να μη γίνω του πατέρα μου φονιάς. ΑΓΓΕΛΟΣ Κι από το φόβο δε σε λύτρωσα; Δεν έφερα καλές ειδήσεις, βασιλιά μου; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αξίζεις την ευγνωμοσύνη μου. ΑΓΓΕΛΟΣ Γι᾽ αυτό το λόγο κόπιασα.1005 Σα θα γυρίσεις στην πατρίδα κάτι κι εγώ προσμένω να κερδίσω. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ποτέ μου δε θα ξαναδώ τον τόπο που γεννήθηκα. ΑΓΓΕΛΟΣ Μου φαίνεται, παιδί μου, πως δεν νογάς τι κάνεις. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Γιατί το λες αυτό; Εξήγησε μου γέροντα. Σε παρακαλώ. ΑΓΓΕΛΟΣ Γιατί πραγματικά το σπίτι των γονιών σου αποφεύγεις;1010 ΟΙΔΙΠΟΥΣ Η σκέψη με τρομάζει μήπως ο Φοίβος βγει αληθινός. ΑΓΓΕΛΟΣ Μήπως τα γονικά σου σε μολύνουν; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αυτός ο φόβος, γέροντα, με πνίγει χρόνια τώρα. ΑΓΓΕΛΟΣ Γνωρίζεις τάχα πως τρέμεις άδικα; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Γιατί; Παιδί τους δε γεννήθηκα;1015 ΑΓΓΕΛΟΣ Ο Πόλυβος κι εσύ δεν είχατε συγγένεια καμία. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τι είπες; Ο Πόλυβος δεν μ᾽ έσπειρε; ΑΓΓΕΛΟΣ Είναι πατέρας σου, όσο κι εγώ. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ένας τυχαίος κι ο πατέρας μου δεν είναι ίσα κι όμοια. ΑΓΓΕΛΟΣ Κανένας απ᾽ τους δυο μας δε σε γέννησε.1020 ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τότε γιατί μ᾽ ονόμαζε παιδί του; ΑΓΓΕΛΟΣ Μάθε λοιπόν πως τα δικά μου χέρια δώρο σε πρόσφεραν σ᾽ αυτόν. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Και πώς το ξένο δώρο τ᾽ αγάπησε παράφορα; ΑΓΓΕΛΟΣ Άτεκνος ήταν πριν. Υπέφερε. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Μ᾽ αγόρασες ή με βρήκες1025 και μ᾽ έδωσες; ΑΓΓΕΛΟΣ Στου Κιθαιρώνα τις πλαγιές σε βρήκα. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Πώς βρέθηκες σ᾽ αυτά τα μέρη; ΑΓΓΕΛΟΣ Βοσκούσα πρόβατα στα κορφοβούνια. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Σε πλήρωναν λοιπόν από βοσκή να τριγυρνάς σ᾽ άλλη βοσκή. ΑΓΓΕΛΟΣ Τότε σε βρήκα, γιόκα μου, και σ᾽ έσωσα.1030 ΟΙΔΙΠΟΥΣ Με βρήκες; Πόναγα; Υπέφερα; ΑΓΓΕΛΟΣ Ρώτα τους αστραγάλους σου να μαρτυρήσουν. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Γιατί ξυπνάς στη μνήμη πληγές αρχαίες; ΑΓΓΕΛΟΣ Σου λύνω τα σχοινιά που σφίγγαν τα σφυρά τα τρυπημένα. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Από τα σπάργανα κληρώθηκα1035 σακατεμένος. ΑΓΓΕΛΟΣ Απ᾽ τα σακατεμένα πόδια σου σ᾽ ονόμασαν Οιδίποδα.1 ΟΙΔΙΠΟΥΣ Πες μου για το Θεό πατέρας ή μητέρα μου το ᾽κανε αυτό; ΑΓΓΕΛΟΣ Δεν ξέρω. Καλύτερα θα ξέρει αυτός που σ᾽ έδωσε σε μένα. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Απ᾽ άλλο με πήρες; Δε με βρήκες τυχαία; ΑΓΓΕΛΟΣ Όχι. Άλλος βοσκός σε μένα1040 σε παρέδωσε. