Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἤλεκτρον"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἤλεκτρον, τό και ἤλεκτρος, ή , το ήλεκτρο, λέξη που μερικές φορές χρησιμοποιείται για να δηλώσει το κεχριμπάρι, όπως πιθανόν σε Όμηρ., Ησίοδ., Ηρόδ.· επίσης, μεταλλικό μείγμα χρυσού και αργύρου, σε αναλογία 1 προς 4, σε Σοφ. κ.λπ.· Στον Αριστοφ., ἐκπιπτουσῶν τῶν ἠλέκτρων, όπου οι ἤλεκτροι είναι πιθανόν οι σφήνες της λύρας, οι οποίες ήταν φτιαγμένες ή διακοσμημένες με ήλεκτρο (αμφίβ. προέλ.).