LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "τειχίον"
- τειχίον, τό (τεῖχος), περιτείχισμα, σε Ομήρ. Οδ.· η υποκορ. του σημασία λέγεται συνήθως για τα ιδιωτικά οικοδομήματα και όχι —όπως το τεῖχος,— για τα τείχη της πόλης.