Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἐτησίαι"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἐτησίαι, οἱ (ἔτος), με ή χωρίς το ἄνεμοι, περιοδικοί άνεμοι, μελτέμια· λέγεται για τους Αιγυπτιακούς μουσώνες, οι οποίοι φυσούσαν, έπνεαν από τα βορειοδυτικά κατά την διάρκεια του καλοκαιριού, σε Ηρόδ.· λέγεται για βορείους ανέμους, που έπνεαν, φυσούσαν στο Αιγαίο για σαράντα μέρες από την επιτολή του αστέρα Σειρίου, στον ίδ., Δημ.