Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἐνθάδε"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἐνθάδε, επίρρ., I. 1. λέγεται για τόπο, προς τα εκεί, εδώ, αυτού, Λατ. illuc, huc, σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ. 2. σε Αττ. όπως το ἔνθα, εδώ κι εκεί, Λατ. hic, σε Αριστοφ. κ.λπ.· οἱ ἐνθάδε, οι ζωντανοί, αντίθ. προς το οἱ κάτω, σε Σοφ.· επίσης, ο λαός μιας χώρας, στον ίδ. II. 1. λέγεται για περιστάσεις, σε αυτή την περίπτωση ή σε αυτήν την κατάσταση, σε Ξεν.· ομοίως, ἐνθάδ' ἥκων, να έχει φτάσει, να έχει οδηγηθεί κάποιος σε αυτό ή σε τέτοιο σημείο, σε Σοφ.· με γεν., ἐνθάδε τοῦ πάθους, σε αυτό το σημείο της συμφοράς μου, στον ίδ. 2. λέγεται για χρόνο, τώρα, αυτή την στιγμή, εδώ και τώρα, στον ίδ., σε Ξεν.