Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἀορτήρ"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἀορτήρ, -ῆρος, (ἀείρω), ζώνη, ιμάντας απ' όπου μπορεί κάποιος να κρεμάσει κάτι, ζώνη από την οποία κρεμόταν το ξίφος, σε Όμηρ.· ιμάντας απ' όπου κρεμόταν το σακίδιο, γυλιός, σε Ομήρ. Οδ.