Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἐρυσίπτολις"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἐρῠσί-πτολις, , (ἐρύομαι), αυτός που προστατεύει την πόλη, πολιούχος, σε Ομήρ. Ιλ.