Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἐπιπολή"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἐπιπολή, (ἐπιπέλομαιI. 1. επιφάνεια, κυρίως σε γεν. ἐπιπολῆς, ως επίρρ., στην επιφάνεια, στο επάνω μέρος, σε Ηρόδ., Ξεν. 2. ἐπιπολῆς επίσης ως πρόθ. με γεν., επάνω, στο επάνω μέρος, σε Ηρόδ., Αριστοφ. II. Ἐπιπολαί, αἱ, ύψωμα κοντά στις Συρακούσες με επίπεδη επιφάνεια, σε Θουκ.