Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ῥόπτρον"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ῥόπτρον, τό (ῥέπωI. ξύλο ποντικοπαγίδας που αναπηδά όταν αγγίζεται και παγιδεύει τον ποντικό, σε Αρχίλ.· μεταφ., δίκης ῥόπτρον, σε Ευρ. II. ντέφι ή μικρό τύμπανο, σε Λουκ., Ανθ. III. κρόταλο εξώπορτας με το οποίο αυτή κρούεται, σε Ευρ.