Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ὄρεξις"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ὄρεξις, -εως, (ὀρέγω), επιθυμία, όρεξη, σε Αριστ.· με γεν., έφεση ή σφοδρή επιθυμία για κάτι, πόθος γι' αυτό, στον ίδ.