Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἔπος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἔπος, -εος, τό (ἔπω Α)· I. 1. λέξη, λόγος, σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ.· μύθος, θρύλος, ιστορία, τραγούδι, ποίημα, στο ίδ. 2. δεσμευτικός λόγος, δέσμευση, υπόσχεση, σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ. 3. συμβουλή, ορμήνια, νουθεσία, γνώμη, στο ίδ. 4. θεϊκός λόγος, προφητεία, μαντεία, χρησμός, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ., Τραγ.· έπειτα, επίσης, ρητό, γνωμικό, παροιμία, απόφθεγμα, σε Ηρόδ. 5. νόημα, έννοια, περιεχόμενο, θέμα ομιλίας, αντικείμενο ή ζήτημα, σε Ομήρ. Ιλ. II. Φράσεις: 1. ἅμα ἔπος τε καὶ ἔργον ἐποίεε, σε Ηρόδ. 2. κατ' ἔπος, λέξη προς λέξη, αυτολεξεί, ακριβώς, σε Αριστοφ. 3. οὐδὲν πρὸς ἔπος, τίποτα σχετικό, σε Πλάτ. 4. ὡς ἔπος εἰπεῖν ή ὡς εἰπεῖν ἔπος, τρόπος του λέγειν, ούτως ειπείν, σε Ευρ. κ.λπ. 5. ἑνὶ ἔπει, με μια λέξη, σύντομα, συνοπτικά, σε Ηρόδ. III. 1. στον πληθ., ηρωικός, έμμετρος, ποιητικός λόγος, επική ποίηση, αντίθ. προς το μέλη (λυρική ποίηση) κ.λπ., στον ίδ., Αττ.· επίσης, γενικά, ποίηση, σε Πίνδ. 2. στον ενικ., στροφή ή στίχος ποιητικός, σε Ηρόδ., Αριστοφ.