Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "τε"

Βρέθηκαν 3 λήμματα [1 - 3]
τε, εγκλιτικό μόριο, και, Λατ. que (ομοίως καί, Λατ. et). I. 1. Ως σύνδεσμος χρησιμεύει στη σύνδεση προτάσεων, όπως, ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας Κίλλαν τε ζαθέην, Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις, σε Ομήρ. Ιλ.· ή μπορεί να χρησιμοποιείται επαναλαμβανόμενο ως τε...τε..., και...και..., όπως πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε, σε Όμηρ. Ομοίως επίσης, τε..., και..., όπως διαστήτην Ἀτρείδης τε καὶ δῖος Ἀχιλλεύς, σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.· χρησιμοποιείται για να δείξει χρονική σύμπτωση, μεσαμβρίη τέ ἐστι καὶ τὸ κάρτα γίγνεται ψυχρόν, σε Ηρόδ. κ.λπ. 2. ο συνδυασμός καί τε είναι σπάνιος στους Επικ., και επίσης, σε Όμηρ. II. στην Επικ. ποίηση, το τε επισυνάπτεται σε πολλές αντωνυμίες ή μόρια, χωρίς να μεταβάλλει την έννοιά τους, όπως ὅστε, ὅσος τε, γάρ τε, δέ τε, μέν τε, ἔνθα τε, ἵνα τε κ.λπ.· στους Αττ., το τε εξέπεσε ως περιττό, με εξαίρεση μερικές λέξεις, ἅτε, ὥστε, ἐφ' ᾧτε, οἷός τε, ἔστε.
τέ, Δωρ. αντί σέ, αιτ. ενικ. του σύ.
τέ', έκθλιψη αντί τεά, ουδ. πληθ. του τεός.