LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "ἐρημόπολις"
- ερημό-πολις, -ι, γεν. -ιδος, αυτός που στερείται την ίδια του την πόλη, σε Ευρ.