LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "ἐπωτίδες"
- ἐπωτίδες, αἱ (οὖς), ξύλα, δοκάρια που προβάλλουν, προεξέχουν σαν λαβές σε κάθε πλευρά του μπροστινού μέρους του πλοίου· από εκεί ρίχνονταν οι άγκυρες· δοκάρια που προεξέχουν του «τόξου» του πλοίου και χρησιμοποιούνται στην ανέλκυση της άγκυρας, σε Ευρ., Θουκ.

