Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἐμβάπτω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἐμ-βάπτω, μέλ. -ψω (ἐν), βουτώ μέσα, βυθίζω, σε Αριστοφ.