LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "ἔλεος"
- ἐλεός, ὁ, το τραπέζι του μαγειρίου, της κουζίνας, τραπέζι πάνω στο οποίο τεμαχίζονταν το κρέας, μπουφές, ντουλάπι κουζίνας, σε Όμηρ.· επίσης, ἐλεόν, τό, σε Αριστοφ.
- ἔλεος, ὁ, I. οίκτος, έλεος, συμπάθεια, σε Ομήρ. Ιλ., Αττ.· ἔλ. τινος, έλεος για..., σε Ευρ.· σε Κ.Δ. επίσης, ἔλεος, τό. II. κάτι που είναι άξιο συμπάθειας, πράγμα άξιο οίκτου, σε Ευρ.