Αποτελέσματα για: "ὑάκινθος"
Βρέθηκαν 2 λήμματα [1 - 2]
-
Ὑάκινθος[ῠᾰ], ὁ, Υάκινθος, νεαρός Λάκωνας, αγαπημένος του Απόλλωνα· σκοτώθηκε από άτυχη ρίψη δίσκου του τελευταίου, σε Ευρ.
-
ὑάκινθος, ὁ και ἡ, το άνθος υάκινθος, σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.· άνθος που ξεφύτρωσε από το αίμα του Υάκινθου ή του Αίαντα (του Τελαμώνιου)· πιστεύονταν ότι τα πέταλα έφεραν τα πρώτα γράμματα του ονόματος Αίας, ΑΙ ή το επιφώνημα ΑΙΑΙ-, σε Μόσχ.· απ' όπου το επίθετο γραπτά, σε Θεόκρ. Ο υάκινθος φαίνεται να απαρτίζεται από πολλά άνθη χρώματος σκούρου μπλε· ο Όμηρ. μιλώντας για σκουρόχρωμες τρίχες κεφαλιού αναφέρει ὑακινθίνῳ ἄνθει ὁμοῖαι, και ο Θεόκρ. τις αναφέρει μαύρες. II. πολύτιμος λίθος, κυανού χρώματος, (πιθ.) όχι ο γνωστός υάκινθος, αλλά το ζαφείρι, σε Κ.Δ.