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ποιος ήταν; Ξέρεις να πεις πώς ήταν; ΑΓΓΕΛΟΣ Λέγαν πως ήταν δούλος του Λαΐου. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αυτού που κυβερνούσε κάποτε τη χώρα τούτη; ΑΓΓΕΛΟΣ Βεβαίως· ήτανε βοσκός του. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ζει; Μπορώ να του μιλήσω;1045 Να τον δω; ΑΓΓΕΛΟΣ Εσείς οι ντόπιοι ξέρετε καλύτερα. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Είναι κανείς απ᾽ τους εδώ που ξέρει τίποτα για το βοσκό που λέει; Στα χωράφια τον είδε κανείς; Στα περίχωρα; Αν έχετε στοιχεία, δώστε τα. Είναι καιρός να βρούμε κάποιαν άκρη.1050 ΧΟΡΟΣ Θαρρώ πως είναι ο ίδιος που ζήτησες πρωτύτερα νά ᾽ρθει απ᾽ τους αγρούς για να τον εξετάσεις. Μ᾽ αυτά σαφώς καλύτερα τα ξέρει η Ιοκάστη. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Γυναίκα, αυτός που θέλαμε νά ᾽ρθει πρωτύτερα είναι ο ίδιος1055 μ᾽ αυτόν που λέει; ΙΟΚΑΣΤΗ Τι; Ποιος και για ποιον; Ξενοιάσου. Συνήθισε να λησμονείς τα κούφια λόγια. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Δε γίνεται να μη φωτίσω τη γενιά μου, τώρα που βρήκα χνάρια να πατήσω. ΙΟΚΑΣΤΗ Για το θεό, μη ξεσκαλίζεις πια,1060 αν αγαπάς λιγάκι τη ζωή σου. Δε φτάνουν τα δικά μου πάθη; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Κράτα ψηλά το κεφάλι· δε θα ξεπέσεις δα, ακόμα κι αν φανεί πως είμαι δούλος γιος, πάππου προς πάππου δούλος. ΙΟΚΑΣΤΗ Στα γόνατα σου πέφτω· μην προχωρήσεις. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Παρακαλάς να μη γνωρίσω την αλήθεια;1065 ΙΟΚΑΣΤΗ Μονάχα το καλό σου σκέφτομαι. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τέτοιο καλό με βασανίζει χρόνια. ΙΟΚΑΣΤΗ Αλιά σου κακορίζικε! Μακάρι ποτέ να μη μάθεις ποιος είσαι. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Να πάει κάποιος το βοσκό να φέρει εδώ. Αυτήν αφήστε την να χαίρεται1070 τα μεγαλεία της γενιάς της. ΙΟΚΑΣΤΗ Όϊ, Όϊ, δύστυχε! Στερνή φορά και δεν μπορώ αλλιώς να σ᾽ ονομάσω. ΧΟΡΟΣ Μπήκε μες το παλάτι, Οιδίπου, κι απελπισίας οίστρος την ταράζει. Φοβάμαι μήπως η σιωπή της εκραγεί.1075 ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ας εκραγεί το σύμπαν! Το σπέρμα που με γέννησε, έστω και ταπεινό, επιθυμώ να το γνωρίσω. Είναι γυναίκα και ξιπάζεται. Ντρέπεται τις φτωχικές μου ρίζες. Εγώ δε νιώθω ντροπή καμιά.1080 Είμαι παιδί της Τύχης και χαίρομαι την προίκα της. Μέσα στης τύχης πιάστηκα τη μήτρα έχω τους μήνες συγγενείς που με γαλούχησαν μικρό και μ᾽ έπλασαν μεγάλο. Αυτός που είμαι γεννήθηκα και δε θ᾽ αλλάξω και δε θ᾽ αφήσω1085 στο σκοτάδι τη γενιά μου.
(μετάφραση Κ. Χ. Μύρης)
|
1 Οιδίπους είναι "ο άνθρωπος με τα πρησμένα πόδια" (οἰδέω [=πρήζομαι] + πούς).