Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "Ἴων"

Βρέθηκαν 4 λήμματα [1 - 4]
Ἴων, -ωνος, , Ίων, γιος του Ξούθου (ή του Απόλλωνα) και της Κρέουσας, από τον οποίο ξεπήδησε η Ιωνική φυλή, σε Ηρόδ.· οἱ Ἴωνες, οι Ίωνες.
ἱώνγα, Βοιωτ. αντί ἔγωγε.
ἰωνιά, -ᾶς, (ἴον), λειμώνας από μενεξέδες, λιβάδι γεμάτο από βιολέτες, Λατ. violarium, σε Αριστοφ.
Ἰωνικός, , -όν, Ιωνικός, δηλ. εκθηλυσμένος, θηλυπρεπής, σε Αριστοφ.