Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ὑϊκός"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ὑϊκός, , -όν (ὗς), αυτός που ανήκει ή ταιριάζει σε χοίρο, χοιρινός, ὑϊκόν τι πάσχειν, πάσχω από κάτι που ανήκει στην φύση του χοίρου, σε Ξεν.