LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "Ἥφαιστος"
- Ἥφαιστος, -ου, ὁ, I. ο Ήφαιστος, Λατ. Vulcanus, ο γιος του Δία και της Ήρας, χωλός εκ γενετής, ο θεός της μεταλλουργίας, σε Όμηρ. κ.λπ. II. μετωνυμικά αντί της λέξης πῦρ, φωτιά, σε Ομήρ. Ιλ., Σοφ. (πιθανόν από το ἅπ-τω, ανάβω φωτιά).