Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ἇλιξ"

Βρέθηκαν 2 λήμματα [1 - 2]
ἇλιξ, Δωρ. αντί ἧλιξ.
ἁλί-ξαντος, -ον (ἅλς, ξαίνω), αυτός που φθείρεται από τη θάλασσα, σε Ανθ.