Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἐκτίνω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ἐκ-τίνω[ῐ], μέλ. -τίσω [ῑ], αόρ. αʹ ἐξέτῑσα· I. εξοφλώ, αποπληρώνω τα χρέη μου, σε Ηρόδ., Αττ.· δίκην ἐκτ., εκτίω ολόκληρη την ποινή, σε Ευρ.· τινός, για κάτι, σε Ηρόδ. II. Μέσ., αξιώνω, απαιτώ, επιτάσσω πλήρη πληρωμή για κάτι, εκδικούμαι, τιμωρώ, με αιτ. πράγμ., σε Σοφ., Ευρ.· παίρνω εκδίκηση, τινά, στον ίδ.