Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἔγκλημα"

Βρέθηκαν 2 λήμματα [1 - 2]
ἔγκλημα, -ατος, τό (ἐγκαλέω), κατηγορία, μήνυση, καταγγελία, σε Σοφ. κ.λπ.· ἐγκλήματα ἔχειντινός = ἐγκαλεῖν τινι, σε Θουκ.· ἔγκλημα διαλύεσθαι, στον ίδ.
ἐγκληματικός, , -όν, επίδικος, σε Αριστ.